Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Κρούγκμαν: Έφυγα από την Ελλάδα με τον φόβο της ρήξης

Άρθρο του νομπελίστα οικονομολόγου υπό τον τίτλο  «Η Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού»

krougman

Τις εντυπώσεις του από την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ελλάδα κατέγραψε ο νομπελίστας Πoλ Κρούγκμαν με άρθρο του στους New York Times. «Έφυγα με το φόβο ότι Ελλάδα και ΕΕ οδεύουν σε μια περιττή ρήξη» λέει ο Κρούγκμαν.

Περιγράφει, αιτιολογώντας, την δυσπιστία των Ελλήνων για τις προθέσεις των πιστωτών οι οποίοι πιέζουν διαρκώς για νέα μέτρα λιτότητας. Και ζητά από τους εταίρους της Αθήνας να επιδείξουν σωφροσύνη και υπομονή χωρίς να πάρουν αποφάσεις «εν θερμώ» κάτι που θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή.

Υπό τον εύγλωττο τίτλο «Η Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού» ο νομπελίστας περιγράφει το σκηνικό που διαμορφώνεται.

Το άρθρο του Κρούγκμαν

«Δεν πιστεύετε ότι αυτοί θέλουν να αποτύχουμε;» Αυτό το ερώτημα άκουγα διαρκώς κατά την διάρκεια μιας σύντομης αλλά έντονης, επίσκεψής μου στην Αθήνα. Η απάντησή μου ήταν ότι δεν υπάρχουν «αυτοί» – ότι η Ελλάδα δεν έχει, στην πραγματικότητα, να αντιμετωπίσει ένα στέρεο μπλοκ άσπονδων πιστωτών, οι οποίοι θα προτιμούσαν να δουν μια χρεοκοπία και έξοδο της από το ευρώ, από το να αφήσουν μια αριστερή κυβέρνηση να πετύχει και ότι υπάρχει περισσότερη καλή θέληση από την άλλη πλευρά του τραπεζιού από ό,τι πολλοί Έλληνες υποθέτουν.
Αλλά μπορείτε να καταλάβετε γιατί οι Έλληνες βλέπουν τα πράγματα με αυτόν τον τρόπο.

Και έφυγα από την επίσκεψη αυτή, φοβούμενος ότι η Ελλάδα και η Ευρώπη μπορεί να υποστούν ένα τρομερό ατύχημα, μια περιττή ρήξη που θα ρίξει μεγάλες σκιές στο μέλλον.

Η ιστορία μέχρι τώρα: Στο τέλος του 2009 η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια κρίση η οποία προκλήθηκε από δύο παράγοντες: υψηλό χρέος, και αυξημένο κόστος και τις τιμές που έκαναν τη χώρα μη ανταγωνιστική.

Η Ευρώπη ανταποκρίθηκε με τα δάνεια που κράτησε την ταμειακή ροή, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα επεδίωκε να εφαρμόσει εξαιρετικά επώδυνες πολιτικές. Αυτές περιελάμβαναν περικοπές εξόδων και αυξήσεις φόρων οι οποίες, αν επιβάλλονταν στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα ανέρχονταν σε τρία τρισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο.

Εφαρμόστηκαν επίσης, περικοπές μισθών σε μια κλίμακα που είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς: Σε μέσους μισθούς επεβλήθησαν μειώσεις 25% από το υψηλότερο επίπεδό τους.
Αυτές οι τεράστιες θυσίες υποτίθεται ότι παρήγαγαν ανάκαμψη.

Αντ “αυτού, η καταστροφή της αγοραστικής δύναμης βάθυνε την ύφεση, δημιουργώντας την Μεγάλη επίπονη Ύφεση και μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση.

Το Σάββατο επισκέφθηκα ένα καταφύγιο για τους άστεγους, και μου είπαν σπαρακτικές ιστορίες από ένα σύστημα υγειονομικής περίθαλψης σε κατάρρευση: Ασθενείς έφυγαν από νοσοκομεία, επειδή δεν μπορούσαν να πληρώσουν το εισιτήριο των 5 ευρώ, εκδιώχθηκαν χωρίς την απαιτούμενη ιατρική περίθαλψη, επειδή τα κονδύλια των κλινικών στέρεψαν – και πολλά ακόμη.

Έχει γίνει ένας ατελείωτος εφιάλτης. Ομως το πολιτικό κατεστημένο στην Ελλάδα, αποφασισμένο να παραμείνει στην Ευρώπη και φοβούμενο τις συνέπειες της χρεοκοπίας και εξόδου από το ευρώ, έμεινε με το πρόγραμμα χρόνο με το χρόνο.

Τελικά, οι Έλληνες πολίτες δεν μπορούσαν να αντέξουν άλλα. Καθώς οι πιστωτές ζήτησαν ακόμη περισσότερη λιτότητα – σε μια κλίμακα που θα μπορούσε κάλλιστα να ωθήσει την οικονομία κάτω από ένα άλλο 8% και θα ανέβαζε την ανεργία στο 30% – το έθνος ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ, έναν γνήσια αριστερό συνασπισμό (σε αντίθεση με το κέντρο-αριστερά), ο οποίος έχει ορκιστεί να αλλάξει την πορεία του έθνους.

Μπορεί να αποφευχθεί ένα Grexit;

Ναι, μπορεί. Η ειρωνεία της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ήρθε ακριβώς στο σημείο, όπου ένας ρεαλιστικός συμβιβασμός θα μπορούσε να είναι δυνατός.
Το σημείο-κλειδί, είναι ότι η έξοδος από το ευρώ θα ήταν εξαιρετικά δαπανηρή, θα αποδιοργάνωνε την Ελλάδα, και θα δημιουργούσε τεράστιο πολιτικό και χρηματοοικονομικό ρίσκο για την υπόλοιπη Ευρώπη. Είναι, συνεπώς, κάτι που πρέπει να αποφευχθεί, αν υπάρχει μια μέση αξιοπρεπής, εναλλακτική λύση. Και υπάρχει, ή θα έπρεπε να υπάρχει.
Δεν είμαι πεπεισμένος ότι από αυτό το κομμάτι που λέει ότι «αυτοί θέλουν να αποτύχουμε» δεν είναι μια ακριβής εκτίμηση.

Μέχρι τα τέλη του 2014 η Ελλάδα είχε καταφέρει να πιάσει ένα μικρό «πρωτογενές» πλεόνασμα του προϋπολογισμού, με τα φορολογικά έσοδα να υπερβαίνουν τις δαπάνες, με εξαίρεση τις πληρωμές τόκων. Αυτό είναι ό, τι πιο εύλογο μπορούν να απαιτήσουν οι πιστωτές, από τη στιγμή που δεν μπορείς να εξακολουθείς να στίβεις κι άλλο την πέτρα.

Εν τω μεταξύ, όλες αυτές οι περικοπές των μισθών έχουν καταστήσει την Ελλάδα ανταγωνιστική στις παγκόσμιες αγορές – ή θα την καταστήσουν ακόμη πιο ανταγωνιστική εάν μπορείσει να αποκατασταθεί κάποια σταθερότητα.
Το περίγραμμα μιας συμφωνίας, επομένως, είναι ξεκάθαρο: Βασικά να σταματήσει η πολιτική περαιτέρω λιτότητας, με την Ελλάδα να συμφωνεί να κάνει σημαντικές, αλλά όχι συνεχώς αυξανόμενες, πληρωμές προς τους πιστωτές της.

Μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να είναι το στάδιο απαρχής για την οικονομική ανάκαμψη, ίσως αργής στην αρχή, αλλά τελικά που θα προσφέρει κάποια ελπίδα.

Αλλά αυτή τη στιγμή η συμφωνία δεν φαίνεται να έρχεται.

Ίσως είναι αλήθεια, αυτό που λένε οι πιστωτές, ότι είναι δύσκολο να διαπραγματευτεί κανείς με τη νέα ελληνική κυβέρνηση.

Αλλά τι μπορείς να περιμένεις από κόμματα που δεν έχουν καμία προηγούμενη κυβερνητική εμπειρία όταν αναλαμβάνουν ένα καθεστώς στα πρόθυρα της χρεοκοπίας;

Ακόμη πιο σημαντικό, οι πιστωτές απαιτούν και άλλα πράγματα: Μεγάλες περικοπές στις συντάξεις και στους μισθούς δημοσίων υπαλλήλων – ό,τι δηλαδή μια νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της αριστεράς απλά δεν μπορεί να δεχθεί, σε αντίθεση με τις μεταρρυθμίσεις, όπως η βελτίωση στην φορολογία.

Και οι Έλληνες, όπως είπα, είναι όλοι πολύ έτοιμοι να δουν αυτά τα αιτήματα των πιστωτών ως μέρος μιας προσπάθειας, είτε να πέσει η κυβέρνησή τους, είτε να μετατρέψουν τη χώρα τους σε ένα παράδειγμα του τι θα συμβεί σε άλλες χώρες-οφειλέτες, εφόσον αποφύγουν να πάρουν μέτρα σκληρής λιτότητας.

Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα, καθώς η πολιτική αβεβαιότητα βλάπτει τα φορολογικά έσοδα, κάνοντας πιθανή την εξάτμιση του πρωτογενούς πλεονάσματος που με τόσες θυσίες αποκτήθηκε.

Το λογικό, σίγουρα, είναι να δείξει κανείς λίγη υπομονή σε αυτό το μέτωπο: Αν και όταν επιτευχθεί μια συμφωνία, η αβεβαιότητα θα υποχωρήσει και ο προϋπολογισμός θα πρέπει να βελτιωθεί και πάλι. Αλλά σε μια διάχυτη ατμόσφαιρα δυσπιστίας, η υπομονή δεν επαρκεί.

Δεν χρειάζεται να είναι αυτός ο τρόπος. Η αλήθεια είναι ότι για να αποφευχθεί μια έκρηξη της κρίσης, θα απαιτηθεί από τους πιστωτές να δώσουν εκ των προτέρων ένα σημαντικό ποσό σε μετρητά, αν και θα πρόκειται για ρευστό που θα διατεθεί αμέσως σε πληρωμές χρέους. Αλλά σκεφτείτε την εναλλακτική λύση:

Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Ευρώπη είναι εν θερμώ αποφάσεις που θα φέρουν μια ακόμη καταστροφή – και αυτό εντελώς χαριστικά».

By