Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

Big Story – Πέγκυ Αντωνάκου: Τι θέλει να κάνει η Google στην Ελλάδα

«Πρέπει να γίνουμε ακόμα πιο φιλόδοξοι στους στόχους μας», δηλώνει η επικεφαλής της εταιρείας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, επισημαίνοντας ότι «τα ψηφιακά εργαλεία είναι αυτά που σήμερα ανοίγουν τα σύνορα»

Τι και αν εκπροσωπεί μία από τις εταιρείες-συνώνυμο της τεχνολογίας, η επιλογή μιας διαδικτυακής κουβέντας, όπως εισέβαλε στη ζωή μας ως αναγκαιότητα πολλές φορές αυτά τα τελευταία δύο χρόνια, είχε τεθεί εξαρχής εκτός συζήτησης.

«Οι τηλεδιασκέψεις είναι καλές και χρήσιμες, όμως δεν μπορείς να γνωρίσεις τον άλλον μόνο μέσω της βιντεοκλήσης», μου λέει στη συνάντησή μας σε γνωστό στέκι στα βόρεια της πρωτεύουσας. Εξάλλου, συμφωνούμε και οι δύο πως η ανθρώπινη επαφή είναι αυτή που κυρίως έχει λείψει μέσα στην πανδημία.

Η Πέγκυ Αντωνάκου κατέχει σήμερα ένα ιδιαίτερο ρεκόρ. Και δεν αναφέρομαι μόνο στο ότι έγινε μία από τις νεαρότερες διευθύνουσες συμβούλους θυγατρικής μεγάλης εταιρείας τεχνολογίας στη χώρα μας, αλλά και στο ότι έχει περάσει από το τιμόνι άλλων δύο ηγέτιδων δυνάμεων στον χώρο τους. Σε όλες μάλιστα με διευρυμένους περιφερειακούς ρόλους, που ξεπερνούσαν τα ελληνικά σύνορα. Αρχικά ήταν η Dell, απ’ όπου ξεκίνησε την καριέρα της στις ΗΠΑ λαμβάνοντας την απόφαση να επιστρέψει στην Ελλάδα για να αναλάβει την ηγεσία της θυγατρικής έχοντας πιο περιφερειακό ρόλο, μετά η Microsoft Hellas και πλέον την τελευταία διετία η Google, όπου είναι υπεύθυνη για το κομμάτι της ΝΑ Ευρώπης (Βαλκανικές χώρες, Μάλτα και Κύπρος).

«Νιώθω ότι δεν είμαι μόνο η “πρέσβειρα” της Google στην Ελλάδα, αλλά και το αντίστροφο, της Ελλάδας στην Google», λέει. Η τελευταία βρίσκεται κυριολεκτικά μέσα στην καθημερινότητα και τις συνήθειες (και) των Ελλήνων. Είτε μέσω των smartphones όπου το λογισμικό της, Android, έχει κυριαρχήσει, είτε μέσω των πολλών ψηφιακών εργαλείων που έχουν οικειοποιηθεί οι περισσότεροι χρήστες του Διαδικτύου, ξεκινώντας από τη μηχανή αναζήτησης και το Gmail και φτάνοντας στις εφαρμογές που συνεχίζουν να ξεπετάγονται ακόμα και σήμερα. Εξάλλου, αυτή η διείσδυση στην παγκόσμια κοινότητα έχει εκτοξεύσει και την κεφαλαιοποίηση της μητρικής Alphabet κοντά στα επίπεδα των 2 τρισ. δολαρίων! «Οι υπηρεσίες της Google έχουν γίνει κάτι σαν προέκταση του χεριού μας», σχολιάζει η κυρία Αντωνάκου.

Αφορμή για τη συζήτησή μας αποτέλεσε η σημαντική ώθηση που έχει λάβει η χώρα στην προσπάθεια της ψηφιακής μετάβασης, αλλά και η αναβάθμιση του status της χώρας μετά την προσέλκυση ηχηρών επενδύσεων στον ευρύτερο κλάδο της ψηφιακής τεχνολογίας και των τεχνολογικών υποδομών, όπως είναι τα περιβόητα data centers, η βάση για το «υπολογιστικό νέφος» που διεισδύει γοργά και το ελληνικό γίγνεσθαι. Η πληροφορία δε από κυβερνητικά χείλη ότι πρόσφατα αντιπροσωπεία της εταιρείας από το εξωτερικό προσπάθησε να βολιδοσκοπήσει τις προοπτικές μιας τέτοιας επένδυσης συναντώντας εκπροσώπους της κυβέρνησης ήταν αρκετή για να πυροδοτήσει μία ενδιαφέρουσα συζήτηση για το τι κάνει σήμερα η Google στην Ελλάδα, αλλά κυρίως για τα σχέδιά της μέσα σε ένα περιβάλλον μεγάλων προκλήσεων για την ψηφιακή μετάβαση της χώρας.

«Η Ελλάδα πάντα είχε ένα μεγάλο πλεονέκτημα, το εργατικό της δυναμικό. Ανθρωποι με καλά πτυχία και εκπαίδευση, ξένες γλώσσες κ.ο.κ. Οπότε είμαι πολύ χαρούμενη που η χώρα μας σήμερα έχει αυτή την προσοχή. Και φυσικά για το ότι υπάρχει ένα περιβάλλον σταθερότητας από κάθε άποψη -πολιτική, νομική, οικονομική- το οποίο δημιουργεί προϋποθέσεις για περισσότερες επενδύσεις σε όλα τα επίπεδα», τονίζει η κυρία Αντωνάκου.

Η ελληνική ομάδα

Το ελληνικό γραφείο λειτουργεί εδώ και περίπου 15 χρόνια, έχοντας ως έδρα το Μαρούσι.

«Εχουμε μία σημαντική ομάδα ανθρώπων εδώ που ασχολείται κυρίως με το marketing και τις πωλήσεις πάνω στις εφαρμογές και τις υπηρεσίες που αναπτύσσει η εταιρεία. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Τα πάντα γίνονται σε συνεργασία με διάφορες ομάδες του εξωτερικού που υποστηρίζουν την Ελλάδα για κάθε δραστηριότητα, κάθε λύση, κάθε εφαρμογή. Δεν θα μπορούσε εξάλλου μία τέτοια εταιρεία να μην ακολουθεί ένα μοντέλο πλήρους ψηφιακής ανάπτυξης. Υπάρχει ανά πάσα ώρα ειδικός διαθέσιμος για κάθε πτυχή δραστηριότητας της εταιρείας. Αρα η αλήθεια είναι πως ναι, υπάρχει μία βάση στην Αθήνα, αλλά η όλη λειτουργία στην ελληνική αγορά υποστηρίζεται συνολικά από τις ευρωπαϊκές δομές της εταιρείας», εξηγεί η κυρία Αντωνάκου. Πάντως, όπως διευκρινίζει, αυτό το σύστημα έχει βοηθήσει στο να υπάρχει άμεση «ανάγνωση» της κατάστασης της χώρας, αιτιολογώντας με αυτό τον τρόπο και το ότι νιώθει η ίδια και ως «πρέσβειρα της Ελλάδας» μέσα στην Google.

«Είναι εξαιρετικά σημαντικό έπειτα από τόσα χρόνια κρίσης να μιλάμε πλέον για οικονομική ευκαιρία, για ψηφιακό μετασχηματισμό στα όρια της ψηφιακής επανάστασης στην Ελλάδα. Και αυτό πλέον να το βλέπουν οι εταιρείες. Είναι αυτό που δημιουργεί τη σύμπνοια μεταξύ της αξίας μιας εταιρείας αλλά και του τι έχει όρεξη να απορροφήσει, να χρησιμοποιήσει μια χώρα».

Κάπως έτσι, πλέον νέα προϊόντα και εφαρμογές λανσάρονται με άλλη προτεραιότητα ανά χώρα από την Google. «Για παράδειγμα, στην Ελλάδα πρόσφατα λανσαρίστηκε το google pay», σημειώνει. Είναι μία πλατφόρμα ψηφιακού πορτοφολιού που αναπτύχθηκε από την Google μέσω συσκευών κινητής τηλεφωνίας και η απάντηση της εταιρείας στις μεγάλες αλλαγές που έρχονται σε σχέση με τις συναλλαγές. Επίσης λανσαρίστηκε και η εφαρμογή earthquake alert. «Και μάλιστα ήμασταν η δεύτερη χώρα εκτός ΗΠΑ που έγινε αυτό, μετά τη Νέα Ζηλανδία», λέει η κυρία Αντωνάκου. Πρόκειται για ένα σύστημα προειδοποίησης σεισμού που λαμβάνει παράλληλη κινητικότητα από τα smartphones και αναγνωρίζει τον κίνδυνο, οπότε σε προειδοποιεί άμεσα. Μάλιστα η εφαρμογή ενεργοποιήθηκε στον πρόσφατο σεισμό στην Κρήτη.

«Υπήρχαν σχετικά τόσο απλά πράγματα που έπρεπε να γίνουν στη χώρα, που τα ακούγαμε για χρόνια, και χρειάστηκε να έρθει ένας καταλύτης, όπως αυτός της πανδημίας, και να τα επιβάλει σχεδόν εν μια νυκτί. Δεν υπάρχει πλέον πολίτης που δεν βλέπει στην καθημερινότητά του τα απτά οφέλη της τεχνολογίας στις υπηρεσίες που λαμβάνει και στις συναλλαγές που έχει. Το να κάνεις για παράδειγμα ψηφιακή ταυτοποίηση, που τεχνολογικά δεν είναι κάτι συγκλονιστικό, είναι ωστόσο πολύ σημαντικό, αφού δημιουργεί ασφάλεια στις συναλλαγές και διευρύνει τις υπηρεσίες προς τον πολίτη. Μιλάμε για τεράστιο αριθμό εργατοωρών που εξοικονομούνται. Απλές λύσεις που όμως κάνουν τη διαφορά – και αυτή είναι η μαγεία της τεχνολογίας», λέει.

«Τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για την τεχνητή νοημοσύνη. Είναι τόσο επαναστατική, που πλέον υπάρχει παντού αλλά δεν είναι ορατή. Για παράδειγμα, το Gmail, μία εφαρμογή email που χρησιμοποιεί πολύς κόσμος. Με τεχνητή νοημοσύνη φιλτράρονται τα spam και γενικά η πληροφορία που δεν θέλει κανείς να φτάσει στα Eισερχόμενά του. Οι υπενθυμίσεις που κάνει σε αναπάντητα μηνύματα, οι προτάσεις λέξεων, όλα αυτά βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη. Ενα σύστημα που μαθαίνει τι θέλουμε και τι όχι και το κάνει πριν από εμάς για εμάς. Επομένως, η δύναμη και η ουσία της τεχνολογίας είναι εδώ για να κάνει τη ζωή μας καλύτερη και να μας βοηθήσει είτε στην εκπαίδευση, είτε στη διασκέδαση, είτε στην επικοινωνία, στην επιχειρηματικότητα ή σε ό,τι άλλο».

Το πιο πετυχημένο εμπορικά προϊόν της Google στην Ελλάδα παραμένει η μηχανή αναζήτησης. «Είναι ένα προϊόν στην κυριολεξία επέκταση του χεριού μας. Ανεξάρτητα του τι ψάχνει κανείς! Εχει τόση πληροφορία και την έχεις σε κλάσματα δευτερολέπτου. Η πληροφορία εξάλλου είναι και η βάση σχεδόν κάθε υπηρεσίας και εφαρμογής που αναπτύσσει η εταιρεία αλλάζοντας τις ζωές μας. Δείτε πόσο έχει μπει στη ζωή μας το Google maps, το οποίο πλέον χρησιμοποιούμε ως την επόμενη κίνηση μετά την αναζήτηση ενός μέρους ή μιας πληροφορίας στο Διαδίκτυο ανοίγοντας παράλληλα προοπτικές και στο επιχειρείν – όχι μόνο στον χρήστη. Για παράδειγμα, αν έχω μια ταβέρνα σε κάποια απομακρυσμένη περιοχή δεν σημαίνει πλέον πως είμαι αποκομμένος. Ο πελάτης μπορεί να με βρει, αλλά και να ξέρει πώς να έρθει χωρίς κόπο και δυσκολίες. Αυτό σημαίνει πολλά. Φυσικά υπάρχουν και αναρίθμητες άλλες χρήσεις που ουσιαστικά γίνονται στο πλαίσιο της διασύνδεσης. Προ ετών π.χ. είχαμε μία συνεργασία με τον Δήμο Σαντορίνης και τους επιχειρηματίες εκεί με στόχο την επέκταση της σεζόν.

Αρα τι πληροφορία μπορούσαμε να δώσουμε μέσω των αποτελεσμάτων του search ή του Google Mybusiness προκειμένου ο άλλος να καταλάβει ότι η σεζόν είναι μεγαλύτερη, άρα η επιχείρηση αυτή είναι ακόμα ανοιχτή ή πότε κλείνει, ή πληροφορίες της Σαντορίνης εκτός σεζόν, με δραστηριότητες που μπορείς να κάνεις για να επεκταθεί έτσι η σεζόν… Θέλω να πω ότι δεν είναι μόνο να βρεις ένα προϊόν, αλλά και τι πληροφορία μπορείς να δώσεις. Και εδώ ξεκάθαρα υπάρχουν μεγάλες ευκαιρίες για όλο το επιχειρείν. Πόσο σημαντικό είναι το να δίνεις την ευκαιρία σε κάποιον στην Αυστραλία που ψάχνει κάτι μοναδικό ,να το βρίσκει σε κάποια γωνιά της Ελλάδας. Τα ψηφιακά εργαλεία είναι αυτά που σήμερα ανοίγουν τα σύνορα».

Οπως εξηγεί η κυρία Αντωνάκου, η Google σήμερα στην Ελλάδα εμπορικά ασχολείται κυρίως με την προβολή και την προώθηση. Παράλληλα, έχει μία έντονη δραστηριοποίηση στην ανάπτυξη των ψηφιακών ικανοτήτων των ανθρώπων μέσα από ειδικά προγράμματα που αναπτύσσει είτε μόνη της είτε μέσω συνεργασιών.
Το τελευταίο, όπως εξηγεί, είναι πλέον αναγκαιότητα του κόσμου. «Στα lockdown κάναμε ψηφιακά πάνω από 30.000 training σε επιχειρηματίες. Είδαμε επίσης τη ζήτηση για τα online courses να αυξάνεται 300%. Ο κόσμος είπε ότι “αφού είμαι μέσα και αναγκαστικά πρέπει να προσαρμοστώ σε μία πραγματικότητα που δεν επέλεξα και πρέπει να μείνω ζωντανός ως επιχειρηματίας, θα αξιοποιήσω αυτό τον χρόνο ώστε να κάνω κάτι που θα μου δώσει την ευκαιρία”. Αρα βλέπουμε ότι υπάρχει μεγάλη ωριμότητα. Και ειδικά στο κομμάτι του τουρισμού. Για το τελευταίο, μάλιστα, πρόσφατη έρευνα της Oxford Economics έδειξε ότι η Ελλάδα παρουσιάζει αυτή τη στιγμή τη μεγαλύτερη ευκαιρία ανάπτυξης στη Νότια Ευρώπη, εάν απλώς αυξήσει το σχετικό με τον τουρισμό online περιεχόμενο που διαθέτει. Με αυτόν τον τρόπο το ΑΕΠ της Ελλάδας θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 3,9%, δημιουργώντας πάνω από 176.000 νέες θέσεις εργασίας.

Τα τελευταία χρόνια λανσάραμε ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης σε ψηφιακές δεξιότητες, το οποίο χρησιμοποιούμε ως παράδειγμα σε όλο τον κόσμο. Το Grow Greek Tourism Online εγκαινιάστηκε το 2015 σε συνεργασία με το υπουργείο Τουρισμού και από τότε έχουμε καταρτίσει πάνω από 200.000 ανθρώπους, προκειμένου να μπορούν να αναπτύξουν τις τουριστικές επιχειρήσεις τους ή να κάνουν καριέρα στον τουρισμό. Μάλιστα, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, το 64% των επιχειρήσεων που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα βοηθήθηκαν στο να αναπτυχθούν (αύξηση τζίρου, προσλήψεις κ.λπ.) και το 20% των ανθρώπων βρήκαν καινούρια δουλειά ή έδωσαν ώθηση στην καριέρα τους.
Αρα σήμερα, για να επιστρέψουμε στη γενική εικόνα, το ένα κομμάτι είναι να βοηθήσει η Πολιτεία, να ψηφιοποιήσει τις υπηρεσίες και να απλοποιήσει τις διαδικασίες, και το άλλο η επιλογή του καθενός για το τι μπορεί να κάνει και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες».

Εκδημοκρατισμός της τεχνολογίας

Η ίδια θεωρεί πως ειδικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποκτούν σημαντικό πλεονέκτημα μέσω των εξελίξεων της τεχνολογίας. «Εχουν πρόσβαση σε εργαλεία που πριν από μερικά χρόνια θα στοίχιζαν τεράστια κεφάλαια, οπότε πιθανόν να μην είχαν πρόσβαση ή να χρειάζονταν ειδικούς συμβούλους. Αρα η τεχνολογία έχει εκδημοκρατιστεί φοβερά και η κάθε εταιρεία, ανεξαρτήτως μεγέθους, μπορεί να έχει πρόσβαση σε ψηφιακά εργαλεία. Τώρα, το πώς τα χρησιμοποιεί, πώς λαμβάνει πρωτοβουλίες όπως αυτές που κάνουμε εμείς στα προγράμματά μας, και πώς κάνει την παρουσία της πιο εμφανή ψηφιακά, αυτό είναι θέμα επιλογών της», τονίζει.

Ωστόσο, όπως λέει, πλέον στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη συνειδητότητα στο κομμάτι αυτό.

«Είναι μία εποχή που ο κόσμος και οι επιχειρηματίες αναζητούν προγράμματα και πλέον ακόμα και δημόσιοι οργανισμοί κάνουν σημαντικά βήματα σε αυτή την κατεύθυνση. Για παράδειγμα, ο ΟΑΕΔ, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί παρέχοντας certification σε digital marketing σε πρόγραμμά του. Οποιος το ολοκλήρωνε, έπαιρνε και μία ενίσχυση από το κράτος για να ξεκινήσει τη δική του επιχείρηση. Φαντάσου λοιπόν το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα μιας τέτοιας προσέγγισης. Υπολογίζουμε πως έχουμε εκπαιδεύσει ήδη 200.000 άτομα. Και το κάναμε είτε κάθετα εστιάζοντας στον τουρισμό και στη λιανική, με την οποία ασχοληθήκαμε πολύ μέσα στην καραντίνα μιας και ήταν θέμα επιβίωσης για πολλά καταστήματα που δεν είχαν καν ηλεκτρονική παρουσία, είτε περιφερειακά σε συνεργασία με τις Περιφέρειες».

Υπογραμμίζει ωστόσο ότι η ψηφιακή μετάβαση δεν είναι μόνο αναγκαιότητα για την επιβίωση, αλλά και την ανάπτυξη εκτός συνόρων. «Η εξωστρέφεια είναι ο μεγάλος στόχος των εργαλείων που σήμερα προσφέρουμε είτε μιλάμε για ένα μικρό κατάστημα π.χ. delicatessen στην Κέρκυρα, όπως διάβαζα πρόσφατα, είτε για μία μεγάλη βιομηχανία. Επομένως, υπάρχουν τα εργαλεία και οι ευκαιρίες. Το θέμα είναι να ξεκινήσει κάποιος με ένα καλό επιχειρηματικό πλάνο και ένα καλό προϊόν. Από εκεί και έπειτα είναι να πάρει την κατάλληλη προώθηση σε παγκόσμιο επίπεδο, να μπορέσει ψηφιακά το marketing του να αναδείξει τον ίδιο και το προϊόν του έναντι του ανταγωνισμού, και από εκεί κι έπειτα να αξιοποιεί όλα αυτά τα data που είναι διαθέσιμα».

Συνολικά, όπως λέει, η αποστολή της Google (και στην Ελλάδα) παραμένει η ίδια από την πρώτη μέρα λειτουργίας της: «Να οργανώνει και να κάνει προσβάσιμες με χρήσιμο τρόπο τις πληροφορίες στον κόσμο. Κάτι βέβαια που εξελίσσεται μέσα στα χρόνια και τις ανάγκες ή τα θέματα που απασχολούν τον κόσμο. Για παράδειγμα, το θέμα της κλιματικής κρίσης και του sustainability. Το Google maps έχει πλέον μία δυνατότητα που θα έρθει στην Ευρώπη την επόμενη χρονιά και η οποία προτείνει την πιο φιλική στο περιβάλλον διαδρομή. Αυτή που θα απαιτήσει λιγότερες εκπομπές ρύπων», σημειώνει.

«Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;» την ρωτάμε. «Εκ φύσεως!» απαντά. «Η τεχνολογία εξελίσσεται συνέχεια, η καινοτομία από την Google είναι δεδομένη και συνεχόμενη. Οπότε από τη μία έχουμε μια εταιρεία που καινοτομεί συνεχώς και βγάζει νέα πράγματα, από την άλλη έχουμε μία χώρα, και μία ευρύτερη περιοχή, που γίνεται digital frontrunner, γιατί βλέπει ότι η τεχνολογία μπορεί να τη βοηθήσει να κερδίσει κάποια χαμένα χρόνια. Οπότε θεωρώ ότι υπάρχει πεδίον δόξης λαμπρό. Ισως απλά πρέπει να γίνουμε λίγο πιο φιλόδοξοι, ως χώρα, στους στόχους που βάζουμε. Να ξεφύγουμε από το θέμα της ανάπτυξης μόνο και να πάμε στο πώς μπορούμε να παίξουμε περιφερειακό ρόλο».

By