Σάββατο, 4 Μαΐου, 2024

Ο Στουρνάρας επανέλαβε το χρονοδιάγραμμα για το χρέος

Έχει βελτιωθεί κατά πολύ η ανταγωνιστικότητα της χώρας, σημείωσε ο υπουργός Οικονομικών

stournaras zappeio

 

 

Στο ίδιο πλαίσιο με τα όσα συζητήθηκαν στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας κυμάνθηκε ο Γιάννης Στουρνάρας κατά τη διάρκεια ομιλίας του την Τετάρτη στην ετήσια Υπουργική Σύνοδο του ΟΟΣΑ στο Παρίσι.

«Η συζήτηση για το ελληνικό χρέος θα γίνει μετά την επόμενη αξιολόγηση της τρόικας και τα stress test των τραπεζών από την ΕΚΤ» σημείωσε μεταξύ άλλων ο υπουργός Οικονομικών αναφερόμενος στην εξέταση της τριμερούς των δανειστών που αρχίζει τον Σεπτέμβριο και στις ανακοινώσεις από τον Μάριο Ντράγκι, τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι οποίες αναμένονται το Νοέμβριο.

Σχολιάζοντας τις επιπτώσεις της τετραετούς λιτότητας ο κ. Στουρνάρας δήλωσε ότι «η προσαρμογή επετεύχθη με τεράστιο κοινωνικο-οικονομικό κόστος, με αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας και τη μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων κατά περίπου 30%».

 Αναλυτικά η τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών

«Είναι πολύτιμη η δουλειά που κάνει ο ΟΟΣΑ σε παγκόσμιο επίπεδο για την κατανόηση των μεγεθών των οικονομικών, αλλά και της λειτουργίας τους, καθώς μεταξύ τους είναι αλληλένδετες.

Στην Ελλάδα, τώρα που η οικονομία εξέρχεται από την κρίση, επιδιώκουμε να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη των συνεργειών με τους εταίρους μας, μέσω μιας νέας εξωστρεφούς αναπτυξιακής στρατηγικής για τη χώρα. Ο ΟΟΣΑ μας βοηθά στη χάραξη αυτή της στρατηγικής.

Οι δύο κύριες αιτίες της κρίσης, που είναι τα δίδυμα ελλείμματα -δηλαδή το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών- πλέον έχουν εξαλειφθεί. Το 2009 ήταν γύρω στο 15% του ΑΕΠ και τώρα έχουν σχεδόν μηδενιστεί.

Η ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί μετά από μια περίοδο τεσσάρων ετών επίπονων προσπαθειών για δημοσιονομική προσαρμογή και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αν δείτε, εξάλλου, τις προβλέψεις στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκδόθηκε τις προάλλες, και τις προβλέψεις του ΟΟΣΑ, διαπιστώνεται τεράστια βελτίωση- ίσως η πιο εντυπωσιακή στην ιστορία του Οργανισμού- τόσο σε επίπεδο δημοσιονομικού ελλείμματος όσο και στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και την ανταγωνιστικότητα.

Αν και οι δημοσιονομικές προσπάθειες και οι διαρθρωτικές αλλαγές συνεχίζονται, μπορούμε να δούμε το μέλλον με μεγαλύτερη αισιοδοξία, παρά το γεγονός ότι η προσαρμογή επετεύχθη με τεράστιο κοινωνικο-οικονομικό κόστος, με αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας και τη μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων κατά περίπου 30%.

Η Ελλάδα, ήδη, αργά και προσεκτικά επιστρέφει στις αγορές, είτε για τη κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του κράτους, είτε για την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών, είτε μέσω μεγάλων επιχειρήσεων.

Η χώρα στηριζόμενη στα επιτεύγματα των τελευταίων τεσσάρων ετών χαράσσει τώρα την αναπτυξιακή στρατηγική της. Αυτή η στρατηγική από πλευράς ζήτησης στηρίζεται στους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, στην ισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, στη μικρότερη κατανάλωση – δημόσια και ιδιωτική- στις μεγαλύτερες επενδύσεις και τις καθαρές εξαγωγές.

Από την πλευρά της προσφοράς, πρέπει να μετατοπιστούν πόροι από μη εμπορεύσιμους κλάδους προϊόντων και υπηρεσιών σε εμπορεύσιμους κλάδους: τουρισμό, πρωτογενή τομέα, μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, ενέργεια, logistics, φαρμακευτική βιομηχανία, βιομηχανία μετάλλων και δομικών υλικών, ναυτιλία, μεταφορές, τομείς στους οποίους η Ελλάδα έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που συνεχίζονται απαρέγκλιτα κάνουν την οικονομία πιο ευέλικτη και διευκολύνουν τη μετατόπιση των πόρων από μη εμπορεύσιμους κλάδους σε εμπορεύσιμους.

Αξιοσημείωτο, επίσης, είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, υψηλών προσόντων. Είναι μεγάλος ο αριθμός των Ελλήνων επιστημόνων που κατοικούν εντός και εκτός, με πληθώρα επιστημονικών δημοσιεύσεων ανάμεσα στις πιο εξέχουσες σε όλο τον κόσμο. Η πρόσκληση είναι να μετατρέψουμε αυτή την επιστημονική υπεραπόδοση σε καινοτομία, μέσω της κατάλληλης επιχειρηματικότητας και της σωστής τεχνικής βοήθειας.

Η εικόνα της Ελλάδας του μέλλοντος περιγράφεται με λεπτομέρειες στις τρεις μελέτες -McKinsey, ΙΟΒΕ και ΚΕΠΕ- που έχουμε παραγγείλει. Η μετάβαση στο νέο αναπτυξιακό μοντέλο αντιμετωπίζει δύο εμπόδια: Το πρώτο είναι η έλλειψη ρευστότητας, κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Πολλοί αναρωτιούνται γιατί οι εξαγωγές στην Ελλάδα δεν αυξάνονται γρήγορα. Οι ελληνικές εξαγωγικές εταιρίες δεν έχουν εξαγωγικές πιστώσεις λόγω της κρίσης και έτσι έχουν μείνει πίσω στις εξαγωγές.

Οι πρόσφατες θετικές οικονομικές εξελίξεις και οι μερική πρόσβαση στις αγορές δεν λύνει το πρόβλημα χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας. Η προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων, κυρίως από το εξωτερικό με τη μορφή επενδύσεων, παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του νέου αναπτυξιακού προτύπου. Η ρευστότητα στις ΜμΕ και ιδιαιτέρως σημαντική. Είναι ανάγκη να δημιουργήσουμε νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για την υποστήριξη τόσο των, ήδη, υπαρχουσών επιχειρήσεων, αλλά και των startups από νέους επιχειρηματίες, σε τομείς της σύγχρονης τεχνολογίας, αλλά και παραδοσιακούς, της ελληνικής οικονομίας.

Πέρα από την ανάληψη δράσης από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία και την ΕΤΕπ προσδοκούμε τη συμμετοχή και άλλων επενδυτών στο Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο. Ο Οργανισμός για την Ανάπτυξη (IfG) έχει τη μορφή ενός Ταμείου-ομπρέλα, που λειτουργεί κάτω από αυστηρά εμπορικά κριτήρια ιδιωτικού τομέα, για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη χρηματοδότηση έργων υποδομών.

Θα προσέδιδε μεγάλη ευελιξία η συμμετοχών νέων μελών και η δημιουργία άλλων ταμείων υπό την ομπρέλα του, για τη χρηματοδότηση έργων υψηλών προδιαγραφών σε διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Το αναπτυξιακό ταμείο έχει υπογράψει συμφωνίες με την γερμανική KfW και την ΕΤΕπ.

Το δεύτερο εμπόδιο είναι το ύψος του ελλείμματος, που είναι κληροδότημα του παρελθόντος. Τα δύο αίτια τους χρέους, που είναι τα δίδυμα ελλείμματα έχουν αντιμετωπιστεί. Το παρελθόν, όμως, μένει.

Η προσπάθεια ανάκαμψης θα διευκολυνόταν σε μεγάλο βαθμό αν οι αγορές θεωρούσαν ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, στην απόφαση του Eurogroup, του Νοεμβρίου 2012, οι εταίροι διατυπώνουν τη δέσμευσή τους, ότι εφόσον επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα, τότε θα λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Η Eurostat επιβεβαίωσε τον Απρίλιο ότι η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα και το Eurogroup, τη Δευτέρα, επαναβεβαίωσε τους σαφείς όρους την προηγούμενης απόφαση.

Η συζήτηση για το ελληνικό χρέος θα γίνει μετά την επόμενη αξιολόγηση της τρόικας και τα stress test των τραπεζών από την ΕΚΤ.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους εταίρους της Ελλάδας για όλη τη βοήθεια, χάρη στην οποία η χώρα κατόρθωσε να επιβιώσει από μια βαθιά κρίση και μπορεί τώρα να βλέπει το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία».

By