Η Ελλάδα προσέρχεται στις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία «καλή τη πίστει, με εποικοδομητικό πνεύμα» και χωρίς να προκαλεί, σημειώνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», όμως ξεκαθαρίζει για μία ακόμη φορά ότι δεν συζητούνται θέματα που αφορούν την εθνική κυριαρχία και την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών.
Όπως αναφέρει, «έχουν περάσει σχεδόν πέντε χρόνια από τον τελευταίο γύρο των διερευνητικών επαφών, οι οποίες σταμάτησαν με τουρκική υπαιτιότητα τον Μάρτιο του 2016» και «για τον λόγο αυτό έχουν πάρει μια «μυθική διάσταση»».
Ο υπουργός Εξωτερικών επισημαίνει ότι οι διερευνητικές δεν είναι διαπραγματεύσεις, είναι άτυπες, δεν τηρούνται πρακτικά και καμία πλευρά δεν αναλαμβάνει υποχρεώσεις και δεσμεύσεις.
«Ζήτημα των ενδεχόμενων μελλοντικών διαπραγματεύσεων θα είναι η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία σε διαπραγματεύσεις, που τυχόν ακολουθήσουν τις διερευνητικές, οι δύο πλευρές θα πρέπει να συμφωνήσουν σε κείμενο συνυποσχετικού που θα υποβληθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης».
«Ευελπιστούμε ότι οι επαφές αυτές θα οδηγήσουν σε αποκλιμάκωση», προσθέτει.
«Ελπίζω ότι και η τουρκική πλευρά θα προσέλθει στις επαφές αυτές με αντίστοιχο πνεύμα».
Αναφερόμενος σε πιθανή συνάντηση με τον Τούρκο ομόλογό του ο κ. Δένδιας αναφέρει ότι αυτό θα γίνει «όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες και υπάρξει το κατάλληλο κλίμα που θα επιτρέψει σε μια τέτοια συνάντηση να είναι εποικοδομητική».
Ο υπουργός Εξωτερικών χαρακτηρίζει την πρόσφατη ψήφιση του νόμου για την επέκταση των χωρικών υδάτων «συλλογική πράξη ιστορικής σημασίας».
«Τα όρια της Ελλάδας μεγαλώνουν. Και μεγαλώνουν με ειρηνικό τρόπο, σε εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου, με ό,τι αυτό ενέχει».
Προσθέτει δε ότι έχει ήδη ξεκινήσει η «τεχνική επεξεργασία προκειμένου να είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε στην επέκταση των χωρικών υδάτων και σε άλλες περιοχές της επικράτειας».
«Διατηρούμε το αναφαίρετο δικαίωμα να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, οπουδήποτε και οποτεδήποτε, όταν κριθεί σκόπιμο», υπογραμμίζει.
Τονίζει δε ότι η υιοθέτηση του νομοσχεδίου πραγματοποιήθηκε σε κλίμα εθνικής ομοψυχίας «αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι μπορεί να επιτευχθεί η εθνική ενότητα έναντι των μεγάλων προκλήσεων ασφάλειας που αντιμετωπίζει η χώρα. Οπως είπε ο πρωθυπουργός, διευρύνθηκε το πλαίσιο της εθνικής ομοψυχίας».
Ερωτηθείς σχετικά με την πρόθεση από γερμανικής πλευράς να ζητήσει από το ΝΑΤΟ να λάβει απόφαση για το θέμα των εξοπλισμών της Τουρκίας από ευρωπαϊκές χώρες, ο κ. Δένδιας υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα είναι μέλος του ΝΑΤΟ εδώ και σχεδόν επτά δεκαετίες, «άρα, το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να λάβει καμία απόφαση χωρίς τη συγκατάθεση της χώρας μας».
«Η συμπεριφορά της Τουρκίας καταστρατηγεί τις βασικές αρχές της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας και υπονομεύει τη συνοχή και την ενότητά της που είναι εκ των ων ουκ άνευ για την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητά της», υπογραμμίζει και προσθέτει:
«Η τήρηση ίσων αποστάσεων από πλευράς του ΝΑΤΟ δεν είναι η δέουσα προσέγγιση. Αδικεί το θύμα της παραβίασης του Διεθνούς Δικαίου και λειτουργεί ενθαρρυντικά για τον παραβάτη. Ως εκ τούτου, υπονομεύεται η αξιοπιστία της Συμμαχίας έναντι όχι μόνον των μελών αλλά και του συνόλου της διεθνούς κοινότητας».
Όσον αφορά το Κυπριακό, ο κ. Δένδιας αναφέρει ότι το πλαίσιο επίλυσης είναι ένα και γνωστό: «διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και συμβατό με το ευρωπαϊκό κεκτημένο».
«Σε κάθε περίπτωση, οι άτυπες συνομιλίες σε μια πενταμερή συνάντηση που θα συγκαλέσει ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ δεν αποτελούν επίσημη διαπραγμάτευση», υπογραμμίζει.
Αναφερόμενος στο ζήτημα του προσφυγικού, ο κ. Δένδιας σημειώνει ότι «δεν τίθεται θέμα επικαιροποίησης ή τροποποίησης της κοινής δήλωσης Ε.Ε.-Τουρκίας του Μαρτίου του 2016. Μια τέτοια συζήτηση θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου», ενώ προσθέτει πως η Τουρκία δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις στις οποίες έχει δεσμευθεί ρητά στην Κοινή Δήλωση.
Ερωτηθείς σχετικά με την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων, επισημαίνει ότι η Ελλάδα έχει «ηθική υποχρέωση» να συμβάλει ενεργά στις προσπάθειές τους για ένταξη στην ΕΕ.
«Αυτό είναι το συμφέρον μας», αναφέρει.
«Η ένταξή τους θα εμπεδώσει την ασφάλεια, την ευημερία και τη σταθερότητα στην περιοχή. Και παράλληλα, θα αποτρέψει την εδραίωση αναθεωρητικών και εξτρεμιστικών επιρροών ή την προσπάθεια αναβίωσης αυτοκρατοριών που ανήκουν στο παρελθόν».
Τέλος, αναφερόμενος στη νέα αμερικανική διοίκηση, ο κ. Δένδιας αναφέρει ότι προσβλέπει «σε μια συνάντηση με τον νέο Αμερικανό ομόλογό μου Αντονι Μπλίνκεν προκειμένου να συζητήσουμε τις προοπτικές εμβάθυνσης της διμερούς συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της αναβάθμισης της διμερούς συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας (MDCA), αλλά και των εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή».
«Προσβλέπουμε σε μια ενεργότερη παρουσία των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και στη διεύρυνση του στρατηγικού τους αποτυπώματος στην περιοχή μας. Η μορφή και ο χρονικός ορίζοντας μιας τέτοιας παρουσίας μένει να αποσαφηνιστούν. Αυτό το οποίο προσδοκούμε, επίσης, είναι ότι η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη των διατλαντικών δεσμών και στη συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ενωση», καταλήγει.