Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

IOBΕ: Υποβάθμισε κατά 1% το ρυθμό ανάπτυξης της χώρας

Σε  αναθεώρηση της πρόβλεψής του για την ανάπτυξη προχώρησε το ΙΟΒΕ

euro1

Στην τριμηνιαία έκθεσή του για την οικονομία προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 1,0% φέτος, έναντι της προηγούμενης πρόβλεψης για ανάπτυξη 2,3%, ενώ η πρόβλεψη της κυβέρνησης είναι 1,4%.

Στην πρόβλεψή του για το ΑΕΠ δεν ενσωματώνει δυνητικές επιδράσεις από ενδεχόμενες ανατροπές στο μακροοικονομικό περιβάλλον στην Ελλάδα.

«Εφόσον το μακροοικονομικό περιβάλλον δεν κλονιστεί ισχυρά από την έκβαση των διαπραγματεύσεων, η διατήρηση ή και περαιτέρω βελτίωση των λιγότερο απαισιόδοξων προσδοκιών των νοικοκυριών και η συνέχιση της ήπιας υποχώρησης της ανεργίας, μπορούν να οδηγήσουν σε άνοδο της κατανάλωσης των νοικοκυριών το 2015, ελαφρώς μεγαλύτερη του 1%», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Το Ίδρυμα χτυπά καμπανάκι για την πολιτική αβεβαιότητα, που κορυφώνεται λόγων των «παρατεταμένων και πολυκύμαντων διαπραγματεύσεων», για την έκβαση των οποίων δεν υπάρχουν προς το παρόν σαφείς ενδείξεις.

Συγκεκριμένα, προειδοποιεί ότι η πολιτική αβεβαιότητα θα συνεχίσει να επιδρά έντονα στο επίπεδο ρευστότητας της οικονομίας και συμπληρώνει ότι τους τελευταίους μήνες έχει εκδηλωθεί μια σαφής τάση απόσυρσης των καταθέσεων επιχειρήσεων και νοικοκυριών από τα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα, με στόχο να διαφυλάξουν τον πλούτο τους έναντι του νομισματικού κινδύνου.

«Προκειμένου να το επιτύχουν», αναφέρεται στην έκθεση, «πιθανότατα έχουν στραφεί σε χρηματοοικονομικές επενδύσεις στο εξωτερικό. Όμως, θεωρείται αρκετά πιθανή η αύξηση αγορών διαρκών αγαθών από τα νοικοκυριά και κεφαλαιουχικών αγαθών από τις επιχειρήσεις. Ακολούθως, θα τονωθούν η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις, αλλά και οι εισαγωγές».

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, σε κάθε περίπτωση η μείωση των καταθέσεων «αποστερεί τις επιχειρήσεις από πόρους τους οποίους θα μπορούσαν να αντλήσουν μέσω του τραπεζικού συστήματος για την πραγματοποίηση επενδύσεων, εδραιώνοντας και ενισχύοντας φέτος την ανάκαμψη του 2014 στην ελληνική οικονομία».

Εξάλλου, στην έκθεση επισημαίνεται ότι «μια ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων που θα διασφαλίσει τη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει επιτευχθεί, τη συνέχιση της προσπάθειας για βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, καθώς και των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία του κράτους και των αγορών, θα μεταβάλλει άμεσα προς το καλύτερο το κλίμα στην ελληνική οικονομία».

«Όμως», συμπληρώνεται, «για την καλυτέρευση του επενδυτικού περιβάλλοντος είναι αναγκαία η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των δυνητικών επενδυτών ως προς την υλοποίηση των συμφωνημένων με τους εταίρους πολιτικών, κυρίως των μεταρρυθμίσεων, αλλά και ως προς τη σταθερότητα ορισμένων παραμέτρων της οικονομίας που επηρεάζουν σημαντικά την αποδοτικότητα των επενδύσεων, όπως το φορολογικό σύστημα, οι εργασιακές σχέσεις, η ευρωστία του τραπεζικού συστήματος».

Πάντως, εκτιμάται ότι ο απαιτούμενος χρόνος «για την επιβεβαίωση των παραπάνω περιορίζει πολύ τα περιθώρια για μια έντονη αναθέρμανση των επενδύσεων κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους».