Παρασκευή, 3 Μαΐου, 2024

Το βάρος της αλλαγής

Γράφει η Αλεξάνδρα Σαγρή*

pasok9Αρκετές μέρες μετά την ξαφνική μετάβαση από μια τρικομματική κυβερνητική πλειοψηφία των φιλοευρωπαϊκών, συναινετικών πολιτικών δυνάμεων, της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ σε μια δικομματική κυβέρνηση, για χάριν της οποίας πολύς λόγος έγινε, πολύ μελάνι χύθηκε και αφού γλιτώσαμε την επικείμενη απειλή των πρόωρων εκλογών, φτάνουμε στο κρίσιμο σταυροδρόμι της ψήφισης του πολυνομοσχεδίου. Ενός σχεδίου νόμου, που περιλαμβάνει στις πηγές του τα επίμαχα θέματα της κινητικότητας των Δημοσίων υπαλλήλων, της διαθεσιμότητας, των απολύσεων.

Θέματα καυτά που προκαλούν το κοινό αίσθημα, που προκαλούν την κοινωνική αντίδραση και είναι πέρα για πέρα λογικό, μιας και πριν από μικρό χρονικό διάστημα, σχεδόν κανείς δε διανοούνταν να σκεφτεί, να ψιθυρίσει, να αναφέρει, να συζητήσει τα περί Δημοσίου, ανάγκης εξυγίανσης ή συρρίκνωσής του.

Αυτό που έντονα με προβληματίζει και προκαλεί τη σκέψη μου είναι το εξής:

Έχει παρατηρήσει κανείς ότι σχεδόν όλες οι δυνάμεις που απαρτίζουν το ελληνικό πολιτικό σύστημα, στις πιθανές εξαγγελίες και δεσμεύσεις τους μιλούσαν και ακόμη μιλούν για αλλαγή, μιλούν για εξυγίανση δομών, φορέων, πρακτικών, λογικών; Στο πλαίσιο αυτό καταδικάζουν καθετί παλιό, ακόμη και αν έχουν συνδράμει σε αυτό και αναζητούν κάτι νέο στον πολιτικό τους λόγο, προκειμένου να εμπνεύσουν τους πολίτες, να κερδίσουν κομμάτι της εμπιστοσύνης τους που θα μετατραπεί σε ψήφο και άρα σε αύξηση της εκλογικής τους επιρροής στο πολιτικό γίγνεσθαι.(Κάποιοι αναζητούσαν την αλλαγή μέσα από το Ζάππειο 1,2,3, άλλοι επιδιώκουν τη δική τους αλλαγή για την αύξηση του εκλογικού τους ποσοστού, μέσω της αυτοδιάλυσης των συνιστωσών τους, των διαφορετικών φωνών και τη δημιουργία ενιαίου κόμματος για να αισθανθούν πιο κοντά στην εξουσία, άλλοι είναι ξεκάθαροι και λένε ότι η αλλαγή είναι εκτός Ευρωζώνης, μακριά από καπιταλιστικές πρακτικές και άλλοι έχοντας πληρώσει το πολιτικό τίμημα των επιλογών τους όταν ήταν στην εξουσία, προσπαθούν να κρατηθούν στην επικαιρότητα και να είναι εντός του παιχνιδιού, προσπαθώντας να αλλάξουν πολλά. Όλοι καταλαβαίνουν φυσικά σε ποιους αναφέρομαι στις παραπάνω περιπτώσεις).
Αυτή η ανάγκη όμως για αλλαγή, την οποία όλοι διαμηνύουν και ενστερνίζονται πόσο αληθινά κίνητρα έχει;

Και πέρα από τα κίνητρα αληθή ή μη, κατά πόσο μπορεί να επέλθει, όταν εμείς οι πολίτες δεν είμαστε διατεθειμένοι για την αλλαγή στην ουσιαστική της έννοια;

Καλώς ή κακώς το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του γαλούχησε γενιές και γενιές, να σκέφτονται, να λειτουργούν με γνώμονα το ατομικό και όχι το συλλογικό συμφέρον. Να μη δρουν πολιτικά. Εξέθρεψε την κακή έννοια του συνδικαλισμού που είχε σα στόχο το «βόλεμα», την προώθηση των ημετέρων σκοπών και όχι την προώθηση των συμφερόντων του κάθε κλάδου, μέσω της ανιδιοτελούς θέλησης για προσφορά, για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας.

Δημιούργησε ελπίδες, εκεί που δεν υπήρχε χώρος γι’ αυτές, πολλαπλασίασε θέσεις εργασίας εκεί όπου έπρεπε να περιοριστούν, αύξησε τον αριθμό των «ευνοούμενων» και διαμόρφωσε μια φούσκα προσδοκιών, έναν ψεύτικο παράδεισο ευημερίας.

Πόσο όμως θα άντεχε αυτό το οικοδόμημα που έκτισαν τόσο οι κυβερνήσεις, όσο και οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης(αναλογικά βέβαια λαμβάνονται οι ευθύνες);Όλοι βολεύονταν σε αυτό το πεδίο, δεν αναλάμβαναν το πολιτικό κόστος της αλλαγής που έπρεπε να υπάρξει, όλοι ανεξαιρέτως συντηρούσαν την εκλογική τους πελατεία.

Το οικοδόμημα τώρα καταρρέει και μαζί του καταρρέουν οι ελπίδες τόσων ανθρώπων για δημιουργία και ευημερία, αλλά γιγαντώνονται η αβεβαιότητα και η αγωνία για το μέλλον.

Άραγε τόσοι άνθρωποι που θα μπουν σε κινητικότητα ή διαθεσιμότητα δεν τοποθετήθηκαν με υπουργικές αποφάσεις στις θέσεις τους;

Δε σχημάτισαν και διαμόρφωσαν τις ζωές τους με βάση τα δεδομένα τους;
Δεν τους γαλούχησε η πολιτεία με μια συγκεκριμένη λογική;
Τώρα γιατί τους μετακινεί ή στη χειρότερη τους διώχνει;

Η απάντηση είναι γιατί εκεί όπου βρίσκονταν ποτέ τους δε χρειάζονταν.
Η απάντηση είναι γιατί ποτέ δεν είχε γίνει σωστός, οργανωτικός σχεδιασμός για να διαφανεί πόσοι υπάλληλοι απαιτούνταν και σε ποια πόστα.

Τώρα το κράτος τους προδίδει, αφήνοντάς τους τόσο καιρό να ελπίζουν σε μια μονιμότητα, γιατί δεν έχει άλλα περιθώρια χάριτος.
Γιατί οι εταίροι παρακολουθούν, πιέζουν, απαιτούν.

Γιατί όμως εμείς ως κράτος δεν ήμασταν ποτέ εταίρος των πολιτών, δεν προβλέψαμε τα προβλήματα των κακών πρακτικών, δεν αναλάβαμε νωρίτερα τη σωστή οργάνωση μιας οργανωμένης ευνομούμενης πολιτείας;
Τέρμα όμως τα γιατί και η μεμψιμοιρία, καθώς η άρνηση και η αρνητικότητα δεν οδηγούν πουθενά.
Τα δεδομένα είναι αυτά, το ζητούμενο είναι ο τρόπος αντιμετώπισης, η λύση.

Η λύση είναι όντως η αλλαγή πρώτα της δικής μας νοοτροπίας ως μέλη αυτού του κοινωνικού συνόλου, ως πολίτες αυτής της χώρας σε κρίση. Μπορεί να έχουμε υποστεί σοκ από όλες αυτές τις ραγδαίες εξελίξεις που συμβαίνουν γύρω μας, αλλά επιβάλλεται να αποκτήσουμε πεποίθηση πως μπορούμε να συμβάλλουμε, να συνδράμουμε να αναλάβουμε κι εμείς ευθύνες, να μην κρίνουμε μόνο, αλλά και να πράττουμε, να οδηγήσουμε εμείς, ο καθένας από τη μεριά του, από τη θέση του, στην αλλαγή, στην ανάπτυξη, στην πρόοδο αυτού του τόπου.

Η αλλαγή στη σκέψη μας θα καθορίσει και τις επιλογές μας. Απέχοντας απλά και μη συμμετέχοντας μεταβιβάζοντας το βάρος των αποφάσεων και των ευθυνών σε άλλους που έχουν το θάρρος να αναλάβουν ευθύνες και να ασκήσουν πολιτική, κάνουμε μια τρύπα στο νερό.

Πρέπει ο καθένας μας να δει τα πράγματα σφαιρικά, αποστασιοποιημένος από ατομικές λογικές και παραδείγματα και από μικροπολιτικά συμφέροντα και να ωθήσουμε εμείς οι ίδιοι το κράτος στην αλλαγή.

Να απαιτήσουμε την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης, διαφάνειας, δικαιοσύνης μεταξύ μας και με την κοινωνία, να γνωρίζουμε και να νιώθουμε ότι μας αντιμετωπίζουν ακριβοδίκαια ως ολοκληρωμένα μέλη μιας υγιούς πολιτείας.

Για να το πράξουμε πρέπει να συνεργαστούμε. Και στο σημείο αυτό θέλω να τονίσω τη σημασία της ύπαρξης των κυβερνήσεων συνεργασίας σε μια εποχή που οι μονομερείς κυβερνητικές πλειοψηφίες είναι και θα πρέπει να είναι παρελθόν.

Η αξία του συμπράττειν, χωρίς να αποποιούμαστε παράλληλα την ιδεολογική μας ταυτότητα, τις αρχές μας και τις αξίες μας, το πολιτικό μας πλαίσιο, κάτω από μια προγραμματική συμφωνία, έχει πολύ μεγάλη σημασία, όταν η κρίση την οποία βιώνουμε δεν έχει μόνο χαρακτήρα οικονομικό, πολιτικό, αλλά και ηθικό. Είναι κρίση αρχών και αξιών και συνεπώς η ίδια η πόλη, οι πολιτικοί της πρέπει με ευθύνη και συναίσθηση του έργου τους να χαράξουν σωστή πορεία και να γαλουχήσουν εκ νέου τις νέες γενιές να σκέπτονται προτού κρίνουν, να διαλογίζονται, να προβληματίζονται, να εκφράζονται, να διεκδικούν ειρηνικά, να παλεύουν για τα δικαιώματά τους, να οραματίζονται το μέλλον τους, να παλεύουν για αυτό δρώντας πολιτικά, να συνεργάζονται.

Η αλλαγή είναι στο χέρι μας, χωρίς ενδοιασμούς, φόβους, με πίστη και αγώνα, όπως ο αείμνηστος Γιώργος Γεννηματάς φώναξε.

*Η Αλεξάνδρα Σαγρή είναι δασκάλα, υποψ.Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών, υποψ. Βουλευτής ΠΑ.ΣΟ.Κ Β’ Αθήνας.

(Visited 1 times, 1 visits today)
By