Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Βρυξέλλες σε Βερολίνο για το QE: Το κοινοτικό δίκαιο υπερισχύει του γερμανικού

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικαλέσθηκε την υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου έναντι των εθνικών δικαίων, μετά την απόφαση της γερμανικής δικαιοσύνης με την οποία απαιτεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αιτιολόγηση του προγράμματός της για την αντιμετώπιση κρίσεων.

«Επαναδιατυπώνουμε την υπεροχή του κοινοτικού δικαίου και το γεγονός ότι οι αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι δεσμευτικές απέναντι σε όλες τις εθνικές δικαστικές αρχές», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ερίκ Μαμέρ σχολιάζοντας την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας που αφορά στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

«Θα εξετάσουμε τώρα ενδελεχώς την απόφαση της γερμανικής δικαιοσύνης. Δεδομένης της πολυπλοκότητας της απόφασης, αυτή είναι η μόνη μας απάντηση», πρόσθεσε.

Το Ανώτατο Γερμανικό Δικαστήριο καθώς αποφάνθηκε ότι ορισμένες ενέργειες της ΕΚΤ είναι παράνομες και αντίκεινται στο Σύνταγμα της Γερμανίας.

Αν και το δικαστήριο δεν διαπίστωσε παραβίαση της απαγόρευσης της νομισματικής χρηματοδότησης των προϋπολογισμών των κρατών μελών, αναφέρει ότι «η Bundesbank δεν μπορεί να συμμετέχει πλέον στην εφαρμογή και εκτέλεση των επίμαχων αποφάσεων της ΕΚΤ, εκτός εάν το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ εκδώσει νέα απόφαση που να αποδεικνύει με κατανοητό και τεκμηριωμένο τρόπο ότι οι στόχοι νομισματικής πολιτικής που επιδιώκει το Προόγραμμα Αγοράς του Δημόσιου Τομέα (PSPP) δεν είναι δυσανάλογοι με τις επιπτώσεις της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής που προκύπτουν από το πρόγραμμα».

Με απλά λόγια ότι οι αποφάσεις της ΕΚΤ δεν υποστηρίζεται από τη Συνθήκη της ΕΕ, άρα δεν ισχύουν στη Γερμανία. Στην ουσία η απόφαση δίνει τρεις μήνες περιθώριο στη Bundesbank να αποσυρθεί από το πρόγραμμα ή την ΕΚΤ με νέα απόφαση στο ίδιο διάστημα να συμμορφωθεί ως προς τις ενστάσεις που εκφράζει το γερμανικό δικαστήριο.

Η σημερινή απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου περιορίζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, συμφωνούν οι περισσότεροι αναλυτές στην Γερμανία.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φούεστ, «περιορίζονται τα περιθώρια ελιγμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε ό,τι αφορά την στήριξη των υπερχρεωμένων κρατών – μελών της Ευρωζώνης μέσω αγοράς ομολόγων».

Ο κ. Φούεστ, με ανακοίνωσή του, τονίζει ότι έτσι «αυξάνεται η πίεση προς τις κυβερνήσεις των κρατών του ευρωχώρου να διαθέτουν βοήθεια σε μεμονωμένες χώρες μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, αντί να βασίζονται στην ΕΚΤ», αλλά διευκρινίζει ότι αρχικά είναι μόνο η Bundesbank που δεσμεύεται από αυτές τις απαιτήσεις και όχι η ΕΚΤ.

«Πρακτικά δεν μπορεί ωστόσο να φανταστεί κανείς ότι η αγορά ομολόγων θα γίνεται μελλοντικά χωρίς την συμμετοχή της Bundesbank», εκτιμά ο γερμανός οικονομολόγος και προσθέτει ότι το Δικαστήριο ζητά τώρα από την ΕΚΤ να παρουσιάσει δημόσια στοιχεία ότι η αγορά ομολόγων της ανταποκρίνεται στην αρχή της αναλογικότητας.

«Πρέπει να αποδείξει ότι ήταν λογικό να αποδεχτούμε παρενέργειες όπως η επιβάρυνση των αποταμιευτών ή των τιμών των ακινήτων. Η ΕΚΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να παρουσιάσει αυτή την στοιχειοθέτηση, εάν θέλει να ανταποκριθεί στην απαίτηση του Δικαστηρίου», επισημαίνει.

Επιπλέον, συνεχίζει ο κ. Φούεστ, το Συνταγματικό Δικαστήριο διατυπώνει όρους προκειμένου η αγορά ομολόγων να μην παραβιάζει την απαγόρευση της απευθείας χρηματοδότησης κρατών.

Σε αυτό, όπως λέει, περιλαμβάνεται ο όρος τα ομόλογα να αγοράζονται σύμφωνα με την κλείδα κατανομής των εθνικών κεντρικών τραπεζών και να μην αγοράζονται ομόλογα από χώρες που δεν έχουν την απαιτούμενη αξιολόγηση. Αυτό περιορίζει ιδιαίτερα τα περιθώρια ελιγμού, ιδιαίτερα για την αγορά ιταλικών ομολόγων», δηλώνει ο κ. Διευθυντής του Ifo.

Eπιφυλακτικός εμφανίστηκε ο Διευθυντής του Ινστιτούτου για την γερμανική Οικονομία (IW) Μίχαελ Χιούτερ: «Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου πολιτικοποιεί την ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική. Στο μέλλον θα πρέπει η Bundesbank, όταν υπάρχουν ανάλογες ανάγκες, πρώτα να απολογείται στην κυβέρνηση και στην Βουλή.

Με αυτό συνδέεται ο κίνδυνος να διακυβευθεί η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας. Επιπλέον, με εθνικούς περιορισμούς, μια ενιαία νομισματική πολιτική στην Ευρωζώνη καθίσταται ανέφικτη», δήλωσε στην BILD.

Από την άλλη πλευρά, ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Φιλελευθέρων (FDP) Κρίστιαν Ντιρ, χαιρέτισε την απόφαση του Δικαστηρίου και δήλωσε ότι η πολιτική του «ό,τι χρειαστεί» αποτελεί παρελθόν.

«Θεωρώ την απόφαση ως ισχυρό μήνυμα για την Ευρώπη», ανέφερε σε δηλώσει του προς την BILD και πρόσθεσε ότι «η ΕΚΤ δεν επιτρέπεται να είναι αυτός που «καθαρίζει» προκειμένου να λύνει τα προβλήματα των κρατών – μελών, διότι αυτό προκαλεί αντιπαράθεση μεταξύ των εταίρων – κάθε κράτος έχει το ίδιο την ευθύνη σταθερών δημοσιονομικών».

(Visited 1 times, 1 visits today)
By