Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Παρέμβαση Economist: Η πολιτική τάξη της Βρετανίας και το Brexit

Μια σημαίνουσα παρέμβαση για τις βρετανικές εκλογές και το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται ενόψει των διαπραγματεύσεων για το Brexit κάνει με κείμενο του το περιοδικό του Economist.

Σε αυτήν εκφράζει την ανησυχία του ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι κατώτερο των περιστάσεων που απαιτεί η δύσκολη συγκυρία, ενώ γίνεται και μια αναδρομή στον τρόπο με τον οποίο προσέγγισαν το θέμα της διακυβέρνησης προηγούμενες κυβερνήσεις.

«Ήταν αδύνατο να παρακολουθήσει κανείς τις εκλογές χωρίς να τον στοιχειώσει ένα κεντρικό και κομβικό ερώτημα που αφορά το αν η Βρετανία θα μπορούσε να τα πάει καλύτερα. Ο άνθρωπος που είχε την καλύτερη επίδοση στις εκλογές, ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν, δεν έχει καμία προηγούμενη εμπειρία διακυβέρνησης. Ενώ, η Τερέζα Μέι επιχείρησε να επικεντρώσει τις εκλογές στο πρόσωπο της χωρίς επιτυχία. Όσον αφορά τον Τιμ Φάρον, τον ηγέτη των Φιλελεύθερων Δημοκρατών έμοιαζε περισσότερο με… μαθητή παρά με υποψήφιο πρωθυπουργό» σημειώνεται χαρακτηριστικά στο άρθρο.

Όπως αναφέρουν οι συντάκτες του, «το να παραπονιέται κανείς για την ποιότητα των ηγετών της χώρας είναι κάτι που συμβαίνει από αρχαίων χρόνων. Και τα προβλήματα που σχετίζονται με την ηγεσία στη Βρετανία ωχριούν μπροστά σε εκείνα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ με τον Ντόναλντ Τραμπ. Η παρακμή, ωστόσο, είναι παρακμή. Τόσο η Μέι όσο και ο Κόρμπιν θέλει να επεκτείνουν τις ήδη σημαντικές εξουσίες της κυβέρνησης. Επιπρόσθετα, και οι δύο υπόσχονται να οδηγήσουν την Βρετανία εκτός της ΕΕ, στο πλαίσιο μιας αρκετά σύνθετης διαδικασίας. Δυστυχώς και οι δύο ηγέτες έδειξαν ότι είναι επικεφαλής με ελαττώματα σε ομάδες που έχουν πολλά ψεγάδια. Η Μέι παραβίασε τον πρωταρχικό κανόνα της πολιτικής: Μην απογοητεύεις τους ψηφοφόρους σου αν δεν έχεις πολύ σημαντικό λόγο να το κάνεις. Ο Κόρμπιν, από την άλλη, κατάφερε να ξεχωρίσει διότι η υπόλοιπη ομάδα ήταν τόσο μέτρια».

«Ο Ουίνστον Τζόρτζιλ είχε αποκαλέσει τον κυβερνητικό συνασπισμό του Άρθουρ Μπόναρ Λω ως «δεύτερη εντεκάδα» διότι πολλά σημαντικά στελέχη, μεταξύ αυτών και Λόιντ Τζορτζ, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε αυτήν. Σήμερα τόσο οι Εργατικοί όσο και οι Τόρις βρίσκονται σε μια παρόμοια κατάσταση. Στους Εργατικούς, τα τρία τέταρτα των βουλευτών έχουν καταλήξει ότι ο Κόρμπιν δεν τους κάνει, είτε για προσωπικούς, είτε για πολιτικούς λόγους. Στη δεξιά, το Brexit έχει ανοίξει μια τρύπα στο κόμμα. Αρκετά από τα στελέχη που υποστήριξαν το Remain, μεταξύ αυτών ο Ντέιβιντ Κάμερον και ο Τζορτζ Όσμπορν, έχουν αποσυρθεί, ενώ κάποιοι από τους υποστηρικτές του Brexit, όπως ο Μπόρις Τζόνσον και ο Μάικλ Γκόουβ, έχουν αποδυναμωθεί.

Οι Συντηρητικοί επέλεξαν τη Μέι επειδή ακριβώς δεν είχε εκφραστεί για το θέμα με ιδιαίτερα έντονο τρόπο» τονίζει ο Economist και προσθέτει:

«Υπάρχει και ένας άλλος λόγος. Για όλον τον 20ο αιώνα, τόσο οι Εργατικοί όσο και οι Συντηρητικοί έστελναν τους πιο ικανούς εκπροσώπους τους στο Κοινοβούλιο. Σήμερα, όλα συμβαίνουν ως εάν οι διάφορες βρετανικές ελίτ να αποφάσισαν την ίδια στιγμή να σταματήσουν να ασχολούνται με την κοινοβουλευτική πολιτική […] Οι περισσότεροι άνθρωποι επιθυμούν δύο είδη επιβράβευσης: την υλική και την ψυχολογική που σχετίζεται με το αίσθημα αποδοχής και επίτευξης των στόχων […] Οι πολιτικοί σήμερα, είναι αλήθεια, δεν παίρνουν καμία από τις δύο. Αρκεί κανείς να δει τι καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις για τα ποσοστά αποδοχής του πολιτικού προσωπικού της Βρετανίας».

«Τι μπορεί να γίνει για να αντιστραφεί η πορεία της παρακμής;» διερώνται οι συντάκτες του άρθρου και προσθέτουν: «Λίγα πράγματα. Το πρώτο είναι να δοθεί περισσότερη σημασία στην εμπειρία κατά την επιλογή των βουλευτών. Το δεύτερο είναι διευρυνθεί η βάση επιλογής. Ο Μάργκαρετ Θάτσερ είχε δώσει ιδιαίτερη σημασία σε αυτό, φέρνοντας στην πολιτική ανθρώπους από τον επιχειρηματικό κόσμο, όπως ο Ντέιβιντ Γιάνγκ. Ο Γκόρντον Μπράουν έκανε κάτι αντίστοιχο όταν προσπάθησε να σχηματίσει μια κυβέρνηση των ικανών. Εάν η Βρετανία κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση τότε ίσως στις επόμενες εκλογές να έχει μπροστά της επιλογές που θα την εμπνέουν περισσότερο».

«Σε κάθε περίπτωση, στην παρούσα φάση τα πράγματα θα είναι δύσκολα. Η Βρετανία θα μπει σε μια διαπραγμάτευση με την ΕΕ για το Brexit με την πιο αδύναμη ομάδα που είχε εδώ και δεκαετίες» καταλήγει ο Economist.

By