Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Βοήθεια από τις ελληνικές επιχειρήσεις που βρίσκονται στο εξωτερικό ζητάει η κυβέρνηση

Βοήθεια για τη καταπολέμηση της διαφθοράς ζητάει η κυβέρνηση από εταιρείες ελληνικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται εκτός Ελλάδος

eforia800_130214

Τη συνδρομή των ελληνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό για να εντοπιστούν φαινόμενα δωροδοκίας δημόσιων λειτουργών ζητά η Γενική Γραμματεία Καταπολέμησης της Διαφθοράς.

Εκδόθηκε ειδικό τριπλότυπο έντυπο το οποίο διανέμεται στα επιμελητήρια και τους επιχειρηματικούς συνδέσμους, ώστε να ενημερωθούν όλες οι επιχειρήσεις και να συμβάλουν στην προσπάθεια πάταξης της διαφθοράς.

Το έντυπο

Το σχετικό ενημερωτικό έντυπο αναφέρει τα εξής:

«Η διαφθορά είναι υπόθεση όλων μας, με τεράστιες επιπτώσεις στην οικονομία και την κοινωνία.

– Οδηγεί σε σπατάλη δημόσιων και ιδιωτικών πόρων
– Εμποδίζει την ανάπτυξη
– Νοθεύει τον υγιή ανταγωνισμό
– Απειλεί την κοινωνική συνοχή, κλονίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στο κράτος και τους θεσμούς.
– Υπονομεύει τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου
– Ενισχύει την αδιαφάνεια, την ανομία και το οργανωμένο έγκλημα.

Οι υποθέσεις διαφθοράς αφορούν μεταξύ άλλων:

– Το αδίκημα της δωροδοκίας στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα

– Το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος, όταν υπάλληλος με πρόθεση παραβαίνει – τα καθήκοντα του με σκοπό να προσπορίσει παράνομο όφελος για τον εαυτό του ή άλλον

– Το αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας, όταν υπάλληλος μεταχειρίστηκε παράνομα ή εκβιαστικά μέσα για να πετύχει οποιαδήποτε δήλωση κατηγορούμενου, μάρτυρα ή πραγματογνώμονα ή εκθέτει σε δίωξη αθώο ή παρέλειψε να διώξει κάποιον υπαίτιο ή προκάλεσε την απαλλαγή του από την τιμωρία.

Η διαφθορά τιμωρείται, είτε διαπράττεται στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό.

Τα τελευταία χρόνια, το άνοιγμα και η απελευθέρωση των αγορών αύξησαν σημαντικά τις υποθέσεις διαφθοράς. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η διαφθορά στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές, είτε είχε αγνοηθεί, είτε είχε γίνει σιωπηρά αποδεκτή. Ωστόσο, η διαφθορά δεν αποτελεί μία κακή πρακτική ή ένα «αναγκαίο κακό».
Είναι ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά.

Κυρώσεις

Οι ποινές που προβλέπονται για τη δωροδοκία που τελείται στο εξωτερικό κυμαίνονται από ένα μέχρι πέντε έτη φυλάκισης και χρηματική ποινή από 15.000 έως 150.000 ευρώ, ενώ σε ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να επιβληθεί ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη.

Ορισμένες κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί, όπως η παγκόσμια τράπεζα, δημοσιεύουν καταλόγους των εταιρειών που έχουν κριθεί ένοχες για το αδίκημα της δωροδοκίας, προκειμένου να αποκλειστεί η συμμετοχή τους σε δημόσιους διαγωνισμούς και διεθνή προγράμματα. Με αυτόν τον τρόπο πλήττεται η φήμη, η αξιοπιστία και το κύρος μίας εταιρείας, χωρίς να αποκλείεται η διεκδίκηση αποζημιώσεων από δημόσιους φορείς και ιδιώτες.

Η δωροδοκία αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών τιμωρείται.

Με την ψήφιση των νόμων 4254/2014 και 4258/2014 εισήχθησαν σοβαρές αλλαγές στην αντιμετώπιση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών.
Ενσωματώθηκαν στο ελληνικό ποινικό δίκαιο οι βασικές συστάσεις του ΟΟΣΑ στο πλαίσιο της διεθνούς σύμβασης για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές, συμπληρώνοντας τις σχετικές διατάξεις του ελληνικού ποινικού κώδικα. Η ενεργητική δωροδοκία αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών, που τελείται από Έλληνες στην αλλοδαπή, θεωρείται πλέον αξιόποινη πράξη και τιμωρείται με τις ίδιες ποινές που τιμωρείται η δωροδοκία Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων, χωρίς να χρειάζεται έγκληση του παθόντος ή αίτηση από ξένο.

Αξιόποινη είναι και η δωροδοκία:

– Λειτουργών ή άλλων υπαλλήλων που εργάζονται σε διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους είναι μέλος η Ελλάδα, ή προσώπων, τα οποία είναι εξουσιοδοτημένα να ενεργούν εκ μέρους αυτών των οργανισμών.

– Μελών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών, στους οποίους η Ελλάδα είναι μέλος.

– Όσων ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή καθήκοντα διαιτητή σε διεθνή δικαστήρια, των οποίων η δικαιοδοσία αναγνωρίζεται στην Ελλάδα.

– Οποιουδήποτε προσώπου ασκεί δημόσιο λειτούργημα ή υπηρεσία για ξένη χώρα, συμπεριλαμβανομένων των δικαστών, ενόρκων και διαιτητών.

– Των μελών των κοινοβουλίων και των συμβουλίων τοπικής αυτοδιοίκησης άλλων κρατών.

Τι μπορώ να κάνω για την επιχείρησή μου

– Σχεδιάστε τη λειτουργία της εταιρείας σας με διαφανή τρόπο και σαφή οριοθέτηση ευθυνών.

– Εντοπίστε τους τομείς που θεωρούνται ιδιαίτερα ευπαθείς στη διαφθορά, λαμβάνοντας ειδικά μέτρα προστασίας (π.χ. επίβλεψη συναλλαγών από δύο ή περισσότερα άτομα, εναλλαγή πόστων, υποχρέωση για συνυπογραφή εγγράφων).

– Ενημερώστε τους υπαλλήλους σας για τα καθήκοντα της εργασίας τους.

– Καθιερώστε τακτικούς αυστηρούς ελέγχους.

– Εγκαθιδρύστε γραφείο διαμεσολαβητή ή γραμμής επικοινωνίας, στα οποία οι εργαζόμενοι μπορούν να απευθύνονται σε περίπτωση που υποπτεύονται περιπτώσεις διαφθοράς.

– Δηλώστε στους υπαλλήλους σας ότι φαινόμενα διαφθοράς δε είναι ανεκτά στην εταιρεία σας.

– Αποτελέστε πρότυπο για τους υπαλλήλους σας, επιδεικνύοντας μηδενική ανοχή σε φαινόμενα διαφθοράς.

– Αποτρέψτε τη συγκάλυψη φαινομένων διαφθοράς.

– Απευθυνθείτε στις πρεσβείες και τις διπλωματικές αποστολές της χώρας μας, ζητώντας να παρέμβουν στις αρμόδιες αρχές του αντίστοιχου κράτους.

– Ζητήστε υποστήριξη από το αρμόδιο εμπορικό \ επιμελητήριο, ή πηγαίνετε κατευθείαν στην αστυνομία ή εισαγγελία της χώρας σας.

– Στην Ελλάδα, υπάρχει η δυνατότητα αναφοράς περιπτώσεων υπόνοιας διαφθοράς στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ, μέσω της τηλεφωνικής γραμμής 210 8779700 και 10301 (όλο το 24ωρο), για τη Βόρεια Ελλάδα 2310-531884 και στην ηλεκτρονική Διεύθυνση: dey1@otenet.gr, καθώς και ηλεκτρονικά στην ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας κατά της Διαφθοράς: http://kataggelies.gsac.gov.gr.

Από πού προστατεύομαι

Η Ελλάδα έχει κυρώσει τρεις βασικές διεθνείς συμβάσεις που θέτουν την αντιμετώπιση της διαφθοράς ως κύριο αντικείμενό τους. Πρόκειται για τη σύμβαση του ΟΟΣΑ για την καταπολέμηση του χρηματισμού αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές (Ν. 2656/1998), τη σύμβαση ποινικού δικαίου του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη διαφθορά (Ν. 3560/2007) και τη σύμβαση του ΟΗΕ κατά της διαφθοράς – UNCAC (Ν. 3666/2008). Η σχετική νομοθεσία της ΕΕ κατέστη εσωτερικό δίκαιο με τους νόμους 2802/2000 και 2803/2000.