Πέμπτη, 18 Απριλίου, 2024

EΣΕΕ: Νέα μέτρα και επιβαρύνσεις φέρνει το νομοσχέδιο- σκούπα

Οι φορολογικοί συντελεστές σε όλες τις κατηγορίες εξακολουθούν να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, σχολίασε σχετικά ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας, Βασίλης Κορκίδης

vouli1Άλλο ένα κατεπείγον πακέτο νέων μέτρων και επιβαρύνσεων, αλλά και μία ακόμη δοκιμασία για την κυβερνητική συνοχή, με αποκλειστικό στόχο την «πολυδόση» των 6,8 δισ. ευρώ είναι το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) Βασίλη Κορκίδη.

Όπως επισημαίνει ο κ. Κορκίδης, ο Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος έχει στοιχεία απλοποίησης και σύγχρονης μεταρρύθμισης της φορολογίας των επιχειρήσεων, αλλά οι φορολογικοί συντελεστές σε όλες τις κατηγορίες εξακολουθούν να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.

Επιπροσθέτως, ο ίδιος υπογραμμίζει ότι  η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, εάν τελικά ισχύσει από 1/8/13, επαναφέρει, ως ισοδύναμο μέτρο, την «φορολογική πολυτέλεια» με την αναδρομική επιβολή φόρου πολυτελούς διαβίωσης σε «νεόπτωχους», χωρίς να υπολογίζει την απότομη μεταβολή της οικονομικής κατάστασης του Έλληνα φορολογούμενου.

Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ τονίζει ακόμη ότι οι επιχειρηματικές δαπάνες διαχωρίζονται σε «καλές» και «κακές» σε παραγωγικές και μη, ενώ το μέτρο των αποδείξεων για άλλη μία φορά εγκαταλείπεται ως αποτυχημένο, αφήνοντας πίσω του τις ταμπέλες «Δεν παίρνω απόδειξη, δεν πληρώνω».

«Η κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας μας προβληματίζει ιδιαιτέρως αφού είχε μεγάλη συμμετοχή στον εντοπισμό και περιορισμό του πλανόδιου και στάσιμου παράνομου υπαίθριου εμπορίου. Ελπίζουμε οι δημοτικοί αστυνομικοί να αξιοποιηθούν σε ειδικές μονάδες της ΕΛ.ΑΣ και του ΣΔΟΕ για την πάταξη του παρεμπορίου» σχολιάζει σχετικά ο κ. Κορκίδης.

Επιπλέον, ο κ. Κορκίδης παρουσίασε τις θέσεις της Συνομοσπονδίας για το πολυνομοσχέδιο :

1. Φορολογία

Η ΕΣΕΕ έχει από μακρού θέσει ως πρωταρχικό στόχο την φορολογική μεταρρύθμιση που θα αποτελέσει το αναγκαίο εργαλείο για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και την δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών υπέρ των μικρομεσαίων εισοδημάτων. Θέλουμε την απλοποίηση, που θα αποτελέσει τον θεμέλιο λίθο της φορολογικής μεταρρύθμισης και την κοινωνικά δίκαιη και σταθερή φορολογική νομοθεσία, μέσω της υιοθέτησης της αρχής της αναλογικής ανταποδοτικότητας, που θα τύχει καθολικής αποδοχής από τους Έλληνες και θα ωθήσει την οικονομία προς την έξοδο από την ύφεση. Το φορολογικό κεφάλαιο του πολυνομοσχεδίου δεν ανταποκρίνεται στα παραπάνω αυτονόητα. Παρά το γεγονός ότι έχει κάποιες θετικές διατάξεις, διακρίνεται κατά κύριο λόγο από ένα εισπρακτικό χαρακτήρα προκειμένου να πάρουμε την προγραμματισμένη δόση, δεν επιφέρει τομές ή φορολογική εξυγίανση, που τόσο έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και κυρίως δεν καταπολεμάει στην ρίζα της την φοροδιαφυγή, καθώς η επιβολή υψηλότερων φορολογικών συντελεστών στα μικρά και μεσαία εισοδήματα και στους ελεύθερους επαγγελματίες κάθε άλλο παρά συνδράμει προς αυτή την κατεύθυνση.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΣΕΕ παραθέτει τα αρνητικά και θετικά σημεία του νέου πολυνομοσχεδίου, τα οποία έχουν ως εξής:

Θετικές διατάξεις:

– Προβλέπεται ο ακριβής προσδιορισμός του αντικειμένου του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων, χωρίς την έκδοση ερμηνευτικών εγκυκλίων, οι οποίες προκαλούν σύγχυση στους φορολογουμένους.

– Υπάρχει σαφής διάκριση των διάφορων εισοδηματικών κατηγοριών , όπως εκείνες που προέρχονται από μισθωτή εργασία, από επιχειρηματική δραστηριότητα, από την απόδοση κεφαλαίου και την υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου.

– Καταργούνται προκλητικές εξαιρέσεις από το τεκμήριο απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, τονώνοντας με αυτόν τον τρόπο την έννοια της φορολογικής δικαιοσύνης.

– Καθιερώνονται απλοί και κατανοητοί κανόνες αναφορικά με τις αποσβέσεις των παγίων περιουσιακών στοιχείων.

– Θεσπίζεται ένας απλός τρόπος διαγραφής των επισφαλών απαιτήσεων, ο οποίος είναι σαφώς προσαρμοσμένος στις σημερινές ανάγκες των επιχειρήσεων.

– Δεν καταργείται η έκπτωση 1,5% που παρέχεται σήμερα κατά τη μηνιαία παρακράτηση φόρου στους μισθούς και στις συντάξεις. Η κατάργηση της έκπτωσης αλλά και ο μη υπολογισμός της έκπτωσης φόρου θα ψαλίδιζαν ακόμη περισσότερο τις μηνιαίες αποδοχές και άρα το διαθέσιμο εισόδημα προς κατανάλωση.

– Ευτυχώς διατηρείται ο συντελεστής προκαταβολής φόρου για τις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες επιχειρήσεις στο 55%, αντί του 80% που προβλεπόταν αρχικά.

– Η ισχύς των συντελεστών της παρακράτησης φόρου 10% για μερίσματα, 15% για τόκους και 20% για δικαιώματα και λοιπές αμοιβές.

– Μείωση του συντελεστή υπεραξίας ακινήτων και μετοχών από 20% σε 15%.

– Κατάργηση συμπληρωματικού φόρου 1,5% και 3% στα ετήσια εισοδήματα από ενοίκια κατοικιών και επαγγελματικών ακινήτων.

– Μεταφορά και συμψηφισμός ζημιών νομικών προσώπων από την ανταλλαγή και το κούρεμα των ομολόγων με εγγύηση ελληνικού δημοσίου.

– Παραμένει ο συντελεστής φορολογίας των αποζημιώσεων λόγω απόλυσης στο 20%, για αποζημιώσεις από 100.000 – 150.000 ευρώ. Αρχικά προβλέπονταν η αύξηση του συντελεστή από 20% στο 25%.

– Αστικοποιείται η φορολογική μεταχείριση των offshore εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, που αναμένεται να οδηγήσει στην διεύρυνση της φορολογητέας βάσης μέσω της φορολόγησης των εισοδημάτων που αποκτούν οι υπεράκτιες εταιρείες στην Ελλάδα.

Αρνητικές διατάξεις:

– Η κατάργηση για άλλη μία φορά του μέτρου των αποδείξεων.

– Η φορολογία εισοδήματος από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου με συντελεστή 15%.

– Η αναδρομική επαναφορά του φόρου πολυτελούς διαβίωσης χωρίς να υπολογίζεται η απότομη μεταβολή της οικονομικής κατάστασης των φορολογουμένων.

– Οι νεοεισαχθείσες φορολογικές μεταρρυθμίσεις στο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μπορεί να δημιουργούν ένα περισσότερο ξεκάθαρο τοπίο αναφορικά με τις υποχρεώσεις επιτηδευματιών και νομικών προσώπων, σε καμία περίπτωση όμως δεν αποτελούν άλλοθι για τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές που επιβάλλονται στις ελληνικές επιχειρήσεις. Ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός πως οι επιβαλλόμενες υπέρμετρες φορολογικές επιβαρύνσεις δεν λαμβάνουν υπόψη τη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας και τη φτωχοποίηση των πολιτών.

– Η μη έκπτωση των τόκων δανείων κατά το μέτρο που υπερβαίνουν αυτούς που θα προέκυπταν εάν το επιτόκιο ήταν ίσο με αυτό των εντόκων γραμματίων δημοσίου τρίμηνης διάρκειας κατά το χρόνο σύναψης του δανείου. Παράλληλα, προβλέπεται πως οι δαπάνες για τόκους δανείων δεν αναγνωρίζονται ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες στο βαθμό που οι πλεονάζουσες δαπάνες τόκων υπερβαίνουν το δέκα τοις εκατό (10%) των φορολογητέων κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (κέρδη EBITDA). Πρόβλημα δημιουργείται με τα τραπεζικά δάνεια για τα οποία έχει χορηγηθεί οποιασδήποτε μορφής εγγύηση από συνδεδεμένο με την επιχείρηση μέρος, καθώς δεν εκπίπτουν οι τόκοι τραπεζικών δανείων. Είναι απαράδεκτο σε μία εποχή όπου τα επιτόκια κυμαίνονται σε πολύ υψηλά επίπεδα (πάνω από 7,5%) να μπαίνει ένα ανώτατο όριο έκπτωσης τόκων και να φορολογείται ως κέρδος η επιπλέον διαφορά τόκων που πράγματι έχουν καταβληθεί στα τραπεζικά ιδρύματα. Η εν λόγω διάταξη πέρα από το γεγονός πως κρίνεται αντιαναπτυξιακή, εξαιτίας του αποεπενδυτικού της χαρακτήρα, παράλληλα είναι άδικη καθώς προσαυξάνει πλασματικά τα φορολογικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων. Με αυτόν τον τρόπο στοχοποιούνται οι επιχειρήσεις με υψηλό δανεισμό, ενώ ταυτόχρονα δημιουργείται μία ανυπόστατη εικόνα για μη πληρωμή φόρων από κέρδη, τα οποία όμως οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις δεν πραγματοποίησαν ποτέ.

– Η μη δυνατότητα μεταφοράς ζημιών νομικών προσώπων εφόσον κατά τη διάρκεια μιας χρήσης επέρχεται μεταβίβαση μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 33%, αποτελεί μία ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα της επιχείρησης που ουδεμία σχέση έχουν με τις φορολογικές της υποχρεώσεις.

– Η μη αναγνώριση ως εκπίπτουσας δαπάνης της έκτακτης εισφοράς 10% των επιχειρήσεων για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αν και κατά το παρελθόν είχε δοθεί η δυνατότητα τμηματικής έκπτωσης. Εκφράζονται φόβοι για φορολόγηση πλασματικών κερδών των επιχειρήσεων, μία παράμετρος που τις οδηγεί σε αδιέξοδο και απόγνωση.

– Η ασαφής εικόνα που υπάρχει για την μη έκπτωση των μη καταβληθεισών ασφαλιστικών εισφορών όσο και με εκείνες που βρίσκονται σε ρύθμιση (πληρωμή ή δόσεις), δημιουργεί έντονη ανασφάλεια, εάν συνδυαστεί και με την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων.

– Ως κριτήριο προσδιορισμού της πραγματικής φορολογικής κατοικίας των επιχειρήσεων ορίζεται ο τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης (ο τόπος λήψης στρατηγικών αποφάσεων ως και η κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων/εταίρων). Η εν λόγω διάταξη εγκυμονεί κινδύνους καθώς ενδέχεται να θεωρηθεί φορολογική κατοικία εταιρειών εξωτερικού η Ελλάδα, επομένως η φορολόγηση των εισοδημάτων των προσώπων αυτών θα γίνει με το ελληνικό φορολογικό σύστημα.

2. Δημοτική αστυνομία και παρεμπόριο

Προβληματισμό δημιουργεί η κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας και η μετακίνηση των Δημοτικών Αστυνομικών στην ΕΛ.ΑΣ, αφού αποδεδειγμένα σε πολλές περιπτώσεις η Δημοτική Αστυνομία είχε εντοπίσει και περιορίσει το παρεμπόριο σε τοπικό επίπεδο. Υπενθυμίζουμε ότι το παρεμπόριο με τον άναρχο τρόπο που λειτουργεί σήμερα αποτελεί μία από τις κυριότερες εστίες φοροδιαφυγής, προσθέτοντας στην «σκιώδη οικονομία» ετήσιο τζίρο περίπου 20 με 25 δισ. ευρώ. Επειδή το κενό που θα προκύψει είναι τεράστιο και θα οδηγήσει σε ασυδοσία του παρεμπορίου, προτείνουμε την δημιουργία νέου τμήματος δίωξης παρεμπορίου στην ΕΛΑΣ, που θα ασχολείται αποκλειστικά με τον έλεγχο και την πάταξη της παράνομης υπαίθριας παρεμπορικής δραστηριότητας, σε συνεργασία με το ΣΔΟΕ και τους επίσημους φορείς του εμπορίου.

3. Διαμόρφωση του κατώτατου μισθού με υπουργική απόφαση

Με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, -αφού προηγηθεί κοινωνικός διάλογος- θα καθορίζεται από το 2017 ο εθνικός κατώτατος μισθός. Για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού θα λαμβάνονται υπόψη η ανεργία αλλά και η ανάπτυξη της χώρας, θα υπάρχει διαβούλευση μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων -με την υποστήριξη οικονομικών κέντρων και οργανισμών- ώστε στο τέλος Ιουνίου κάθε έτους να προσδιορίζεται το ύψος του κατώτατου μισθού. Η ΕΣΕΕ διατηρεί την πάγια θέση της ότι για ο καθορισμός του κατώτατου μισθού πρέπει να παραμείνει αντικείμενο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και να αποφασίζεται ελεύθερα μετά από διαπραγματεύσεις από τους κοινωνικούς εταίρους. Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση ήταν πάντοτε η κορωνίδα της κατοχυρωμένης από το άρθρο 22 του Συντάγματος αρχής της ελευθερίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Είναι απόληξη μίας επίπονης προσπάθειας πολλών δεκαετιών και είναι μία διαδικασία για την οποία όλοι οι κοινωνικοί εταίροι είμαστε υπερήφανοι. Η ΕΣΕΕ θεωρεί ότι η αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζομένους τα τελευταία χρόνια είναι το ισχυρότατο ανάχωμα στην περαιτέρω εμβάθυνση της ύφεσης και για το λόγο αυτό θεωρούμε ότι ο καθορισμός του κατώτατου μισθού πρέπει να παραμείνει στην δική μας αρμοδιότητα.

4. Κέντρο αναγκαστικής είσπραξης για τις οφειλές στα Ταμεία (για χρέη άνω των 5.000 ευρώ)

Σύμφωνα με το άρθρο 101 του Πολυνομοσχεδίου, δημιουργείται το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών αναγκαστικής είσπραξης οφειλών για τους ασυνεπείς υπόχρεους. Μάλιστα, από 1/7/2013 προβλέπεται η μεταφορά στον Κ.Ε.Α.Ο των χρεών άνω των 5.000 ευρώ προς το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και τον ΟΑΕΕ και από 1/1/2014 του ΟΓΑ και του ΕΤΑΑ. Επίσης, κάθε οφειλέτης θα αποκτάει μοναδικό ηλεκτρονικό αριθμό, ενώ παράλληλα θα παρακολουθείται η πληρωμή δόσεων και η ειδοποίηση των υπόχρεων ακόμη και με sms για την αναγκαστική είσπραξη. Η ΕΣΕΕ θεωρεί ότι οι «αναγκαστικοί οφειλέτες» του ΟΑΕΕ δεν έχουν ανάγκη από έναν «ασφαλιστικό Τειρεσία», ο οποίος θα επιταχύνει τον εγκλεισμό τους στις φυλακές (μοναδικό φαινόμενο στην ασφαλιστική νομοθεσία να φυλακίζεται ο επιχειρηματίας – οφειλέτης για οφειλές που αφορούν τον ίδιο). Τουναντίον, έχουν ανάγκη από στήριξη και ρεαλιστικές ρυθμίσεις που θα τους βοηθήσουν να επιβιώσουν μέσα στην συνεχή κρίση και ύφεση.

 

 

(Visited 1 times, 1 visits today)
By