Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Bloomberg: Ο Μακρόν και το φάντασμα του Φρανσουά Ολάντ

Η δημοτικότητα του προέδρου συνεχίζει να μειώνεται, με μια πτώση επτά εκατοστιαίων μονάδων, σύμφωνα με δημοσκόπηση της HuffPost και του CNews -η πρώτη ραγδαία πτώση μετά την άφιξή του στο Ελιζέ, αγγίζοντας το πενιχρό 36%.

«Ο γάλλος πρόεδρος θα πρέπει να προσέξει να μην καταντήσει… Φρανσουά Ολάντ», όπως σημειώνει το Bloomberg.

Η πτώση αυτή οφείλεται, εν πολλοίς, στις κυβερνητικές ανακοινώσεις για τη μείωση του ατομικού βοηθήματος στέγασης (Aides personnelles au logement, APL) και τις αλλαγές στη γενική κοινωνική εισφορά (Contribution sociale généralisée, CSG), αλλά και σε κινήσεις «σατραπικής αλαζονείας», όπως λένε τα γαλλικά ΜΜΕ, με αποκορύφωμα την παύση του αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων, Πιερ ντε Βιλιέ.

Ο στρατηγός αποχώρησε καθώς υπήρχε κόντρα με τον Μακρόν για τις περικοπές που ανακοίνωσε ο Πρόεδρος της Γαλλίας στον προϋπολογισμό των υπουργείων. Ο ντε Βιλιέ υποστήριζε τις απόψεις του, το μοντέλο ενός στρατού που διαθέτει εξοπλισμό και ικανή χρηματοδότηση για να «καλύψει ολόκληρο το φάσμα των απειλών».

Παραδόξως, ο στρατηγός ντε Βιλιέ, 61 ετών, διορίσθηκε τον Ιανουάριο 2014, σε μία συγκυρία δημοσιονομικής λιτότητας, με πρωταρχική αποστολή την εφαρμογή ενός αμυντικού προϋπολογισμού που προέβλεπε την κατάργηση 34.000 θέσεων και την αναδιοργάνωση του υπουργείου Αμυνας.

Καθ΄όλη την διάρκεια της θητείας του δεν σταμάτησε να ζητεί την σταθεροποίηση του αμυντικού προϋπολογισμού που αυξήθηκε μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του 2015, την ώρα που η Γαλλία έστρεψε όλες της τις δυνάμεις κατά της τρομοκρατίας στο Σάχελ, την Μέση Ανατολή και το γαλλικό έδαφος.

Ο Πιερ ντε Βιλιέ υποστήριζε ότι «ο στρατός βρίσκεται στα όριά του» και «δεν μπορεί να κάνει περισσότερα με λιγότερα», κάτι όμως που δεν έπεισε τον Μακρόν, δηλώσεις που κόστισαν την «παραίτηση» του, καθώς ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν χαρακτήρισε «ανάρμοστες» τις επικρίσεις αυτές ενώπιον των βουλευτών.

«Κυρίως όμως, η πτώση της δημοτικότητας Μακρόν οφείλεται στην διαρκή του προσπάθεια να εντυπωσιάσει την Γερμανία της Ανγκελα Μέρκελ, αντί να επικεντρωθεί στο πώς να διαχειριστεί τα της Γαλλικής οικονομίας», επισημαίνει το δημοσίευμα.

«Όλο αυτό το σκηνικό μας φαίνεται γνώριμο: Κάπως έτσι, ο Ολάντ κατάφερε να γίνει ο πιο αντιδημοφιλής πρόεδρος της Γαλλίας. Με το να περάσει κάποιες μικρές μεταρρυθμίσεις που τελικά αποδείχθηκαν τόσο αντιδημοφιλείς ώστε οδήγησαν σε μαζική ανεργία και οικονομική αποτελμάτωση, ο Ολαντ έκανε μια «τρύπα στο νερό». Ετσι κι ο Μακρόν με τη μείωση του ατομικού βοηθήματος στέγασης (APL) έχασε την ευκαιρία να λύσει άπαξ και δια παντός το πρόβλημα στέγασης στη χώρα», τονίζει το Bloomberg.

Όπως επίσης και η επιμονή του στην πολυθρύλητη απελευθέρωση της αγοράς εργασίας η οποία θα στηριχτεί εν πολλοίς πάνω στο σκανδιναβικό μοντέλο, με στόχο τη μείωση του εργατικού κόστους και την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους (flexisecurité).

Μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν στους εργοδότες μεγαλύτερη ευχέρεια να διαπραγματεύονται με τους εργαζομένους τους για τις εργασιακές σχέσεις, σε επίπεδο επιχείρησης και όχι με βάση συλλογικές συμβάσεις που ισχύουν σήμερα για ολόκληρους κλάδους. Να δώσει δηλαδή προτεραιότητα στην υπεροχή των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών, συλλογικών συμβάσεων.

Ο Μακρόν επιθυμεί επίσης να απαλείψει πλήρως τις ασφαλιστικές εισφορές για τον τομέα της υγείας, καθώς αυτή τη στιγμή θεωρούνται από τις υψηλότερες στην Ε.Ε. Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση αποσκοπεί στην ενίσχυση της καταναλωτικής δαπάνης των μισθωτών. Οι ασφαλιστικές εισφορές, ωστόσο, θα αντικατασταθούν από έναν υφιστάμενο φόρο (CSG), ο οποίος θα εφαρμοστεί σε όλα τα εισοδήματα αλλά και στις συντάξεις, με στόχο να αποφέρει στα ταμεία της δημόσιας διοίκησης περισσότερα από 20 δισ. ευρώ.

«Σε αντίθεση, ωστόσο, με τον Ολάντ, ο Μακρόν έχει το θετικό πως βρίσκεται στην αρχή της θητείας του», συνεχίζει το άρθρο, καταλήγοντας με νόημα πως «έχει ακόμη χρόνο να ανατρέψει την κατάσταση, βοηθούμενος από την ευρεία κοινοβουλευτική του πλειοψηφία. Όμως, κι ο Μακρόν θα πρέπει να αποφασίσει πως θα επικεντρωθεί σε μια πραγματική ατζέντα που θα παρέχει ανάπτυξη, διαμέσου ενός συνδυασμού φορολογικών μεταρρυθμίσεων και δομικών αλλαγών που θα συντρίψουν την γραφειοκρατία».

By