Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Ένας κόσμος χωρίς τη Μέρκελ

Η Άνγκελα Μέρκελ συνήθιζε να λέει στους Γερμανούς «μπορούμε να το κάνουμε», όταν προσπαθούσε να διευθετήσει το ζήτημα της ενσωμάτωσης εκατομμυρίων προσφύγων που έχουν εισέλθει στη Γερμανία από το 2015.

Αυτή η ρεαλιστική στάση και η φιλελεύθερη προσέγγισή της –μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και της ατζέντας του «πρώτα η Αμερική»– ώθησε πολλούς πολιτικούς και ειδήμονες να χαιρετίσουν την καγκελάριο της Γερμανίας ως de facto ηγέτιδα του ελεύθερου κόσμου. Ωστόσο, μετά την πύρρειο εκλογική νίκη τον Σεπτέμβριο και την κατάρρευση των συνομιλιών για κυβέρνηση συνασπισμού στις 19 Νοεμβρίου, φαίνεται ότι βρίσκεται τελικά σε θέση αδυναμίας.

Πρωτοεκλεγείσα καγκελάριος το 2005, η Μέρκελ υπήρξε μια σταθερή παρουσία στην παγκόσμια πολιτική σκηνή για τόσο πολύ καιρό, που είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη Γερμανία ή την Ευρώπη χωρίς αυτήν. Μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, στις οποίες το συντηρητικό μπλοκ των Χριστιανοδημοκρατών και της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης έχασαν 65 έδρες στο γερμανικό Κοινοβούλιο, προσπάθησε να συμπληρώσει το «παζλ» με τα μικρότερα κόμματα που χρειαζόταν για να σχηματίσει κυβέρνηση πλειοψηφίας, αποδεικνύοντας ότι, παρά την οικονομική της υπεροχή, η Γερμανία είναι ευάλωτη στις ίδιες δυνάμεις του λαϊκισμού και του πολιτικού κατακερματισμού που έχουν «σαρώσει» κι άλλες δημοκρατίες τα τελευταία χρόνια.

Παρά τις θρυλικές δεξιότητες της Μέρκελ στις διαπραγματεύσεις, οι διαβουλεύσεις κατέρρευσαν λόγω του ζητήματος της μετανάστευσης, καθώς και λόγω οικονομικών ανησυχιών – είναι η πρώτη φορά μετά τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο που δεν σχηματίστηκε κυβέρνηση στη Γερμανία έπειτα από εκλογές. Πλέον, ένας κόσμος χωρίς τη Μέρκελ ως ισχυρή καγκελάριο είναι πράγματι πιθανός.

«Η Μέρκελ ήταν ιστορική φιγούρα στην Ευρώπη, αλλά ο χρόνος της έχει παρέλθει», λέει ο Ashoka Mody, πρώην οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ακόμα και αν παραμείνει στη θέση της καγκελαρίας, η Μέρκελ είναι πλέον τόσο αποδυναμωμένη, που θα ήταν πια μια διαφορετική ηγέτιδα.

Στις τρεις θητείες της στην καγκελαρία, η 63χρονη Μέρκελ οδήγησε τη Γερμανία από την οικονομική κρίση σχεδόν αλάβωτη, κερδίζοντας οπαδούς στο εξωτερικό. Αλλά η απόφασή της να «αγκαλιάσει»τις προσφυγικές ροές τής κόστισε υποστηρικτές στη χώρα της. Η λαϊκιστική Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κέρδισε το 12,6% στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, ποσοστό αρκετό για να καταστεί το πρώτο ακροδεξιό κόμμα που εισήλθε στην Bundestag από τη δεκαετία του 1950. Το πρωταρχικό ερώτημα που θα αντιμετωπίσει ο επόμενος Γερμανός ηγέτης θα είναι το πώς θα περιοριστεί η άνοδος της AfD.

Η φθίνουσα επιρροή της Μέρκελ είναι «πολύ άσχημα νέα για την Ε.Ε.», έγραψε η «Le Monde». Οι ελπίδες ότι το Κέντρο θα μπορούσε να αντέξει, οι οποίες ενισχύθηκαν μετά τη νίκη της γαλλικής προεδρίας από τον Εμανουέλ Μακρόν με ένα φιλόδοξο υπέρ-ευρωπαϊκό, φιλελεύθερο μήνυμα, έχουν πλέον «ανασταλεί», γράφει η εφημερίδα.

O Μακρόν βασιζόταν στην υποστήριξη της Μέρκελ για να εξασφαλίσει μια ευρεία αλλαγή στην Ε.Ε., προτείνοντας βαθύτερη συνεργασία στον τομέα της άμυνας, των φόρων, της μετανάστευσης και –κυρίως– σε έναν κοινό Προϋπολογισμό για την Ευρωζώνη. Αυτό φαντάζει πολύ πιο δύσκολο, καθώς οι συμβιβασμοί στους οποίουςθα χρειαζόταν να προχωρήσει η Μέρκελ θα κόστιζαν πολιτικά για κάθε καγκελάριο. Εκτός από τη Μέρκελ, «κανένας δεν έχει την πείρα ή τη λαϊκή εμπιστοσύνη για να επιτρέψει στη Γερμανία να κάνει τις απαιτούμενες παραχωρήσεις», λέει ο Jan Techau, διευθυντής του Richard C. Holbrook eForum στο Βερολίνο.

Ένας κόσμος δίχως ηγέτες;

Έχει επίσης διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση των σχέσεων της Ε.Ε. με τη Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν. Ανέλαβε να πείσει την Αυστρία, την Ελλάδα, την Ιταλία και άλλα διστακτικά μέλη να επιβάλουν οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία το 2014, με στόχο την τιμωρία του Κρεμλίνου για την αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας. Η απώλεια της στήριξης από τη Μέρκελ θα δημιουργήσει ένα «περιβάλλον που θα επιτρέψει στον Πούτιν» να άρει τις κυρώσεις χωρίς να αποτραβήξει πρώτα τα στρατεύματά του από την ανατολική Ουκρανία, λέει ο Frederick Kempe, πρόεδρος του Atlantic Council, think tank στην Ουάσινγκτον. «Ο Mακρόν έχει ενισχυθεί, αλλά ας μην ξεγελάμε τους εαυτούς μας: στα ζητήματα της οικονομίας και της γεωπολιτικής, κανείς στην Ευρώπη δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη Γερμανία».

Η Μέρκελ έχει αποκτήσει επικριτές και υπάρχει ένας άλλος τρόπος να δούμε το επερχόμενο τέλος της εποχής της. Η ηγεσία της «δεν είχε όραμα», λέει ο Josef Janning, επικεφαλής του European Council on Foreign Relations. Παρά τη δυναμική της στη διαχείριση κρίσεων, σπάνια προσπάθησε να διαμορφώσει το μέλλον. Ακόμα και η απόφαση της Μέρκελ να καλωσορίσει την ξαφνική τεράστια ροή των προσφύγων δεν ήταν ηθική επιλογή ή ένα στρατηγικό σχέδιο – δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να τη σταματήσει, λέει ο Janning.

Ποτέ δεν ανέλαβε ηγετικό ρόλο στην αναδιαμόρφωση του κόσμου, εν μέρει γιατί γνώριζε ότι οι Γερμανοί δεν θέλουν αυτόν τον ρόλο, λέει ο Janning. Αν φύγει από την καγκελαρία, πιθανότατα κανείς δεν θα συνεχίσει στην κατεύθυνση που χάραξε. Οι πολιτικές παραχωρήσεις που απαιτούνται για να ακολουθηθούν τέτοιου είδους πολιτικές δεν μπορούν να γίνουν όταν οι κοινωνίες είναι τόσο κατακερματισμένες όσο είναι σήμερα. «Όταν η Μέρκελ δεν θα είναι πια στο προσκήνιο, θα γίνει σαφέστερο ότι στην πραγματικότητα ζούμε σε έναν κόσμο χωρίς ηγέτες», λέει ο Janning. Και κανένας –ούτε ένας νέος Γερμανός ηγέτης, ούτε ο Mακρόν, ούτε οποιοσδήποτε άλλος– δεν θα μπορούσε να το αλλάξει αυτό.

By