Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Ρόδος: Ένοχοι οι 3 από τους 4 κατηγορούμενους για το βιασμό ανήλικης

Προκαλούν φρίκη οι λεπτομέρειες της υπόθεσης

dikastirio

Ποινή κάθειρξης 35 ετών στην μητέρα και 25 ετών στον παππού και στη θεία επέβαλε το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Κω στους εμπλεκόμενους στην φρικιαστική υπόθεση βιασμού και αποπλάνησης κοριτσιού ηλικίας 7 ετών. Αθώα κρίθηκε η γιαγιά.

Την ενοχή τριών εκ των τεσσάρων κατηγορούμενων είχε εισηγηθεί στο δικαστήριο και ο Εισαγγελέας της έδρας, ενώ μετά την ανακοίνωση της απόφασης ακολούθησαν επεισόδια.

Το ιστορικό της φρικιαστικής υπόθεσης

Η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια έπειτα από μήνυση του πατέρα του κοριτσιού, ο οποίος βρίσκεται σε διάσταση με τη μητέρα από το 2000. Μάλιστα, η επιμέλεια του παιδιού είχε αφαιρεθεί από τη μητέρα πριν από τη φρικτή καταγγελία, αλλά είχε οριστεί από το δικαστήριο να έχει τακτική επικοινωνία με το παιδί της.

Στο πλαίσιο της επικοινωνίας αυτής, το Πάσχα του 2003, η μητέρα φέρεται να πήρε την κόρη της από την οικία του πατέρα και την πήγε στο σπίτι της, όπου βρισκόταν και η αδελφή της.

Εκεί, όπως καταγγέλλεται, η μητέρα, και ενώ η θεία κρατούσε σφιχτά τα χέρια του παιδιού, την ακινητοποίησε, έπεσε πάνω στην ανήλικη και έβαλε το χέρι της στα γεννητικά όργανα της μικρής, προκαλώντας της αιμορραγία. Μετά το περιστατικό αυτό η ανήλικη εκδήλωνε αποστροφή όταν της ανέφεραν ότι μπορεί να ξαναδεί τη μητέρα της.

Τον Νοέμβριο του 2003, η μητέρα για πρώτη φορά μετά το περιστατικό πήγε να πάρει την κόρη της, αλλά η μικρή αρνήθηκε πεισματικά να πάει μαζί της. Όταν ο πατέρας ρώτησε την κόρη του γιατί αρνείται να πάει με τη μητέρα της, αυτή του απάντησε ότι στην τελευταία συνάντησή τους, πριν από το Πάσχα 2003, η μητέρα της τής έβγαλε το εσώρουχο και, ενώ η θεία της την κρατούσε σφιχτά από τα χέρια, η μητέρα της τής άνοιξε τα πόδια και ασέλγησε. Την ερώτησε γιατί δεν του το είπε αμέσως, κι η μικρή απάντησε ότι η μητέρα της την απείλησε ότι θα σκοτώσει τον πατέρα της και την ίδια με όπλο.

Η ανήλικη κατάθεσε στην ανακρίτρια ότι δεν θέλει τη μητέρα της, γιατί την έδερνε, την κακοποιούσε, την άγγιζε στα γεννητικά όργανα και όταν έπαιρνε κάτι δικό της τής τραβούσε τα μαλλιά. Όταν λερωνόταν την ξάπλωνε στα πλακάκια για να αρρωστήσει.

Μαζί, όπως καταγγέλθηκε, ήταν και η θεία της, που όπως περιγράφεται γελά κάθε φορά που τη δέρνει η μαμά της. Η ανήλικη είπε ότι όταν κοιμόταν διαπίστωνε ότι την άγγιζαν. Της έδιναν χάπι για να κοιμηθεί και μετά η μητέρα της την άγγιζε στα γεννητικά όργανα και την έδερνε. Της έδιναν χάπι με νερό και της κρατούσαν το στόμα για να μην το φτύσει, μετά κοιμόταν.

Δήλωσε δε, ότι δεν θέλει να βλέπει τη μητέρα της, δεν την αγαπάει, καθώς επίσης και ότι ο παππούς και η γιαγιά την πείραξαν και αυτή φοβόταν. Της έλεγαν ότι θα σκοτώσουν το μπαμπά της με ένα μεγάλο όπλο. Όταν η μητέρα ασελγούσε σε αυτήν φώναζε τον πατέρα της (σ.σ. τον παππού της 7χρονης) να κάνει το ίδιο.

Χαρακτηριστικό είναι αυτό που περιέγραψε η γιαγιά της παθούσας, ότι η ανήλικη δεν ανέφερε το όνομα της μητέρας της και έλεγε «αυτή η γυναίκα», ενώ, όταν η ίδια της είπε ότι πρέπει να πηγαίνει να βλέπει, τη μητέρα της, η ανήλικη της έριξε νερό και άρχισε να τη κτυπά με μια κουτάλα.

Την ένταση αυτή στη σχέση της κόρης με τη μητέρα της, διαπίστωσε και ψυχολόγος, η οποία περιέγραψε τις ζωγραφιές της μικρής και το περιεχόμενο τους, καθώς και την επίθεση της μικρής στη γιαγιά όταν διαπίστωσε ότι είχε δείξει τις ζωγραφιές στη μάρτυρα.

Παιδοχειρουργός, εξέτασε στο Νοσοκομείο την ανήλικη και διαπίστωσε ότι την είχε βιάσει ο παππούς της την ώρα που κοιμόταν. Κατάθεσε ότι όπως του είπε η ανήλικη αυτό το γεγονός είχε συμβεί δύο φορές.

Οι κατηγορούμενοι αρνούνται τις κατηγορίες και ισχυρίζονται ότι οι καταθέσεις της ανήλικης είναι αποτέλεσμα επηρεασμού από τον πατέρα και τους γονείς του με τους οποίους υπάρχει μεγάλη ένταση λόγω του χωρισμού. Και ότι με αυτό τον τρόπο πέτυχαν την αφαίρεση της επιμέλειας από την μητέρα.