Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

Οι αυτονομιστές της Καταλονίας δεν βρίσκουν «συμπάθεια» στην Ευρώπη

Στη συντριπτική πλειονότητά τους, τα ευρωπαϊκά κράτη δεν βλέπουν με «καλό μάτι» τις προσπάθειες των αυτονομιστών της Καταλονίας για ανεξαρτησία. Οι κυβερνήσεις στο Βερολίνο, το Παρίσι, το Λονδίνο και αλλού δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να διασπαστεί η Ισπανία και δεν πιστεύουν ότι οι αξιώσεις των αυτονομιστών έχουν νομική ή πολιτική βάση.

Δεν συμβαίνει το ίδιο και με την πρώην γιουγκοσλαβική δημοκρατία της Σλοβενίας. Τους αυτονομιστές της Καταλονίας που διεκδικούν την ανεξαρτητοποίησή τους από την Ισπανία, η Σλοβενία τους βλέπει με… συμπάθεια. «Πολλοί Σλοβένοι νοιάζονται αληθινά για τους Καταλανούς», δήλωσε ο Μπορούτ Παχόρ, ο πρόεδρος της χώρας, την 1η Οκτωβρίου –ημέρα διενέργειας του δημοψηφίσματος που η Μαδρίτη θεωρεί άκυρο.

Ο συναισθηματικός «δεσμός» των Σλοβένων με τους Καταλανούς αυτονομιστές αποτελεί μυστήριο. Έχουν περάσει 26 ολόκληρα χρόνια από τότε που οι ίδιοι αποσχίστηκαν από την κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία και κέρδισαν πλήρη ανεξαρτησία για πρώτη φορά στην ιστορία τους. Φαίνεται πως οι Σλοβένοι παραλληλίζουν τους Καταλανούς με τους ίδιους –έναν μικρό λαό που ζούσε κάτω από τη σέρβικη κυριαρχία στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, όπως το ένιωθαν οι ίδιοι οι Σλοβένοι.

Ανάλογες συγκρίσεις κάνουν και οι αυτονομιστές της Καταλονίας. Ο Καρλ Πουτζντεμόν, ηγέτης της καταλονικής κυβέρνησης, επισκέφθηκε τη Σλοβενία το 1991. Τότε, είχε δηλώσει τον θαυμασμό του για τις ειρηνικές, δημοκρατικές μεθόδους με τις οποίες οι Σλοβένοι επιστράτευσαν για να πετύχουν τους στόχους τους. Παρ’ όλη τη σύμπνοια μεταξύ της Καταλονίας και της Σλοβενίας, οι διαφορές στην ιστορία τους είναι περισσότερες από τις ομοιότητές τους.

Το 1989, οι Σλοβένοι πολιτικοί που τάσσονταν υπέρ της ανεξαρτησίας, τροποποίησαν το Σύνταγμα της χώρας με έμφαση στο δικαίωμα εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Τον Απρίλιο του 1990 διενέργησαν ελεύθερες πολυκκοματικές εκλογές. Τον Δεκέμβριο του 1990 διενέργησαν δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τους και το αποτέλεσμα ήταν «Ναι» με συμμετοχή 90%. Τον Ιούνιο του 1991, η Σλοβενία κήρυξε την ανεξαρτησία της και μετά από μια ολιγοήμερη σύγκρουση με τον γιουγκοσλαβικό στρατό, τον γνωστό και ως «Πόλεμο των 10 ημερών», η Σλοβενία εισήλθε στον κόσμο των αυτόνομων κρατών.

Στην Καταλονία, αντιθέτως, ο πληθυσμός σε καμία περίπτωση δεν ζητά ομόφωνα την απόσχισή του από το ισπανικό κράτος. Στο δημοψήφισμα της 1ης Οκτωβρίου, ναι μεν το 90% ψήφισαν καταφατικά, αλλά προσήλθε στις κάλπες μόνο το 43% των Καταλανών. Οι πολίτες που τάσσονται κατά της ανεξαρτησίας μποϊκόταραν το δημοψήφισμα.

Επιπλέον, τα έτη 1989-91 η Σλοβενία κατοικούνταν σχεδόν αποκλειστικά από Σλοβένους, με εξαίρεση μια μικρή μειοψηφία Σέρβων. Η Σλοβενία, όμως, δεν συνορεύει με τη Σερβία και αυτό διαφοροποιεί την περίπτωσή της από την Κροατία και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη όπου οι πληθυσμοί των Σέρβων πολέμησαν –με την υποστήριξη της γειτονικής Σερβίας– ενάντια στους Κροάτες και τους Βόσνιους (Μουσουλμάνους της Βοσνίας0 στους πολέμους των ετών 1991 έως 1995.

Η Καταλονία, όμως, σε καμία περίπτωση δεν είναι τόσο ομογενής όσο η Σλοβενία. Σύμφωνα με τα στοιχεία από την κρατική απογραφή του 2013, το 46% του πληθυσμού στην περιοχή μιλούν τα Ισπανικά ως κύρια γλώσσα τους, το 36% μιλούν Καταλανικά και το 12% μιλούν και τις δύο εξίσου. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η πλειονότητα των Καταλανών θέλουν να παραμείνουν στην Ισπανία.

Άλλη μία βασική διαφορά έχει να κάνει με την ηγεσία. Ο Ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι μπορεί να κατηγορηθεί για υπερβολικό ζήλο στην τήρηση της τάξης. Ούτε ο Φάνκο –ο πρώην δικτάτορας της Ισπανίας– είναι, όμως, ούτε ο Μιλόσεβιτς, ο πανίσχυρος ηγέτης των Σέρβων, Μιλόσεβιτς, που κυβέρνησε στα τέλη του 20ού αιώνα. Η Ισπανία είναι μια δημοκρατική χώρα.

Η μεγαλύτερη διαφορά, όμως, είναι ότι όπως συνέβη με την επανάσταση του 1821 στην Ελλάδα και του 1860 στην Ιταλία, ο αγώνας της Σλοβενίας για ανεξαρτησία βρήκε στήριξη στις ξένες Δυνάμεις. Αντιθέτως η Καταλονία, όπως και το Κουρδιστάν, δεν απολαμβάνουν καμία τέτοια στήριξη.

By