Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Οι δανειστές πρέπει να άρουν το αδιέξοδο

Καθώς η οικονομική ανάκαμψη ενδυναμώνεται ακόμη και στα πιο προβληματικά κομμάτια της περιφέρειας της Ευρωζώνης, η κατάσταση στην οποία παραμένει βαλτωμένη η Ελλάδα γίνεται ακόμη πιο εμφανής.

Περίπου το ένα τέταρτο του εργατικού δυναμικού της χώρας παραμένει χωρίς δουλειά. Η ανάπτυξη της οικονομίας «πάγωσε» στα τέλη του προηγούμενου έτους και οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων τραβάνε τα λεφτά τους από τις τράπεζες. Η πρόσφατη πτώση της εμπιστοσύνης οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αβεβαιότητα που επικρατεί σχετικά με τα επόμενα στάδια του προγράμματος διάσωσης.

Η συμφωνία της προηγούμενης εβδομάδας με τους Θεσμούς φέρνει μεγάλη ανακούφιση. Η συμφωνία επικεντρώνεται σε φορολογικές και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να υλοποιήσει η Αθήνα για να λάβει επιπλέον βοήθεια. Μέσω αυτής της συμφωνίας η Ελλάδα θα λάβει επιπλέον οικονομική βοήθεια πριν από τον Ιούλιο όπου θα πρέπει να αποπληρώσει παλαιά χρέη ύψους 6 δισ. ευρώ.

Τα μέτρα που θα διευρύνουν την φορολογική βάση και θα μειώσουν τα κόστη του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι σημαντικά στο μεσοπρόθεσμο διάστημα. Όμως, αν καταφέρουν να λύσουν το αδιέξοδο, η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στη χώρα μπορεί να αντισταθμίσει τις απώλειες στα εισοδήματα των Ελλήνων.

Αν και το περίγραμμα της συμφωνίας μεταξύ των Θεσμών και της Ελλάδας είναι πλέον ξεκάθαρο, την ίδια στιγμή υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στους δανειστές που θα πρέπει να γεφυρωθούν.

Από την αρχή της κρίσης χρέους της Ελλάδας, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, θέλοντας να προστατέψουν τις τράπεζές και τους φορολογούμενούς τους ζητούν από τις ελληνικές κυβερνήσεις την τήρηση υπερβολικά αισιόδοξων στόχων οικονομικής ανάπτυξης και πρωτογενών πλεονασμάτων, αντί να δέχονται την ανάγκη για γενναία ελάφρυνση του χρέους. Παρά τις προβλέψεις, η Ελλάδα φαίνεται ότι έχει ξεπεράσει τον στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2016, ωστόσο το αυξημένο κοινωνικό κόστος της λιτότητας που έχει επιβληθεί είναι μη αποδεκτό.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει ξεκαθαρίσει ότι θεωρεί τα υψηλά πλεονάσματα που ζητούνται από την Ελλάδα μη βιώσιμα και την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους απαραίτητη. Το βασικό ζήτημα που παραμένει ανοιχτό είναι το πόσο καιρό θα πρέπει η Ελλάδα να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ μετά από το 2018 που θεωρητικά λήγει το ελληνικό πρόγραμμα. Το αν το ΔΝΤ θα συνεχίσει να συμμετάσχει οικονομικά στο ελληνικό πρόγραμμα  -κάτι το οποίο ζητά με επιμονή η Γερμανία- θα εξαρτηθεί από «μια στρατηγική για την βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους», όπως ανέφερε εκπρόσωπος του Ταμείου την Παρασκευή.

Αυτό βάζει τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης σε μια δύσκολη θέση. Γιατί πρέπει να βρουν έναν τρόπο μείωσης των χρεών της Ελλάδας που θα μπορέσουν να «πουλήσουν» στους ψηφοφόρους τους. Μια νέα μελέτη από το Peterson Institute for International Economics, δείχνει πόσο δύσκολες μπορεί να είναι οι επιλογές τους.

Ο επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, Τζερόμιν Ζετελμάϊερ, συμπεραίνει ότι με βάση κάθε πιθανό σενάριο η Ελλάδα θα χρειαστεί επιπλέον ελάφρυνση του χρέους. Κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει και χωρίς την απομείωση του χρέους στην οποία αντιτίθενται οι χώρες της Ευρωζώνης. Ωστόσο αν το Eurogroup μείνει μόνο στα μέτρα που έχει πει ότι θα εξετάσει και συγκεκριμένα μόνο στην επιμήκυνση του χρέους και την σταθεροποίηση των επιτοκίων το χρέος της Ελλάδας θα συνεχίσει να αυξάνεται για αρκετές δεκαετίες πριν αρχίσει να υποχωρεί.

Οι δανειστές της Ελλάδας πρέπει να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα σύντομα. Τόσο αυτοί όσο και η Ελληνική κυβέρνηση έχουν ηθική υποχρέωση να βάλουν τέλος στα επαναλαμβανόμενα επεισόδια με τις αξιολογήσεις και τις προθεσμίες. Η Ελλάδα έχει υποφέρει από την ύφεση το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας. Ακόμη αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις. Η συνεχόμενη αβεβαιότητα σχετικά με το πρόγραμμα διάσωσης κρατάει μακριά τις επενδύσεις που θα μπορούσαν να βοηθήσουν την οικονομία της χώρας προς την ανάπτυξη.

By