Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024

Απάνθρωπο

Του Χρήστου Χωμενίδη 

Η μία από τις δύο μεγαλύτερες εταιρείες διανομής γευμάτων έστειλε μήνυμα σε κάποια από τα «delivery boys” της, με το οποίο τους ανακοίνωνε ότι εάν δεν συναινέσουν σε αλλαγή εργασιακού καθεστώτος, εάν δεν δεχθούν να γίνουν «free lancers” -όπως κατ’ευφημισμόν το ονόμαζε- θα πάψει να συνεργάζεται μαζί τους. Οι αποδέκτες το κοινοποίησαν στο διαδίκτυο. Οι αντιδράσεις των συνδεδεμένων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολιτών στάθηκαν άμεσες και εντονότατες. Χιλιάδες ίσως διέκοψαν τη συνδρομή τους. Κατήργησαν την ψηφιακή εφαρμογή από το κινητό ή το κομπιούτερ τους. Η εταιρεία έκανε, ακαριαία σχεδόν, πίσω. Το γεγονός χαιρετίστηκε -και δικαίως- ως νίκη της κοινωνίας, η οποία χρησιμοποίησε την καταναλωτική της ισχύ για να προστατεύσει τους ευπαθείς εργαζόμενους. Νίκη που καμία μάλλον παραδοσιακή κινητοποίηση -απεργία, συλλαλητήριο- δεν θα μπορούσε να επιφέρει.

Πυροδοτήθηκε, με την ευκαιρία, ξανά η συζήτηση για το τί σημαίνει «μπλοκάκι». Οι συνηθείς επί παντός του επιστητού ειδήμονες του πληκτρολογίου -ερασιτέχνες λοιμωξιολόγοι, πυροσβέστες, διεθνολόγοι- έγιναν για δυό μέρες και εργατολόγοι και αράδιασαν εμβριθείς δήθεν, σεντονάτες, αναλύσεις. Η αντιπολίτευση άδραξε την ευκαιρία για σπέκουλα εναντίον της κυβέρνησης. Ας μη γελιόμαστε, κάθε αντιπολίτευση παρομοίως θα έπραττε. Ο λυσσωδέστερος εχθρός του πρωθυπουργού (μια φιγούρα που φαντάζει πλέον κωμικά φουρκισμένη, μπουφονική, σε όσους δεν εμπλέκονται εκόντες άκοντες μαζί της) απεπειράθη να συνδέσει τη Μαρέβα Μητσοτάκη με την εταιρεία. Η συνέχεια θα δοθεί στα δικαστήρια.

Κανείς ωστόσο από τους γνησίως ευαίσθητους, αξιέπαινα ενεργούς πολίτες δεν πήγε ένα βήμα παραπέρα. Δεν άρθρωσε το, κατ’εμέ, προφανές. Ότι delivery boys δεν θα έπρεπε καν να υφίστανται. Όχι επειδή αμείβονται γλίσχρα. Όχι επειδή βιώνουν μια διαρκή ανασφάλεια. Αλλά διότι η δουλειά αυτή καθεαυτή τους απομυζά. Και σταδιακά, μοιραία, τους απανθρωποποιεί.

Τι προσδοκά ο καθένας από την εργασία του; Να τού δίνει την ευκαιρία να διοχετεύει τη δημιουργικότητα ή έστω την επινοητικότητα του. Να τον κοινωνικοποιεί. Να τον κάνει να νοιώθει χρήσιμος -αν όχι και σωτήριος όπως συμβαίνει στα ιατρονοσηλευτικά επαγγέλματα- για τους γύρω του.

Πώς περνάει ένας διανομέας γευμάτων το οκτάωρο και τις τυχόν υπερωρίες του; Μοναχικότατα, καβάλα σε ένα μηχανάκι, κάνοντας διαδρομές από εστιατόρια σε σπίτια. Χτυπώντας κουδούνια, ανεβοκατεβαίνοντας με ασανσέρ, παραδίδοντας πακέτα, ενθηλακώνοντας -όποτε είναι τυχερός- αξιοπρεπή φιλοδωρήματα. Την προηγούμενη μέρα το ίδιο ακριβώς, στους πυρωμένους ή στους βρεμμένους δρόμους της πόλης. Την επόμενη επίσης. Σε πόσο ακριβώς διάστημα, φίλε αναγνώστη, θα ένοιωθες εσύ αποξηραμένος ψυχικά και διανοητικά, κουρέλι σωστό;
Εάν ήσουν, θα μού πεις, είκοσι χρονών και το’κανες για να χρηματοδοτείς τις σπουδές σου ή για χαρτζιλίκι, θα πήγαινε και θα ερχόταν. Ίσως να αποκόμιζες και χρήσιμες -κι ευχάριστες ακόμα- εμπειρίες επισκεπτόμενος καθημερινά τόσα σπίτια. Μα στα σαράντα ή στα πενήντα σου; Και μόνο να σε αποκαλούν «boy” ηχεί προσβλητικό. Πόσω δε μάλλον όταν δεν διαφαίνεται για εσένα καλύτερη προοπτική, όπως συμβαίνει συνηθέστατα στην Ελλάδα…

Υπάρχουν ασφαλώς δουλειές αφάνταστα σκληρότερες από τού διανομέα γευμάτων. Στην Κίνα, άνθρωποι βιοπορίζονται «ψαρεύοντας» από τους υπονόμους το χυμένο τηγανόλαδο. Σε πολλές «αναπτυσσόμενες» χώρες ανθεί η παιδική εργασία. Να μη μιλήσουμε για το τράφικινγκ, το εμπόριο σάρκας. Κάθε όμως κοινωνία προσβλέπει -οφείλει να προσβλέπει- στο καλύτερο με αφετηρία την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.

Ο γονιός τού διανομέα τροφίμων ήταν ίσως εργάτης. Ο εργάτης μπορούσε -εάν αποδεικνυόταν επιδέξιος, αν τού έκοβε- να εξελιχθεί σε μάστορα. Μάστορα περιζήτητο που το προϊόν των χεριών του θαυμαζόταν. Ο παππούς του ήταν πιθανότατα αγρότης. Ζούσε μέσα στη φύση, από τη φύση, που την αξιοποιούσε και την προσκυνούσε. Δεν επεβίωνε σε ένα δυάρι, σε μια άσχημη πολυκατοικία, κολημμένος στην τηλεόραση ή καπνίζοντας στο μπαλκόνι με θέα την μπουγάδα των απέναντι!

Μεταπολεμικά, στις δυτικές κυρίως κοινωνίες, αναπτύχθηκαν πολλά και διάφορα εντελώς διεκπεραιωτικά επαγγέλματα. Τα οποία αλλοτρίωναν όσους εξ ανάγκης τα ασκούσαν. Σήμερα, με την επελαύνουσα τεχνολογική επανάσταση, με την ραγδαία πρόοδο της ρομποτικής, τα ανθρώπινα γρανάζια προβλέπεται -νωρίτερα από όσο ελπίζουμε- να εκλείψουν.

Και οι λεγεώνες των διανομέων, των ταμίων, των υπαλλήλων στα διόδια και των κλητήρων (που τους ψευτοχρυσώνουμε το χάπι δίνοντας τους έναν τίτλο στα αγγλικά) τι θα απογίνουν;  Ό,τι έγιναν οι τηλεφωνήτριες. Οι δακτυλογράφοι. Οι εισπράκτορες στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Θα προστατευτούν από την εξαθλίωση ώστε να μην καταστούν εμπρηστική βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας. Και εφόσον βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία, θα επανεκπαιδευτούν.

Η τάση στον ανεπτυγμένο κόσμο είναι αφενός η μείωση των ωραρίων εργασίας, αφετέρου η ενίσχυση της εθελοντικής προσφοράς. Κυρίαρχη ιδέα είναι ότι κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην αυτοπραγμάτωση. Στην ανάπτυξη και απόλαυση της προσωπικότητας του. Οι επαγγελίες των πρώτων, ουτοπικών σοσιαλιστών τείνουν να γίνουν κοινός τόπος.

Το καλοκαίρι του 2009, είχα βρεθεί στην Ουάσινγκτον. Αναζητώντας κάποιο μουσείο, ζήτησα τη βοήθεια μιας ηλικιωμένης πλην εντυπωσιακά κοτσονάτης μαύρης κυρίας με στολή. «Το μουσείο που ψάχνεις» μού είπε αφού γέλασε με την προφορά μου «μετακόμισε το 1940 πέντε δρόμους παρακάτω… Το θυμάμαι εγώ στην παλιά του διεύθυνση, πήγαινα και θαύμαζα τους πίνακες…» «Καλά, πόσο χρονών είστε;» «Το 1924 γεννήθηκα, νεαρέ – θες μήπως να σού δείξω και τα χαρτιά μου;» «Και δουλεύετε ακόμα;» σοκαρίστηκα. «Αμ τι θα’κανα; Θα σάπιζα στην πολυθρόνα μου, περιμένοντας να πεθάνω; Είμαι σχολική τροχονόμος – προσέχω παιδάκια!» καμάρωσε. «Όσο με βαστούν τα πόδια μου, θα είμαι κάθε πρωί εδώ. Στο καθήκον!»

* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας 

By