Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

ΕΛΣΤΑΤ: Στο 27,8% η ανεργία για το α’ τριμήνο

Οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 0,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά ο,5% και σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2013

anergia

Στο 27,8% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στο πρώτο τρίμηνο του 2014, παραμένοντας σταθερό σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και σημειώνοντας άνοδο από το 27,6% του αντίστοιχου περσινού τριμήνου.

Από τα στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει πως οι άνεργοι ανήλθαν σε 1.342.299, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 0,5% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2013.

Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 0,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μειώθηκε 0,6% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2013, με τον αριθμό των απασχολούμενων να διαμορφώνεται στα 3.483.716 άτομα.

Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν, ανέρχεται στο 23,0% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 71,4%. Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα, είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (36,5% έναντι 27,0%).

Επίσης, το 73,0% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 50,6%. Σε επίπεδο Περιφέρειας το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Νότιο Αιγαίο με 30,3% και στην Κεντρική Μακεδονία με 29,9%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Βόρειο Αιγαίο με 24,4% και στη Πελοπόννησο με 23,4%.

Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2014, βρήκαν απασχόληση 157.297 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, 35.808 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 145.255 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 71.955 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά. Επιπλέον, 118.102 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, αλλά είναι άνεργα. Στον πρωτογενή τομέα παρατηρήθηκε  αύξηση 0,9% στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στον δευτερογενή μείωση 5,6% στον αριθμό των απασχολούμενων και στον τριτογενή αύξηση 0,3%.

Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανήλθε στο 9,2% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων το 62,7% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 7,0% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,4 γιατί εκπαιδεύεται, το 3,2% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 22,8% για διάφορους άλλους λόγους. Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 63,3%, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ανέρχεται στο 80% του συνόλου των απασχολουμένων.

Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους έχουν πάει Μερικές τάξεις Δημοτικού (45,0%) ενώ ακολουθούν τα άτομα που δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (38,4%) . Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (15,3%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (18,7%).

Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 25,6% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 68,8% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 5,6% αναζητά μερική απασχόληση ή δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.

Ένα ποσοστό ανέργων (4,0%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου του 2014, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (27,7%), δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (25,6%) και δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (23,4%).

Η Ελληνική Στατιστική Αρχή διευκρίνισε ότι οι εκτιμήσεις της για την ανεργία στο πρώτο τρίμηνο 2014  βασίζονται στην τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού και ότι, σε αντίθεση με τα μηνιαία αποτελέσματα της έρευνας, δεν είναι εποχικά διορθωμένες.

By