Κυριακή, 11 Μαΐου, 2025

Άννα Λορένη: Από την πίστα του Frangelico στο… real estate του Ντουμπάι

Η Άννα Λορένη, πρώην τραγουδίστρια, δεν κρύβει τους λόγους για τους οποίους εγκατέλειψε την πίστα και μετανάστευσε στο Ντουμπάι. Όχι για την περιπέτεια, ούτε για την καριέρα με την κλασική έννοια, αλλά γιατί ήθελε να ζει με περισσότερα χρήματα.

«Τη ζωή μου ήθελα να τη ζήσω αλλιώς. Να βγάλω χρήμα. Γι’ αυτό άφησα την Ελλάδα και το τραγούδι» ανέφερε.

Η κρίση στην Ελλάδα, η επαγγελματική αβεβαιότητα στον χώρο του θεάματος και μια εσωτερική ανάγκη για αλλαγή, την ώθησαν, όπως λέει στο ΘΕΜΑ, σε μια απόφαση ζωής: να χτίσει κάτι δικό της, μακριά από τη σκηνή και τα φώτα.

Η αφετηρία της, ωστόσο, δεν είχε τίποτα το ρομαντικό. Έφυγε μόνη. Δεν είχε συγγενείς στο εξωτερικό, δεν υπήρχε κάποιο επαγγελματικό δίκτυο που θα την υποδεχόταν, ούτε φίλοι που θα την αγκάλιαζαν σε μια ξένη, άγνωστη πόλη.

Το Ντουμπάι, το οποίο φαντάζει για πολλούς ως σύγχρονη Μέκκα ευκαιριών, την υποδέχτηκε χωρίς καμία υπόσχεση. Εκεί όπου χτίζονται ουρανοξύστες με ιλιγγιώδη ταχύτητα και οι επενδυτικές ροές δεν σταματούν ούτε λεπτό, η πραγματικότητα είναι διαφορετική για εκείνους που έρχονται από το μηδέν.

Πρόκειται για έναν τόπο που λειτουργεί ως μαγνήτης για εκατομμυριούχους, φιλόδοξους expats, πωλητές ονείρων και «κυνηγούς ευκαιριών» απ’ όλο τον κόσμο, έναν τόπο όμως όπου τίποτα δεν προσφέρεται απλόχερα.

Η Άννα ξεκίνησε από το μηδέν. Άγνωστη γλώσσα, άλλη κουλτούρα, νέο νόμισμα, διαφορετικές επαγγελματικές συνθήκες. Όπως περιγράφει στο ΘΕΜΑ, οι πρώτες εβδομάδες της ήταν ένας καθημερινός αγώνας: δωδεκάωρες βάρδιες, έντονο στρες και αμφιβολίες για το αν άξιζε αυτή η μετάβαση.

Η πρώτη της πώληση, όπως η ίδια ισχυρίζεται, ήρθε εντελώς τυχαία. Μια αυθόρμητη χειρονομία – ένα μπουκάλι νερό σε έναν άγνωστο – αποδείχθηκε καθοριστική.

Ο άγνωστος αποδείχθηκε πελάτης με οικονομική επιφάνεια και η συμφωνία έκλεισε για ακίνητο αξίας δύο εκατομμυρίων ευρώ. «Ήταν η πρώτη επιβεβαίωση ότι κάτι μπορεί να χτιστεί κι εδώ», λέει.

Η αγορά ακινήτων στο Ντουμπάι είναι, αναμφίβολα, δυναμική. Με μηδενική φορολογία, υψηλές αποδόσεις και διαρκή οικοδομική δραστηριότητα, προσελκύει κάθε χρόνο δεκάδες χιλιάδες επενδυτές.

Είναι όμως ταυτόχρονα ένας χώρος που λειτουργεί χωρίς δίχτυ ασφαλείας, σε μια κοινωνία χωρίς κοινωνικά δικαιώματα όπως τα γνωρίζουμε στην Ευρώπη. Το ρίσκο δεν είναι θεωρητικό – είναι καθημερινό και πραγματικό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπως αφηγείται η ίδια, είναι μια επαγγελματική συμφωνία που τη στρέσαρε πάρα πολύ.

Πελάτης από το εξωτερικό πλήρωνε μέσω κρυπτονομισμάτων, ενώ η ίδια είχε ήδη εκδώσει επιταγές στο Ντουμπάι. Αν η μεταφορά καθυστερούσε ή αποτύγχανε, θα όφειλε η ίδια ένα υπέρογκο ποσό. «Τα πέντε πιο αγχωτικά λεπτά της ζωής μου», παραδέχεται.

Από τότε έχουν περάσει χρόνια. Η Άννα Λορένη έχει σταθεροποιηθεί στον χώρο του real estate, διαχειρίζεται σημαντικά χαρτοφυλάκια ακινήτων και έχει αποκτήσει πελατολόγιο που εκτείνεται σε πολλές χώρες. Η καθημερινότητά της, αυστηρά δομημένη, περιλαμβάνει γυμναστική, γραφείο, ραντεβού και επισκέψεις σε έργα.

Όπως σημειώνει, η ενέργεια του Ντουμπάι την κρατά σε διαρκή κίνηση – «ένα οικοσύστημα που δεν επαναπαύεται ποτέ».

Αλλά το Ντουμπάι δεν είναι για όλους. Η ίδια το χαρακτηρίζει δίκαιο, μα στην πράξη η πόλη έχει τη φήμη ενός τόπου σκληρού, ακόμα και επικίνδυνου, για όποιον αποτύχει να ανταποκριθεί στον ρυθμό της.

Ένα οικονομικό Ελντοράντο για όσους πετυχαίνουν, αλλά και μια «χρυσή φυλακή» για εκείνους που δεν καταφέρνουν να σταθούν. «Εδώ τίποτα δεν σου χαρίζεται, αλλά αν δουλέψεις και προσπαθήσεις, μπορείς να πετύχεις», λέει.

Ωστόσο, δεν αγνοεί τις ιδιαιτερότητες: η μοναξιά, η απουσία οργανωμένης ελληνικής κοινότητας, η δυσκολία σύνδεσης με ανθρώπους. Το κοινωνικό πλαίσιο είναι περιοριστικό, οι δομές ασφάλειας προσωπικής ζωής, όπως τις ξέρουμε, ανύπαρκτες.

Σήμερα, εκτός από τη δουλειά της, λέει ότι θέλει να εμπνεύσει και άλλες γυναίκες να κυνηγήσουν τα όνειρά τους. «Θέλω να δείξω ότι γίνεται. Όχι επειδή όλα πήγαν τέλεια – αλλά επειδή δεν τα παράτησα».

Πιστεύει ότι μια γυναίκα μπορεί να σταθεί επαγγελματικά στο Ντουμπάι, αρκεί να είναι διατεθειμένη να αντέξει τη μοναξιά και την πίεση. Η προσωπική της ζωή, λιγότερο ορατή, παραμένει στο περιθώριο.

«Μου λείπει η Ελλάδα. Οι άνθρωποι, τα φαγητά, η θάλασσα, τα μπουζούκια. Όμως εδώ είναι το μέλλον. Τουλάχιστον το δικό μου».

Στο Ντουμπάι, η έννοια της ασφάλειας δεν αποτελεί πολυτέλεια – είναι δεδομένο. Οι νόμοι είναι αυστηροί, οι θεσμοί λειτουργούν με πειθαρχία και οι παραβάσεις δεν συγχωρούνται εύκολα. Η γυναίκα, η επαγγελματίας, ο άνθρωπος που εργάζεται σκληρά, προστατεύεται.

Οι περισσότεροι φροντίζουν να κρατούν αποστάσεις, να φέρονται με σεβασμό, να μην ξεπερνούν όρια – όχι από καλοσύνη, αλλά γιατί γνωρίζουν τις συνέπειες.

Ωστόσο, πίσω από αυτή τη στιλπνή πρόσοψη, υπάρχουν και γκρίζες ζώνες. Στιγμές που δοκιμάζουν τα όρια της επαγγελματικής αξιοπρέπειας. «Έχει τύχει πελάτης να με καλέσει σε ιδιωτικό πάρτι. Όταν αρνήθηκα ευγενικά, μου απάντησε: «Μόλις έχασες το deal». Και πράγματι, το έχασα» καταλήγει η Άννα.

By