Ομάδες αλλάζουν χέρια σ’ ένα βράδυ, κολοσσοί του παγκόσμιου αθλητισμού, όπως οι Λος Αντζελες Λέικερς, πωλούνται έναντι 10 δισ. δολαρίων και μεγάλο μέρος των ποδοσφαιρικών κλαμπ της Ευρώπης ανήκουν σε Αμερικανούς, Ασιάτες και επενδυτικά funds από τη Μέση Ανατολή. Ενώ λοιπόν όλα αυτά συμβαίνουν στο παγκόσμιο αθλητικό στερέωμα, στην Ελλάδα ο «αυτοκράτορας» του μπάσκετ, ο Αρης, αλλάζει χέρια με τις ευλογίες του Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Ο Ρίτσαρντ Σιάο θα είναι σε λίγες ημέρες το νέο αφεντικό στον μπασκετικό Αρη και έρχεται για να τον βγάλει από τον λήθαργο των τελευταίων ετών και να τον βάλει ξανά στις ράγες των επιτυχιών. Ο 24χρονος Ασιάτης επιχειρηματίας αναζητούσε από καιρό μια ομάδα μπάσκετ στην Ευρώπη για να την αγοράσει και να την απογειώσει.
Ο Σιάο είναι ιδρυτής (το 2020) και διευθύνων σύμβουλος του RHC Group, ενός αθλητικού και ψυχαγωγικού fund το οποίο έχει ως προτεραιότητα τις επενδύσεις στον επαγγελματικό αθλητισμό και όχι μόνο. Ο εν λόγω όμιλος αποτελείται από την RHC Investments Holdings και την RHC Initiatives, η οποία λειτουργεί ως φιλανθρωπική θυγατρική.
Η έδρα της εταιρείας του είναι στη Νέα Υόρκη αλλά εκείνος ταξιδεύει συχνά πυκνά στο Μιλγουόκι. Είναι φανατικός φίλος των Μπακς και συνδέεται με χρόνια και βαθιά φιλία με την οικογένεια Αντετοκούνμπο. Ηταν μάλιστα εκεί όταν οι Μπακς με κορυφαίο τον Γιάννη κέρδισαν το πρωτάθλημα το 2021 και έχει δηλώσει πως του αρέσει να κάνει παρέα και να ταξιδεύει με τα αδέλφια.
Ο Ρίτσαρντ Σιάο, που έχει ως στόχο να επενδύσει και στο ΝΒΑ, έψαχνε μια ομάδα στην Ευρώπη για να εισέλθει στον χώρο του μπάσκετ. Είναι, άλλωστε, θέμα χρόνου να πάρει σάρκα και οστά και η επένδυση του NBA στην Ευρώπη. «Αυτή τη στιγμή, λόγω της ηλικίας μου και όλων αυτών των πραγμάτων, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή. Πρώτα απ’ όλα, δεν έχω τόση εμπειρία. Θέλω να μάθω. Θέλω να μάθω τα πάντα και ίσως στο εγγύς μέλλον, σε 5-10 χρόνια, ποιος ξέρει… Ισως σε 20 χρόνια. Φυσικά και θέλω να επενδύσω σε μια ομάδα του NBA, επειδή δεν πρόκειται για επένδυση, αλλά για το ότι αγαπώ το άθλημα, αγαπώ το μπάσκετ», είχε αναφέρει σε συνέντευξή του σε εφημερίδα στο Μιλγουόκι.
Την ιδέα να αγοράσει τον Αρη τού την έβαλαν δύο οικονομολόγοι και φίλοι της ομάδας: ο Βύρων Αντωνιάδης, ο πατέρας του οποίου ήταν παράγοντας του Αρη, και ο Αγαπητός Διακογιάννης – αμφότεροι συνεργάζονται με το fund του Σιάο. Ο επενδυτής ήθελε μια ομάδα με ιστορία, με κόσμο, με γήπεδο και ο Αρης ήταν η κατάλληλη. Για να προχωρήσει πήρε το πράσινο φως από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο ο οποίος γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα στην Ελλάδα και φυσικά τη δυναμική του Αρη.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπάρχουν, ο Σιάο αγόρασε τον Αρη έχοντας πλάνο πενταετίας. Πρώτα θα τελειώσει με τα χρέη του και εν συνεχεία, από την πρώτη χρονιά, θα αυξήσει κατά 50% το μπάτζετ. Στόχος είναι να φτιαχτεί μια ανταγωνιστική ομάδα και έχει επιλεγεί ο Νίκος Ζήσης για να τη δημιουργήσει από τη θέση του General Manager (GM). Ο παλαίμαχος μπασκετμπολίστας είναι και GM στην Εθνική Ελλάδας και συνδέεται με χρόνια φιλία με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Απώτερος στόχος είναι η συμμετοχή στη Euroleague μέσω του EuroCup. Παράλληλα με τον Αρη τρέχει μια άλλη σημαντική πώληση στην Ελλάδα. Ο Αλγερινός Χαγιά Χασίν, ο οποίος έχει ένα διευρυμένο επιχειρηματικό πεδίο (από τον τομέα της Υγείας και της Φαρμακευτικής και τα αγροτικά προϊόντα μέχρι εταιρεία εκπροσώπησης αθλητών), θα μπει στη ζωή μας πιθανότατα ως ο νέος ιδιοκτήτης του Ατρομήτου αγοράζοντας την ποδοσφαιρική ομάδα του Περιστερίου από τον Γιώργο Σπανό.
Προς στιγμήν, η υπόθεση βρίσκεται στον… αέρα βέβαια καθώς σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση της ομάδας του Περιστερίου το βράδυ της Κυριακής, «η πλευρά του ενδιαφερόμενου επενδυτή ζήτησε ένα χρονικό περιθώριο προκειμένου να εκπληρώσει τους όρους της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί το προηγούμενο διάστημα και έπειτα να προχωρήσει και στην τυπική ολοκλήρωση της μεταβίβασης». Ως εκ τούτου, για την ώρα δεν είναι τίποτα δεδομένο και για αυτή την υπόθεση.
Τα νούμερα που ζαλίζουν
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των κορυφαίων διεθνών επενδυτικών οίκων, αλλά και με τις μελέτες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ο αθλητισμός είναι η 9η μεγαλύτερη βιομηχανία παγκοσμίως (η οποία πέρα από τους αθλητές και τις ομάδες περιλαμβάνει διάφορους τομείς που εκτείνονται από τα μέσα ενημέρωσης και το μάρκετινγκ έως τις πωλήσεις εμπορευμάτων και αθλητικών ενδυμάτων).
Τα έσοδα της βιομηχανίας ανέρχονται το 2024 σε 2,626 τρισ. ευρώ (!), παρουσιάζοντας αύξηση της τάξεως του 16% μέσα σε τέσσερα χρόνια, η οποία αν μη τι άλλο είναι εντυπωσιακή (ειδικά αν σκεφτούμε ότι σε αυτό το διάστημα υπήρχαν η πανδημία και οι πολεμικές συγκρούσεις που ουσιαστικά άφησαν τη Ρωσία έξω από τον αθλητικό χάρτη).
Λέικερς Vs Σέλτικς
Είναι τα δύο μεγαλύτερα franchise στην ιστορία του αμερικανικού μπάσκετ (και αθλητισμού γενικότερα), με την αντιπαλότητά τους να ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας του ’50.
Είναι οι δύο ομάδες με τους περισσότερους τίτλους στο NBA, καθώς οι Σέλτικς έχουν 18 πρωταθλήματα και οι Λέικερς 17 (τα 12 στο Λος Αντζελες και τα 5 στη Μινεάπολη), οι μεταξύ τους τελικοί έχουν αφήσει ιστορία και πλέον είναι οι δύο ομάδες που πουλήθηκαν πιο ακριβά από κάθε άλλη στην ιστορία των σπορ (απομένει η τυπική έγκριση από το συμβούλιο των ιδιοκτητών του NBA).
Η αρχή έγινε με τους Σέλτικς που πωλήθηκαν από τους αδελφούς Γκρούσμπεκ (είχαν την ομάδα από το 2002) σε μια ομάδα επενδυτών της οποίας ηγείται ο Γουίλιαμ Τσίσολμ. Ο ίδιος είναι επικεφαλής της Symphony Technology Group, μιας εταιρείας ιδιωτικών κεφαλαίων που διαχειρίζεται περίπου 10 δισ. δολάρια και εξειδικεύεται στην ανάπτυξη επιχειρήσεων λογισμικού. Ο Τσίσολμ και οι συνέταιροί του πλήρωσαν 5,21 δισ. ευρώ για να αγοράσουν τους Πράσινους της Βοστόνης, δημιουργώντας νέο ρεκόρ και αφήνοντας στη δεύτερη θέση τους Ουάσινγκτον Κομάντερς (ομάδα του αμερικανικού ποδοσφαίρου) με 5,17 δισ. ευρώ.
Προτού καν επικυρωθεί η αγοραπωλησία από το NBA, το ρεκόρ καταρρίφθηκε καθώς την προηγούμενη εβδομάδα o Μαρκ Γουόλτερ, ιδρυτής της TWG Global, συμφώνησε για την εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών των Λος Αντζελες Λέικερς από την οικογένεια Μπας αντί 8,54 δισ. ευρώ (10 δισ. δολάρια) προκαλώντας σοκ στο ΝBA. Ο Γουόλτερ, μόλις επικυρωθεί η συναλλαγή, θα γίνει ο απόλυτος αθλητικός άρχοντας του Λος Αντζελες, καθώς από το 2012 είναι ο ιδιοκτήτης της ομάδας μπέιζμπολ Λ.Α. Ντότζερς, η οποία κατέκτησε φέτος το πρωτάθλημα.
Σίγουροι για την απόσβεση
Στην Αμερική κανένας επιχειρηματίας, όσο τρελός κι αν είναι με κάποιο σπορ ή μια ομάδα, δεν επενδύει σ’ αυτά αν δεν βλέπει ότι υπάρχει περιθώριο κέρδους. Κι αυτό ακριβώς ισχύει και στις παραπάνω περιπτώσεις. Τη σεζόν 2023-2024 οι Σέλτικς είχαν έσοδα 420 εκατ. δολαρίων και οι Λέικερς 445 εκατ., ωστόσο αυτά τα νούμερα αναμένεται να εκτοξευτούν από την επόμενη σεζόν, καθώς θα τεθεί σε ισχύ η νέα συμφωνία της λίγκας (διάρκειας 11 ετών) με την Disney, την Amazon και το NBC, συνολικής αξίας 75 δισ. δολαρίων.
Ταυτόχρονα, όμως, οι δύο νέες ιδιοκτησίες προσβλέπουν και σε άλλες πηγές εσόδων ποντάροντας στο γεγονός ότι έχουν πλέον στην κατοχή τους παγκόσμια brand names και φυσικά στις νέες τεχνολογίες (που είναι το απαραίτητο εργαλείο για τη μεγιστοποίηση του fan engagement που εξηγήσαμε παραπάνω). Στη λίστα με τις 10 ακριβότερες αγοραπωλησίες αθλητικών συλλόγων στον κόσμο κυριαρχούν οι λίγκες των ΗΠΑ (NBA, NFL, MLB), καθώς το μπάσκετ έχει έξι θέσεις, το αμερικανικό ποδόσφαιρο δύο και το μπέιζμπολ μία.
Το ποδόσφαιρο, παρόλο που είναι ο «βασιλιάς των σπορ» παγκοσμίως, κατέχει μία θέση, με την Τσέλσι να είναι το 4ο πιο ακριβοπληρωμένο ντιλ μετά την εξαγορά της από το επενδυτικό σχήμα στο οποίο ηγείται ο Τοντ Μπόελι. Πώς συνδέεται ο Αμερικανός επιχειρηματίας με όλα όσα έχουμε προαναφέρει; Ο ισχυρός άνδρας της Τσέλσι από το 2021 είχε αγοράσει μαζί με τον Γουόλτερ το 27% των μετοχών των Λέικερς, ενώ ο δεύτερος συμμετείχε με μεγάλο ποσοστό στο επενδυτικό fund που πήρε την Τσέλσι από τον Ρομάν Αμπράμοβιτς.
Σ’ αυτό το σημείο στο κάδρο των παγκόσμιων επενδύσεων στον χώρο του αθλητισμού μπαίνουν και οι Αραβες. Τον περασμένο Απρίλιο, δύο μήνες πριν από την εξαγορά των Λέικερς, η TGW Global του Μαρκ Γουόλτερ υπέγραψε στρατηγική συνεργασία με τη Mubadala Capital, το κρατικό fund του Αμπού Ντάμπι, το οποίο έχει υπό τον έλεγχό του όλο το City Group, στο οποίο, μεταξύ άλλων, ανήκει και η Μάντσεστερ Σίτι.
Ο CEO του Mubadala Capital είναι ο Χαλντόν Χαλίφα αλ Μουμπάρακ και ο αδελφός του Μοχάμεντ είναι πρόεδρος του πανίσχυρου Οργανισμού Πολιτισμού και Τουρισμού του Αμπού Ντάμπι. Αμφότεροι σπούδασαν στις ΗΠΑ, ήταν φανατικοί οπαδοί των Λος Αντζελες Λέικερς και τον περασμένο Οκτώβριο ο Μοχάμεντ σε συνέντευξή του στο ESPN (με αφορμή τους αγώνες του NBA που φιλοξενούνται στο εμιράτο) είχε αποκαλύψει: «Φυσικά και μας ενδιαφέρει η προοπτική να αποκτήσουμε κάποια στιγμή το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών μιας ομάδας του NBA. Εχουμε δείξει μ’ αυτά που έχουμε πετύχει με το City Group τι σημαίνει για εμάς η επένδυση στον αθλητισμό».
Με τους κανονισμούς στο NBA να είναι ιδιαίτερα αυστηροί και να επιτρέπουν σε κρατικά επενδυτικά ταμεία να κατέχουν έως το 20% των μετοχών μιας ομάδας, οι Αραβες, αφού έχουν ρίξει πολλά εκατομμύρια σε χορηγίες, βρήκαν το… όχημα να εισβάλουν και στον μαγικό κόσμο του NBA.
Το ποδοσφαιρικό πάρε-δώσε
Οι αγοραπωλησίες στο NBA έχουν πάρει τη μορφή… επιδημίας τα τελευταία χρόνια (Ντάλας Μάβερικς, Φοίνιξ Σανς, Μινεσότα Τίμπεργουλβς, Μιλγουόκι Μπακς). Η αλήθεια είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια Αμερικανοί επενδυτές έχουν απλώσει τα δίχτυα τους στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και συνεχίζουν να το κάνουν, συνεπικουρούμενοι άλλοτε από Ρώσους (Αμπράμοβιτς), άλλοτε από Κινέζους (στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας κυρίως στην Premier League, αλλά και στην Ιντερ) και εσχάτως από Αραβες.
Οι λόγοι για τους οποίους επενδύουν στο… soccer διαφέρουν. Το κέρδος είναι ο Νο 1 κανόνας (γι’ αυτό και μετά την πανδημία αυξήθηκαν εντυπωσιακά οι εξαγορές προβληματικών ομάδων), ενώ όσο περίεργο κι αν ακούγεται πολλές φορές είναι πιο οικονομικό να επενδύσεις στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο απ’ ό,τι στο MLS!
Παράδειγμα: η Ρεάλ Σολτ Λέικ (ομάδα του MLS) πωλήθηκε για 511 εκατ. ευρώ, ενώ η Νιούκαστλ (με την τεράστια βάση οπαδών και ένα εκπληκτικό γήπεδο που είναι sold out σε κάθε ματς) αγοράστηκε από τους Αραβες αντί 341 εκατ. ευρώ. Ετσι, έχουμε φτάσει τρεις από τις πέντε πρώτες ομάδες της Premier League να ανήκουν σε Αμερικανούς (Λίβερπουλ, Αρσεναλ, Τσέλσι), ενώ με την εξαγορά της Εβερτον από την οικογένεια Φρέντκιν το 50% της Α’ κατηγορίας (10 στις 20 ομάδες) έχει εξαγοραστεί από επιχειρηματίες ή funds από τις ΗΠΑ. Στις, δε, άλλες τρεις επαγγελματικές κατηγορίες της Αγγλίας, 23 από τις 72 ομάδες ανήκουν σε Αμερικανούς…
Στην Ισπανία το 50% των ομάδων της Β’ κατηγορίας έχουν επενδυτές από την αμερικανική ήπειρο (κυρίως όμως από τη Λατινική Αμερική), ενώ έξι ομάδες από τη La Liga έχουν παραχωρήσει μέρος (ή το σύνολο) του μετοχικού τους κεφαλαίου σε ξένους επενδυτές.
Στη Γαλλία ξεχωρίζει το παράδειγμα της Παρί Σεν Ζερμέν, της πρώτης ομάδας που παραχωρήθηκε σε κρατικό επενδυτικό fund (Κατάρ), ενώ Μαρσέιγ και Λιόν ανήκουν σε Αμερικανούς (με την τελευταία πάντως να βρίσκεται ένα βήμα πριν από τον υποβιβασμό καθώς ο επικεφαλής του επενδυτικού σχήματος Τζον Τέξτορ -με εμπλοκή στη βραζιλιάνικη Μποταφόγκο και έως πρόσφατα στην αγγλική Κρίσταλ Πάλας- δεν έπεισε την αρμόδια επιτροπή για τη βιωσιμότητα της επένδυσης). Στην Ιταλία επίσης 10 ομάδες έχουν ξένους ιδιοκτήτες, με τους οκτώ να προέρχονται από τις ΗΠΑ, έναν από τον Καναδά, ενώ η Κόμο ανήκει σε επιχειρηματικό γκρουπ από την Ινδονησία.