Μόνο 25 άνθρωποι σε όλη την Ελλάδα ελέγχουν την αγορά εργασίας.
Ο διευθυντής της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης (ΕΥΠΕΑ) του ΙΚΑ Μάρκος Τούντας περιέγραψε την κατάσταση της ανασφάλιστης εργασίας στην Ελλάδα, όχι μόνο για αλλοδαπούς αλλά και για Έλληνες ως «Όλη η Ελλάδα, μια Μανωλάδα».
Η Ομοσπονδία Εργαζομένων στο ΙΚΑ για την ανασφάλιστη εργασία παρουσίασε χτες στοιχεία που δεν καταδεικνύουν απλώς το μέγεθος του προβλήματος (τέσσερις στους δέκα εργαζόμενους είναι ανασφάλιστοι, αφού οι έλεγχοι του ΙΚΑ για τον Μάρτιο τοποθετούν στο 40,5% την «μαύρη» εργασία»). Καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς όλων όσοι υποστηρίζουν ότι γίνεται προσπάθεια ελέγχου της κατάστασης στην ελληνική αγορά εργασία. Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. Από το 2009 έως το τέλος του 2012, οι έλεγχοι της ειδικής υπηρεσίας του ταμείου μειώθηκαν δραματικά. Συγκεκριμένα, από 107.115 επιτόπιους ελέγχους που πραγματοποίησε το 2009 η ΕΥΠΕΑ, σε κοινές και οικοδομικές επιχειρήσεις, αυτοί μειώθηκαν σε 46.730 ελέγχους το 2012 που αντιστοιχεί σε μείωση κατά 56%! Ειδικά στις κοινές επιχειρήσεις η μείωση είναι ακόμα μεγαλύτερη αφού από 48.583 ελέγχους το 2010, έπεσαν σε 18.085 το 2012 (μείωση κατά 63%)…
Αξίζει δε να σημειωθεί, για να ελεγχθεί το σύνολο των περίπου 400.000 ενεργών επιχειρήσεων ανά την Ελλάδα, θα πρέπει ο κάθε ένας από τους μόλις 25 ελεγκτές της ΕΥΠΕΑ, να διενεργήσει περισσότερους από 16.000 ελέγχους το χρόνο, όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος της ΠΟΣΕ-ΙΚΑ Γιώργος Κυριακόπουλος.
Οι μόλις 25 ελεγκτές της συγκεκριμένης υπηρεσίας είναι υπεύθυνοι για τον έλεγχο της ανασφάλιστης εργασίας. Οι 17 από αυτούς, βρίσκονται στην Αθήνα και οι υπόλοιποι μοιράζονται σε Θεσσαλονίκη και Γιάννενα. Αλλά και αυτοί οι ελάχιστοι ελεγκτές, διαθέτουν μόλις τρία αυτοκίνητα για τις μετακινήσεις τους. Οι έλεγχοι μπορούν να γίνονται μόνο με ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, ενώ το υπουργείο Εργασίας δεν καλύπτει ούτε τα έξοδα εκτός έδρας των ελεγκτών, όπως κατήγγειλε η ΠΟΣΕ ΙΚΑ.
Από τους 7.959 εργαζόμενους που ελέγχθηκαν βρέθηκαν οι 2.295 να είναι αδήλωτοι. Συνολικά, η Ειδική Υπηρεσία Ελέγχων του ΙΚΑ, πραγματοποίησε ελέγχους σε 1.891 επιχειρήσεις. Από αυτές, περισσότερες από τις μισές, οι 979 επιχειρήσεις, απασχολούσαν ανασφάλιστους εργαζόμενους, ενδεικτικό της τεράστιας διάστασης που έχει λάβει το πρόβλημα. Ήτοι, τέσσερις στους δέκα εργαζόμενους είναι ανασφάλιστοι και μία στις δύο επιχειρήσεις απασχολούν εργαζόμενους χωρίς να τους δηλώνουν στο ΙΚΑ.
Σε ελέγχους το πρώτο δεκαπενθήμερο του Απρίλη, σε 16 επιχειρήσεις φασόν, στις περιοχές Πατήσια, Βοτανικός και Ν. Ιωνία βρέθηκαν 200 εργαζόμενοι, όλοι τους αλλοδαποί, εκ των οποίων οι 111 ήταν ανασφάλιστοι (ποσοστό 55%)!
Όπως αποκάλυψαν οι συνδικαλιστές, ακόμα και τα πρόστιμα που επιβάλλονται, μικρή επίδραση ασκούν στην καταπολέμηση της ανασφάλιστης εργασίας, αφού πολλά από αυτά χαρίζονται.
Εκτός από τις ελλείψεις σε προσωπικό, οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν ότι η ΕΥΠΕΑ καλείται να αντιμετωπίσει και τις επιθέσεις είτε από εργοδότες, είτε από μπράβους, είτε ακόμα και από τους ίδιους τους εργαζόμενους, που αντιδρούν στους ελέγχους φοβούμενοι ότι κινδυνεύουν οι δουλειές τους.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δεν είναι τυχαίο ότι τα έσοδα του ΙΚΑ, του μεγαλύτερου ασφαλιστικού φορέα της χώρας καταρρέουν. Μάλιστα, για να πληρωθούν και αυτόν τον μήνα οι συντάξεις στην ώρα τους, στις 29 Απριλίου, το ΙΚΑ θα προχωρήσει σήμερα σε μια επανάληψη του εσωτερικού δανεισμού, ο οποίος όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ, όπως επισημαίνουν οι εργαζόμενοι στο ταμείο.
Μαζί με την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση των μισθών, η ανασφάλιστη – «μαύρη εργασία» επιδρά καθοριστικά στην οικονομική κατάσταση του Ιδρύματος.
Το πρώτο δίμηνο του 2013 τα έσοδα του ΙΚΑ υποχώρησαν κατά 24,8% σε σχέση με το αντίστοιχο δίμηνο του 2011. Συγκεκριμένα, από τα 2,293 δισ. ευρώ στα 1,724 δισ. ευρώ φέτος, λιγότερα κατά 569 εκατομμύρια ευρώ.
Η εικόνα συμπληρώνεται από τη συρρίκνωση του προσωπικού. Από 11.000 υπαλλήλους το 1985 σήμερα εργάζονται λιγότεροι από 6.000 υπάλληλοι. Κάτι που έχει σημαντικό αντίκτυπο και στο θέμα της απονομής συντάξεων. Συνολικά, υπολογίζεται ότι οι συντάξεις που ακόμα δεν έχουν απονεμηθεί ξεπερνούν τις 156.000 με αποτέλεσμα ο χρόνος αναμονής να φτάνει έως και τα δύο χρόνια.