Δευτέρα, 23 Ιουνίου, 2025

Εμείς, ο πόλεμος και οι Τούρκοι: Τι θα αλλάξει στα γεωπολιτικά για την Ελλάδα αν πέσει ο Χαμενεΐ

Η σύγκρουση του Ισραήλ με το Ιράν, που λαμβάνει πλέον υπαρξιακές διαστάσεις για τις δύο χώρες, είναι αυτή που μπορεί να εξελιχθεί στον καταλύτη για τον ριζικό ανασχηματισμό του χάρτη της ευρύτερης Μέσης Ανατολής και εκ των πραγμάτων θέτει μπροστά σε κρίσιμες προκλήσεις τον άλλο σημαντικό περιφερειακό παίκτη, την Τουρκία.

Ο πρόεδρος Ερντογάν από την πρώτη στιγμή τάχθηκε εναντίον του Ισραήλ και υποστήριξε το δικαίωμα του Ιράν στην αυτοάμυνα, καθώς η αντιπαλότητα με το Ισραήλ παίρνει έχει πάρει πλέον στρατηγικό χαρακτήρα και δεν περιορίζεται απλώς στη Γάζα.

Ο Τούρκος πρόεδρος σε όλες τις δημόσιες τοποθετήσεις του αλλά και στις επικοινωνίες του με ξένους ηγέτες, μεταξύ αυτών και με τον Ντόναλντ Τραμπ, προσπάθησε να καταδείξει το Ισραήλ ως τον σημαντικότερο κίνδυνο για την περιφερειακή και παγκόσμια σταθερότητα.

Για την Τουρκία, βεβαίως, η κλιμάκωση με την εμπλοκή και των Αμερικανών, με τον βομβαρδισμό των ουρανικών εγκαταστάσεων του Ιράν, το ενδεχόμενο καθεστωτικής αλλαγής στο Ιράν, αλλά και ακόμη και μια συντήρηση της ανταλλαγής πυραυλικών πληγμάτων μεταξύ Τεχεράνης και Τελ Αβίβ, θέτει μια σειρά κρίσιμων προκλήσεων και διλημμάτων για την τουρκική ηγεσία.

Είναι χαρακτηριστικό της δύσκολης θέσης στην οποία βρέθηκε η Άγκυρα, το γεγονός ότι η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ δεν καταδίκαζε τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς και περιορίστηκε στην έκφραση ανησυχίας ότι αυτοί θα οδηγήσουν σε περαιτέρω κλιμάκωση, καλώντας τα δύο μέρη να αποφύγουν ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο ζωές και προτείνοντας την οδό των διαπραγματεύσεων.

Ο εκπρόσωπος της Τουρκικής Προεδρίας, λίγη ώρα αργότερα, με ανακοίνωσή του ήταν πιο επικριτικός, προειδοποιώντας τις ΗΠΑ ότι εάν παρασυρθούν από την επιθετικότητα του Ισραήλ και το «δίκτυο Νετανιάχου», θα οδηγήσουν «σε χάος και σύγχυση, όχι σε ειρήνη και σταθερότητα στη Μέση Ανατολή».

Ιδεολογικοποιώντας, μάλιστα, την τουρκική θέση, απευθυνόμενος προς την Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι «όπως ακριβώς η διαδικασία που ξεκίνησε με τη στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν οδήγησε σε μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση και τρομοκρατία στον κόσμο, έτσι και η επίθεση των ΗΠΑ στο Ιράν είναι πιθανό να έχει παρόμοια αποτελέσματα, καθώς υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ των στρατιωτικών επεμβάσεων της Αμερικής και της δυναμικής που αλλάζει τον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης, προκαλεί ξενοφοβία και μουσουλμανικό μίσος στη Δύση και πυροδοτεί εχθρότητα προς τη Δύση και αντιαμερικανισμό στην Ανατολή».

Η Τουρκία έχει στηρίξει ήδη από τον πόλεμο της Γάζας την εξωτερική πολιτική της στην αντιμετώπιση του Ισραήλ ως αντίπαλου περιφερειακού παίκτη, καθώς η περιοχή είναι πολύ μικρή για να «χωρέσει» δύο περιφερειακές δυνάμεις, με την Τουρκία μάλιστα να έχει και βλέψεις ενός ηγεμονικού ρόλου στην περιοχή και μεταξύ των μουσουλμανικών πληθυσμών της.

Επένδυσε σε αυτόν τον ρόλο από την αρχή του πολέμου στη Γάζα και τώρα επιχειρεί να προσαρμόσει αυτήν τη στρατηγική στις νέες συνθήκες.

Εμείς, ο πόλεμος και οι Τούρκοι: Τι θα αλλάξει στα γεωπολιτικά για την Ελλάδα αν πέσει ο Χαμενεΐ

Για την Άγκυρα, η προοπτική ενός πολέμου φθοράς μεταξύ Ιράν και Ισραήλ είναι το ιδανικό σενάριο, καθώς δύο από τους ισχυρότερους περιφερειακούς αντιπάλους θα αλληλοεξουδετερώνονται.

Όμως ο Τ. Ερντογάν επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να «πουλήσει» στον ευεπίφορο τέτοιων προσφορών Ν. Τραμπ ,τον ρόλο της Τουρκίας ως «μεσολαβητή» για την επίλυση συγκρούσεων, αντιγράφοντας το μοντέλο του πολέμου στην Ουκρανία αν και η προσπάθεια μεσολάβησης (που αποκάλυψε το Axios) δεν προχώρησε, καθώς, μετά την τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ – Ερντογάν, ο Αμερικανός πρόεδρος αγνόησε την προσφορά του Τούρκου προέδρου και προχώρησε στον βομβαρδισμό του Ιράν.

Η Τουρκία βλέπει με ανησυχία ότι η Ουάσιγκτον, η οποία έδειχνε σημάδια αποστασιοποίησης από την ισραηλινή κυβέρνηση, επιστρέφει στο πάγιο δόγμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για την αδιαπραγμάτευτη εγγύηση ασφάλειας του ισραηλινού κράτους.

Οι δηλώσεις Ερντογάν την περασμένη Δευτέρα, μετά το Υπουργικό Συμβούλιο, που προειδοποιούσε σε επιθετικούς τόνους ότι με τις κινήσεις του το Ισραήλ «διακινδυνεύει την ύπαρξή του και το μέλλον της κοινωνίας του βήμα προς βήμα, με κάθε σκληρότητα, κάθε αιματοχυσία και κάθε έγκλημα κατά της ανθρωπότητας», ακούστηκαν σαν απειλή παρόμοια με αυτή του Ιράν για εξαφάνιση του Ισραήλ.

Η εμπλοκή των Αμερικανών αποτελεί εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη για την Τουρκία, καθώς έτσι θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ο δεσμός ΗΠΑ–Ισραήλ και τότε κάθε εχθρός του Ισραήλ θα μπορούσε να θεωρηθεί και εχθρός των ΗΠΑ.

Μέχρι τώρα, η Τουρκία στοχοποιούσε τον Νετανιάχου για να δικαιολογήσει την αντιισραηλινή καμπάνια της. Όμως πλέον, στην υπόθεση του Ιράν, τα πράγματα έχουν αλλάξει, καθώς και η αντιπολίτευση στο Ισραήλ υποστηρίζει τις επιλογές της κυβέρνησης, ενώ κυρίως και δυτικές κυβερνήσεις πιστεύουν αυτό που δήλωσε ο Γερμανός καγκελάριος Β. Μερτς: ότι «το Ισραήλ κάνει τη βρώμικη δουλειά για λογαριασμό όλων».

Η απειλή πλέον είναι το Ισραήλ να βγει τραυματισμένο μεν από αυτήν την πολεμική περιπέτεια, αλλά εάν επιτύχει τους στόχους του , με τη στήριξη μάλιστα των Αμερικανών, να παραμείνει μια αδιαμφισβήτητη περιφερειακή δύναμη, την οποία η Τουρκία θα είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί και να αποδεχθεί.

Αυτό φυσικά οδηγεί σε ακύρωση των βλέψεων της Άγκυρας προς τη Συρία, τον Λίβανο αλλά και το Ιράκ, ψαλιδίζοντας έτσι τις περιφερειακές φιλοδοξίες της προς την Μ. Ανατολή.

Ο κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν, ο ηγέτης του εθνικιστικού ακροδεξιού κόμματος ΜΗΡ, Ντεβλέτ Μπαχτσελί , που συχνά λειτουργεί ως «λαγός» του Ερντογάν , δεν έκρυψε τα λόγια του: «Η επιχείρηση κατά του Ιράν αποτελεί επίσης μια συγκαλυμμένη προειδοποίηση προς την Τουρκία. Είναι μια έμμεση απάντηση στο όραμα του “Τουρκικού Αιώνα”, ενός μέλλοντος απαλλαγμένου από την τρομοκρατία και του αναγεννητικού πνεύματος που ανατέλλει στην πατρίδα μας. …Το να σταματήσουμε το Ισραήλ είναι τόσο ζήτημα εθνικής ασφάλειας όσο και ιστορική ευθύνη για χάρη της περιφερειακής ειρήνης και σταθερότητας».

Οι σχέσεις της κυβέρνησης Ερντογάν με την Τεχεράνη είχαν και άλλες πτυχές. Ο Τούρκος ηγέτης είχε εμπλακεί προσωπικά πριν από μερικά χρόνια σε μια γιγαντιαία επιχείρηση του Ιράν για να ξεπλύνει δισεκατομμύρια δολάρια και χρυσό, παρακάμπτοντας το εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου μέσω της τουρκικής τράπεζας Halkbank.

Όμως οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ιράν βασίζονται στη αμοιβαία καχυποψία.

Οι σιίτες ηγέτες του Ιράν παραμένουν διαχρονικά δύσπιστοι για τις προθέσεις του Ερντογάν, ο οποίος επιχειρεί να αναλάβει ηγετικό ρόλο στον σουνιτικό κόσμο, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί διαρκώς να «πατήσει σε δύο βάρκες». Οι Ιρανοί δεν τον εμπιστεύονται, παρότι τους προσφέρει ένα έμμεσο στήριγμα απέναντι στο Ισραήλ. Η Τεχεράνη δεν ξεχνά ότι ο Τ. Ερντογάν, με τον αγώνα του για την ανατροπή του Άσαντ, έβαλε τέλος σε ένα μακρόπνοο σχέδιο της ιρανικής πολιτικής, για απόκτηση επιρροής στη Συρία και μέσω αυτής, την πρόσβαση στη Μεσόγειο και στα βόρεια σύνορα του Ισραήλ.

Θεωρούν, επίσης, ότι ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τις επαφές του με την Τεχεράνη όχι για να ενισχύσει το Ιράν, αλλά για να εδραιώσει τον δικό του περιφερειακό ρόλο και να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τις ΗΠΑ.

Το ενδεχόμενο ανατροπής του καθεστώτος στην Τεχεράνη είναι ιδιαίτερα προβληματικό για την Άγκυρα. Η αποκατάσταση της δημοκρατίας και της ομαλότητας στο Ιράν θα μεταφέρει ανατολικά τα «σύνορα» της Δύσης. Η Τουρκία, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, είχε προβληθεί ως το προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης απέναντι στην ιρανική απειλή αλλα και ως ανάχωμα της ρωσικής επιρροής (ρόλος που αμφισβητείται λόγω της πρόσδεσης στο άρμα του Β. Πούτιν). Ένας τέτοιος μετασχηματισμός στο Ιράν θα αποδυνάμωνε αυτόν τον ρόλο.

Η Άγκυρα, επιπλέον, δεν μπορεί να παραβλέψει το γεγονός ότι η Ελλάδα, τηρώντας μια προσεκτική και ισορροπημένη στάση, έχει καταφέρει ,τόσο στον πόλεμο της Γάζας όσο και στη σύγκρουση Ισραήλ – Ιράν, να διασώσει και να διατηρήσει σε υψηλό επίπεδο τις σχέσεις της με το Ισραήλ. Μια σχέση την οποία η Τουρκία αντιμετωπίζει ως απειλή για τα συμφέροντά της, ιδιαίτερα όταν παίρνει τη μορφή περιφερειακής συνεργασίας με χώρες όπως η Κύπρος και η Αίγυπτος.

Ίσως, μάλιστα, η Τουρκία να είναι εκείνη που θα ωφεληθεί περισσότερο, ακόμα και από το Ιράν, σε περίπτωση ακύρωσης ή, έστω, μακροχρόνιας αναστολής σχεδίων όπως ο IMEC (India-Middle East-Europe Corridor), ο οποίος την παρακάμπτει, δίνοντας έμφαση στις αραβικές χώρες του Κόλπου, το Ισραήλ, την Ελλάδα και την Κύπρο.

Η πιθανή δημιουργία ενός νέου γεωπολιτικού χάρτη στην περιοχή με την συνθηκολόγηση του Ιράν, τη λήξη του πολέμου στη Γάζα και την αποκατάσταση των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ, μπορεί σήμερα να φαντάζει μακρινή, ωστόσο αποτελεί τον πυρήνα της στρατηγικής ατζέντας του Ντόναλντ Τραμπ. Και αυτή η «μεγάλη εικόνα», στην οποία ενδέχεται να προκύψει μια νέα ισορροπία ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, δεν φαίνεται να έχει χώρο για μια «ηγεμονική» Τουρκία.

By