Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024

Η Γερμανία υπολογίζει όλο και λιγότερο τη Μεγάλη Βρετανία

Όταν η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι η Γερμανία και οι εταίροι της στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορούν πλέον να βασίζονται πλήρως στους ομιλούντες αγγλικά συμμάχους τους, εννοούσε κυρίως τις ΗΠΑ υπό την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ.

Ωστόσο, το συγκεκριμένο σχόλιο που έκανε από το Μόναχο αναδεικνύει και το πόσο χαμηλά έχει πέσει η Βρετανία στην λίστα των κοντινών συμμάχων της Γερμανίας, μετά από την ψήφο για το Brexit.

Για σχεδόν 70 χρόνια και μετά από την δημιουργία του ΝΑΤΟ και της Δυτικής Γερμανίας το 1949, θεωρούταν αδιανόητο για έναν Καγκελάριο της Γερμανίας να βάλει στο ίδιο πλαίσιο το Λονδίνο και τη Μόσχα, ως πρωτεύουσες με τις οποίες θέλει να διατηρήσει καλή σχέση. Η κυρία Μέρκελ τόνισε ότι η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει υπεύθυνη για το δικό της μέλλον. «Φυσικά με φιλική διάθεση προς τις ΗΠΑ και με φιλική διάθεση προς την Μεγάλη Βρετανία, και με καλές σχέσεις με όλους τους γείτονες μας όπου αυτό είναι εφικτό, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας…».

Με τις εκλογές της 8η Ιουνίου να βρίσκονται προ των πυλών, Βρετανοί πολιτικοί και αναλυτές σχολίασαν με πολλούς τρόπους τα σχόλια της κυρίας Μέρκελ. Μια από τις πιο σκληρές επιθέσεις προήλθε από το editorial της εφημερίδας London Evening Standard, στέλεχος της οποίας είναι ο Τζωρτζ Όσμπορν, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας τον οποίο η Τερέζα Μέι απέλυσε μόλις έγινε πρωθυπουργός.

Η εφημερίδα κατηγόρησε την κυρία Μέι για «υπεροπτική συμπεριφορά» και για κακό χειρισμό του Brexit κάνοντας λόγο για πλήγμα στην διεθνή θέση της Βρετανίας. «Δεν θα μπορούσαμε να είχαμε χειρότερη αρχή… Όποιον τον νοιάζει η θέση της Βρετανίας στον κόσμο πρέπει να ένιωσε έντονη ενόχληση όταν αυτό το Σαββατοκύριακο άκουσε την Άνγκελα Μέρκελ να βάζει στην ίδια μοίρα τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο αναφέροντας ότι κανένας από τους δύο δεν είναι αξιόπιστος εταίρος».

Σε μια προσπάθεια να περιορίσει την ζημιά από τα σχόλια της κυρίας Μέρκελ, η υπουργός Εσωτερικών της Βρετανίας Άμπερ Ρουντ δήλωσε στο BBC ότι η χώρα θα παραμείνει αξιόπιστος εταίρος της Γερμανίας και της υπόλοιπης Ευρώπης, σε θέματα ασφάλειας, άμυνας και «ελπίζουμε σε θέματα εμπορίου».

Όμως στα Γερμανικά αυτιά οι δηλώσεις της κυρίας Ρουντ χάνουν το νόημα τους. Γερμανοί πολιτικοί, διπλωμάτες και επιχειρηματίες έχουν την ψυχρή άποψη ότι η Βρετανία με την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση προκαλεί κακό στον εαυτό της και μειώνεις την διεθνή της επιρροή.

Ενδεχομένως επειδή πολλοί από αυτούς δεν μιλούν Γερμανικά οι Βρετανοί πολιτικοί δεν δείχνουν να γνωρίζουν τους τόνους με τους οποίους οι Γερμανοί σχολιάζουν την κυβέρνηση της κυρίας Μέι και τα σχέδια της για τις διαπραγματεύσεις σχετικά με το Brexit. Ακολουθεί ένα παράδειγμα μεταφρασμένο από τα Γερμανικά: Συγκρίνοντας την κυρία Μέι με τον αυταρχικό Τούρκο πρόεδρο Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογαν ένας αρθρογράφος αναφέρει ότι η βρετανίδα πρωθυπουργός έχει «χάσει την επαφή με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα» και συμπεριφέρεται με «τσιριχτό και πομπώδη τρόπο».

Τέτοια καυστική γλώσσα εμφανίζεται και στα γερμανικά άρθρα για τον Ντόναλντ Τραμπ. Σε ένα άρθρο της για την Deutsche Well η Μπάρμπαρα Βέσελ, η ανταποκρίτρια της γερμανικής τηλεόρασης στις Βρυξέλλες, γράφει: «Με όλο τον σεβασμό, κύριε Πρόεδρε. Κύριε, είστε ένας ηλίθιος».

Οι Γερμανοί αντιπαθούν τον Τραμπ και βλέπουν υποτιμητικά το Brexti επειδή έρχονται σε αντίθεση με τη δική τους χώρας, της οποίας η ευημερία, ή ασφάλεια και η μοντέρνα της ταυτότητα είναι ενσωματωμένες στην ευρωπαϊκή συνεργασία. Μετά από την εκλογή του ευρωπαϊστή Εμάνουελ Μακρόν στην προεδρία της Γαλλίας, η αρνητική στάση των Γερμανών έναντι της Βρετανίας έχει ενταθεί.

Υπάρχει, ωστόσο, και η αντίθετη άποψη που εκφράζει στην εφημερίδα Japan Times ο έμπειρος συντηρητικός πολιτικός και ειδικός στα διεθνή θέματα Λόρδος Χάουελ. Στο άρθρο το προβλέπει ότι οι προσπάθειες Μέρκελ – Μακρόν για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης θα αποτύχουν. Η Βρετανία θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί αυτήν την ευκαιρία και ενισχύσει την συμμαχία της με την Γαλλία, αναφέρει. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ιδέα. Το κατά πόσο όμως συμπίπτει με τις προθέσεις του κυρίου Μακρόν μένει να φανεί.

By