Τρίτη, 16 Απριλίου, 2024

Οι βιομηχανίες παίρνουν… διαζύγιο από την Ευρώπη

Εγκαταλείπουν τη Γηραιά “Ηπειρο οι μεγάλες εταιρείες και μετακομίζουν στις ΗΠΑ, λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους

bmw 01Η απόφαση των ευρωπαϊκών βιομηχανιών να «μετακομίσουν» στις ΗΠΑ φαίνεται λογική δεδομένου ότι η τιμή του φυσικού αερίου στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι περίπου 4 φορές χαμηλότερη έναντι της Ευρώπης ενώ η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος είναι σχεδόν 50% χαμηλότερη αντίστοιχα.

Σε εκτενές άρθρο των Financial Times αναλύονται οι λόγοι για τους οποίους όταν η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία BMW, σκεφτόταν πού να κατασκευάσει εργοστάσιο εντάσεως ενέργειας για την κατασκευή του ανθρακονημάτων για το αστικό ηλεκτρικό αυτοκίνητο i3 που θέλει να εισάγει στην αγορά,  κατέληξε να επιλέγει την Μόουζες Λέικ στην Ουάσιγκτον.

Το κόστος της ενέργειας στην Ευρώπη κρίνεται υψηλό, με αποτέλεσμα να χάνεται σταθερά η ανταγωνιστικότητά της σε κλάδους ενέργειας με αποτέλεσμα οι εταιρείες να βρίσκουν καταφύγιο εκτός Ευρώπης. Περίπου 58% των βιομηχάνων που συμμετείχαν σε πρόσφατη έρευνα της Accenture φοβούνται ότι η ευρωπαϊκή βιομηχανία σε τρία χρόνια θα παραμένει μη ανταγωνιστική από ενεργειακής πλευράς σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, την Κίνα ή την Ρωσία.

Το εργοστάσιο της BMW ύψους 100 εκατ. δολλαρίων, κοινοπραξία με συμμετοχή της εταιρείας SGL Group, θα λειτουργεί με υδροηλεκτρική ενέργεια την οποία παράγουν τα φράγματα στον κοντινό ποταμό Κολούμπια. Το ηλεκτρικό ρεύμα που παράγουν κοστίζει μόλις 3 σεντς του δολλαρίου ανά κιλοβατώρα.

Για τις αντίστοιχες ηλεκτρικές ανάγκες στην Γερμανία, όπου μεταφέρεται το ελαφρύ ανθρακόνημα για επεξεργασία και τελική κατασκευή, το κόστος θα ήταν εξαπλάσιο.

bmw 02Η μετακομίση της BMW στις ΗΠΑ, λίγους μήνες πριν τις γερμανικές εκλογές προκαλεί σημαντικές αντιδράσεις. Όπως τονίζεται στο δημοσίευμα, δεν υπάρχει πιο χειροποστή απόδειξη για το που οδηγεί την Ευρώπη η πολιτική Μέρκελ και Σόιμπλε, ενώ αναλυτές κρίνουν πως η πολιτική λιτότητας που έχει επιβάλλει η Γερμανία στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα οδηγήσει σε εκλογική ήττα των δύο στις επερχόμενες εκλογές.

Πέρσι, οι τιμές του φυσικού αερίου στις ΗΠΑ ήταν περίπου 4 φορές χαμηλότερες σε σχέση με την Ευρώπη και οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος ήταν περίπου 50% χαμηλότερες. Οι αναλυτές σημειώνουν ότι δύο είναι οι παράγοντες που οδηγούν σε απόκλιση: Η «επανάσταση» του σχιστολιθικού στις ΗΠΑ, που έχει χαμηλώσει πολύ το κόστος φυσικού αερίου για την αμερικανική βιομηχανία και οι αμφιλεγόμενες κλιματικές και ενεργειακές πολιτικές της Ευρώπης, που περιλαμβάνουν το σύστημα εμπορίας ρύπων και τις επιδοτήσεις αναφορικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Στην Ευρώπη, η πληθυσμιακή συγκέντρωση, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και οι τεχνικές δυσκολίες, εμποδίζουν την άντληση σχιστολιθικών κοιτασμάτων και η ήπειρος παραμένει εξαρτημένη από το ακριβότερο ρωσικό και νορβηγικό αέριο.

Ο Peter Löscher, διευθύνων σύμβουλος της Siemens, δηλώνει ότι «το σχιστολιθικό αέριο θα αλλάξει θεαματικά τα μέχρι τώρα δεδομένα στις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να ανατρέψει την πορεία της. Το ενεργειακό και μισθολογικό κόστος είναι υψηλό».

Η Γερμανία αποτελεί ενδεικτικό μοντέλο για την ενεργειακή πορεία της Ευρώπης δεδομένου ότι, η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί να αποσυρθεί από την πυρηνική ενέργεια και επιδοτεί την ταχεία επέκταση της ανανεώσιμης ενέργειας για να την αντικαταστήσει. Το κόστος αυτών των επιδοτήσεων, προστίθεται στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος.

Οι βιομηχανικές τιμές του ρεύματος έχουν υποχωρήσει τα δύο τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής ύφεσης. Αλλά η ένωση γερμανικών βιομηχανιών BDI φοβάται ότι το κόστος της αποκαλούμενης Energiewende, που αποτιμάται στα 200 δισ. ευρώ ως το 2030, αναπόφευκτα θα ανεβάσουν τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος πολύ υψηλότερα στα επόμενα χρόνια. Οι επιδοτήσεις και άλλοι φόροι ήδη εκπροσωπούν το 50% και πλέον του κόστους των βιομηχανικών τιμολογίων στην Γερμανία.

Ωστόσο οι βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας στην Γερμανία, όπως κατασκευής γυαλιού, αλουμινίου, τσιμέντου και χαρτιού, απαλλάσσονται από την δασμολόγηση και από χρεώσεις που σχετίζονται με την ενέργεια.

Η Claudia Kemfert, επικεφαλής του ενεργειακού τμήματος στο German Institute of Economic Research στο Βερολίνο, σχολιάζει ότι, τα σχόλια των media για εταιρίες που εγκαταλείπουν την Ευρώπη λόγω υψηλού ενεργειακού κόστους είναι υπερβολικά και θεωρεί ότι οι λόγοι που οι εταιρείες επιλέγουν τη «μετανάστευση» είναι συγκεκριμένοι.

«Ο πρώτος μεγάλος παράγοντας είναι το μισθολογικό κόστος και ο δεύτερος είναι το άνοιγμα στις διεθνείς αγορές. Ακολουθεί μια σειρά παραγόντων, αλλά το ενεργειακό κόστος δεν είναι ένας από αυτούς. Υπάρχει μια μανία άσκησης πίεσης αναφορικά με το ενεργειακό κόστος που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα».

Παρόλα αυτά, η άσκηση πίεσης στην Ευρώπη και στις εθνικές ενεργειακές και κλιματικές πολιτικές για τον κίνδυνο της ανταγωνιστικότητας είναι αυξημένες, καταλήγουν οι Financial Times.

(Visited 1 times, 1 visits today)
By