Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

Επιτρέψτε στην Ελλάδα την οικονομική της ανάπτυξη

Εύκολα μπορεί κάποιος να το έχει ξεχάσει. Οι εκλογικές μάχες στη Βρετανία και τη Γαλλία είναι πολύ σημαντικές για το μέλλον της Ευρώπης, αλλά και η λύση της ελληνικής οικονομικής κρίσης έχει σημασία. Και αυτή την εβδομάδα, οι συζητήσεις για το πρόγραμμα «διάσωσης» της Ελλάδας φθάνουν στο τέλος τους.

Υπάρχουν ομοιότητες με τις παλαιότερες διαπραγματεύσεις: Σημειώνεται για άλλη μια φορά καθυστέρηση στην αποδέσμευση της τελευταίας δόσης των δανείων, ενώ σε μερικές εβδομάδες η Αθήνα θα πρέπει να αποπληρώσει ένα μεγάλο ομόλογο. Επιπλέον, δεν υπάρχει ακόμη ξεκάθαρη απόφαση για την ελάφρυνση του χρέους της χώρας, κάτι το οποίο οι δανειστές υπόσχονται εδώ και χρόνια.

Πάντως, όλοι αναμένουν ότι ο επόμενος γύρος αναχρηματοδότησης θα προχωρήσει τελικά. Δεν θα επαναληφθούν οι επίπονες διαπραγματεύσεις του 2015 που θα μπορούσαν να έχουν καταλήξει με την Ελλάδα εκτός του ευρώ. Ωστόσο, οι συνεχόμενες καθυστερήσεις αλλά και η αναποφασιστικότητα σχετικά με το χρέος δεν κάνουν καλό σε κανέναν: Ούτε στην ελληνική οικονομία, άρα και στους δανειστές της Ελλάδας, καθώς η αξία των απαιτήσεων τους εξαρτάται από την ικανότητα της  Αθήνας να τις αποπληρώσει.

Η βασική διαφωνία εντοπίζεται μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τον Ευρωπαίων δανειστών. Συνοπτικά το ΔΝΤ είναι πιο απαισιόδοξο από τις χώρες της Ευρωζώνης για τις προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδας και για την ικανότητα της να διατηρήσει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για πολλά χρόνια. Έτσι, το Ταμείο επιμένει σε μια δέσμευση για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους που θα είναι πιο γενναία και πιο συγκεκριμένη από αυτή που έχει προσφερθεί μέχρι στιγμής από την Ευρώπη. Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχει ασκήσει δημόσια κριτική στο ΔΝΤ επειδή εκτιμά ότι η μακροπρόθεσμη ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα φτάσει το 1% ετησίως για τα επόμενα 40 χρόνια. Ακόμη και οι ευρωπαϊκές εκτιμήσεις είναι πολύ χαμηλές και φθάνουν τα 1,2% αλλά αυτή η απόκλιση έχει μεγάλη σημασία για την αναγκαία ελάφρυνση του χρέους.

Μια ψύχραιμη ματιά στα γεγονότα δείχνει πως δεν υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους αυτή διαφωνία έχει γίνει τόσο μεγάλο εμπόδιο. Και αυτό οφείλεται σε δύο σημεία:

Πρώτον, η δομή του ελληνικού χρέους έχει απλωθεί τόσο πολύ που το τεράστιο μέγεθος του δεν έχει τόση σημασία. Αυτό που μετράει είναι το πόσο επιβαρύνει την ελληνική οικονομία η αποπληρωμή του χρέους  χρόνο με τον χρόνο. Ως αποτέλεσμα είναι πιθανό να μειωθεί σημαντικά αυτό το βάρος χωρίς να μειωθεί το ονομαστικό χρέος της Ελλάδας, κάτι το οποίο αποτελεί και την πιο «κόκκινη» γραμμή απ΄ όλες όσες θέτουν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της πιο συνολικής ανάλυσης που έχει γίνει για την κατάσταση του ελληνικού χρέους από τους οικονομολόγους του Peterson Institute.

Δεύτερον, λόγω της αναδιάρθρωσης που ήδη έχει γίνει, δεν είναι το μέγεθος του χρέους που κρατά πίσω την ανάπτυξη. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πολύ μεγάλη ύφεση και αν βγουν τα διάφορα φρένα που την κρατάνε υπάρχει η δυνατότητα για μεγάλη ανάκαμψη. Ποια είναι αυτά τα φρένα; Στην προκειμένη περίπτωση είναι η συρρίκνωση του κρατικού προϋπολογισμού για να επιτευχθούν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων, η αβεβαιότητα σχετικά με την βραχυπρόθεσμη εξυπηρέτηση του χρέους και η πιθανότητα μιας νέας κρίση χρηματοδότησης, και γενικά οι αμφιβολίες που προκαλούν οι αέναες συνομιλίες που κρατούν μακριά τις επενδύσεις, ενώ παραμένουν σε ισχύ τα capital controls και η Ελλάδα μένει εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Σήμερα, με το τέλος της λιτότητας να είναι ορατό, η ελληνική οικονομία έχει αρχίσει και πάλι να αναπτύσσεται, έστω και αδύναμα. Η ανεργία υποχωρεί. Φανταστείτε την βελτίωση που θα μπορούσε να φέρει μια απόφαση που θα επέτρεπε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συμπεριλάβει και την Ελλάδα στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της.

Οπότε, είναι επιτακτικό να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα λιτότητας το συντομότερο δυνατό για να δοθεί η δυνατότητα στην οικονομία να «αναπνεύσει» και να μειωθούν οι κίνδυνοι σχετικά με την αποπληρωμή του χρέους σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο διάστημα. Μια πορεία ανόδου, αν της δοθεί χρόνος, μπορεί να γυρίσει τις προοπτικές προς το καλύτερο, επιτρέποντας στην ανάκαμψη να στεριώσει. Αυτό μπορεί ακόμη και να επιτρέψει την διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμών για πολλά χρόνια.

Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να μην συνεχιστούν περαιτέρω οι δημοσιονομικές προσαρμογές, δεδομένου ότι η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4,2% του ΑΕΠ πέρσι. Θα πρέπει επίσης να υπάρξει συμφωνία για την πρόωρη αναχρηματοδότηση των χρεών που λήγουν τα επόμενα χρόνια. Τέλος θα πρέπει να «απλωθεί» περαιτέρω το δημόσιο χρέος όπως προτείνει και το Peterson Institute.

Η συμφωνία μπορεί να βασιστεί στην αναδιάρθρωση του χρέους. Τα χρέη της Ελλάδας στους Ευρωπαίους εταιρείες μπορεί να διαμορφωθεί ώστε να προβλέπει αποπληρωμές βάσει του ΑΕΠ που θα θέτουν ανώτατο όριο σε αυτές αν η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι δυνατή αλλά και την υποχρέωση επιπλέον καταβολών αν η οικονομική ανάπτυξη ξεπερνά τους στόχους.

Το πρόβλημα του ελληνικού χρέους είναι ένας γόρδιος δεσμός που πρέπει να κοπεί άμεσα. Σε αντίθετη περίπτωση οι ασήμαντες διαφωνίες θα συνεχίσουν να προκαλούν δυσανάλογα μεγάλο κακό στην Ελλάδα και σε όλους.

By