Πέμπτη, 28 Σεπτεμβρίου, 2023

La casa de Papel!

Σαν άλλος… Καθηγητής, ο Σέρτζιο Σκαριόλο μάζεψε την ομάδα του και έκανε την τέλεια «ληστεία» με την κούπα του Eurobasket. Πώς κατάφερε, όμως, η Ισπανία να φτάσει στη κορυφή;

Μία από τις πιο εμπορικές και πετυχημένες σειρές όλων των εποχών βασίστηκε σε ένα απλό μοτίβο: Άνθρωποι περιθωριοποιημένοι, με λίγες ικανότητες σε ατομικό επίπεδο και χωρίς καμία προσδοκία, καταφέρνουν να κάνουν το… κόλπο του αιώνα και μία (σχεδόν) τέλεια ληστεία καθοδηγούμενοι από τον Καθηγητή.

Το Casa de Papel ήταν για εβδομάδες νο1 στον κόσμο γιατί, εκτός των διάφορων τρικς σε επίπεδο σκηνοθεσίας, σεναρίου, εφέ, έδωσε στο κοινό κάτι που πάντα αγαπούσε και θα αγαπά: Την δύναμη του αουτσάιντερ, που κόντρα σε όλους και σε όλα τα καταφέρνει στο τέλος πετυχαίνει αυτό που θέλει στο τέλος.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Ποιος δεν θέλει να βλέπει ομάδες να έρχονται από το… πουθενά και να κατακτούν τρόπαια; Τα παραδείγματα – πάντα σε αθλητικό πλαίσιο – είναι αρκετά και αξέχαστα. Από χθες το βράδυ, έχουμε ακόμα ένα.

Η Ισπανία του Σέρτζιο Σκαριόλο ξεκίνησε το Eurobasket στο… δεύτερο επίπεδο. Οι Σέρβοι, οι Έλληνες και οι Σλοβένοι, μαζί ίσως με τους Γάλλους, ξεκινούσαν ένα «κλικ» πιο μπροστά από τους υπόλοιπους. Τα power rankings είχαν τους Ίβηρες στο νο8 και ο έμπειρος τεχνικός κλήθηκε να διαχειριστεί ένα γκρουπ παικτών με έναν «μπαρουτοκαπνισμένο» (Ρούντι), δύο NBAers που σίγουρα δεν είναι στο προσκήνιο της κορυφαίας λίγκας του κόσμου (αδέρφια Ερνανγκόμεθ), έναν νατουραλιζέ που στην αρχή δεν τον ήθελε κανένας (Μπράουν) και εννιά (!) rookies σε τέτοιες διοργανώσεις. Με λίγα λόγια, η κατάκτηση ενός μεταλλίου έμοιαζε με mission impossible.

Όμως…

Όμως, οι Ισπανοί δεν στέκονται στους παίκτες. Προφανώς μιλάμε για ομάδα που είχε ποιότητα, αλλά το βασικό στοιχείο που τους κάνει να ξεχωρίζουν σταθερά εδώ και πολλά χρόνια είναι η συνέπεια. Οι Ίβηρες έχουν πλέον σχολή και έχουμε… βαρεθεί να βλέπουμε την φανέλα τους σε τελικούς. Οι «μικροί» έκαναν… όργια το καλοκαίρι σε όλες τις ηλικιακές βαθμίδες και οι «μεγάλοι» κινήθηκαν αθόρυβα, πίσω από τον Γιάννη, τον Λούκα και τον Γιόκιτς για τον μεγάλο θρίαμβο.

Πώς το πέτυχε αυτό; «Είμαστε μία οικογένεια», ήταν η ατάκα που «έπαιξε» περισσότερο στις δηλώσεις των πρωταθλητών Ευρώπης και, όσο και αν θέλουμε να λέμε ότι τα stats κυριαρχούν στο μπάσκετ, ίσως οι παίκτες γνωρίζουν κάτι παραπάνω.

Ας μιλήσουμε με την σκληρή γλώσσα τον αριθμό: Ο καλύτερος σκόρερ των Ισπανών, ο MVP Ουίλι Ερνανγκόμες, ήταν μόλις 10ος στη σχετική λίστα του τουρνουά, πίσω από Γιάννη, Μάρκανεν, Βεζένκοφ, Λούκα, Σρέντερ, Γιόκιτς, Μούσα, Φοντέκιο και Μπογκντάνοβιτς. Ο ίδιος πάικτης ήταν ο καλύτερος Ισπανός στα ριμπάουντς (6,9 μέσο όρο), αλλά μόλις 16ος στο σύνολο!

Και δεν είναι μόνο αυτό: Οι μεγάλοι νικητές είχαν μόλις έναν παίκτη στο Top-30 (!) με τους πιο εύστοχους παίκτες από το τρίποντο (Χάιμε Φερνάντεθ, 45%) και ακόμα έναν στο Top-25 της λίστας στα δίποντα (Ουίλι Ερνανγκόμεθ, έκτος με 64%).

Μοναδική εξαίρεση στα ατομικά στατιστικά ήταν ο Μπράουν, που ολοκλήρωσε το τουρνουά ως ο δεύτερος καλύτερος πασέρ, πίσω μόνο από τον Ντι Μποστ (που δεν έπαιξε καν στα νοκ – άουτ) με 7,6 ασίστ μέσο όρο.

Πώς όμως κατάφερε μία ομάδα χωρίς κάποιον εξαιρετικό σκόρερ ή σουτέρ να κυριαρχήσει; Το μυστικό, όπως ακριβώς και στο Casa de Papel, βρίσκεται στο σύνολο.

Η απουσία ένας σταρ τύπου Πάου Γκασόλ ήταν καταλυτική για να υπάρξει καλύτερη ομαδική δουλειά σε κάθε επίπεδο. Τα stats δείχνουν την Ισπανία στην 5η θέση της καλύτερης επίθεσης του τουρνουά (90,8 πόντοι ανά αγώνα), στο νο4 της ευστοχίας σε field goals (48,6%), δεύτερη σε δίποντα (58,8%) και τρίτη σε efficiency. O Σκαριόλο «κάλυψε» την αδυναμία στο μακρινό σουτ (10η στο τουρνουά με 35,1%, λίγο πάνω από το 34,9% της Ελλάδας) με σωστή οργάνωση, με στόχευση και με ξεκάθαρους ρόλους για όλους.

Ο Ιταλός πήρε κάτι (ή και παραπάνω από αυτό) απ’όλους: Ο 11ος παίκτης σε χρόνο συμμετοχής, ο 22χρονος Ζοέλ Πάρα της Μπανταλόνα, έπαιξε 13 λεπτά μέσο όρο στην διοργάνωση και ο Μπράουν ήταν πρώτος στον χρόνο συμμετοχής με «μόλις» 25′ ανά αγώνα. Ανάλογα δε το ματς, ο Σκαριόλο κοιτούσε στον πάγκο και έβγαζε… λαγούς από το μανίκι του: Ο Αλμπέρτο Ντίαζ ήταν απίστευτος αμυντικά κόντρα στον Σρέντερ, ο Τσάβι Λόπες – Αποστέγκι ήταν εξαιρετικός στον ρόλο του αθόρυβου «glue guy», o Ουσμάν Γκαρούμπα έδινε ανάσες και μία διαφορετική οπτική στην front line, ο Ντάριο Μπριθουέλα σκόραρε περίπου έναν πόντο ανά δύο λεπτά στο παρκέ (7,9 ανά αγώνα σε 15,6′ μέσο όρο) και ο Χάιμε Φερνάντεθ σούταρε με 45% από το τρίποντο. Ρολίστες πολυτελείας!

Από εκεί και πέρα, ο Σκαριόλο ξεχώρισε ως ηγετική ομάδα τους αδερφούς Ερνανγκόμες και Μπράουν και δικαιώθηκε στο 100%. Ο Αμερικανός ήταν στην αρχή persona non grata για ένα κάπως «κλειστό» γκρουπ παικτών, όμως, στο παρκέ, ήταν κάτι παραπάνω από καθοριστικός για την κούπα. Έχοντας προσαρμοστεί 100% στα δεδομένα της ομάδας του και του Eurobasket, ο Μπράουν έδωσε τον τόνο, οργάνωσε υποδειγματικά και ήταν clutch στα κρίσιμα, κυριαρχώντας στην περιφέρεια.

«Του είπα να κουνήσει τον κ@λο του και να ηγηθεί»: Ο Σκαριόλο αποκάλυψε τον διάλογό του με τον Ουίλι Ερνανγκόμεθ και ο Ισπανός σέντερ έπαιξε, ίσως για πρώτη φορά στην καριέρα του, κοντά στα στάνταρ της ποιότητάς του. Με 17,2 πόντους, 6,9 ριμπάουντ και 19,7 στο ranking ανά περίπου 22 λεπτά στο παρκέ, ο σέντερ των Πέλικανς κατέκτησε το βραβείο του MVP, κυρίως γιατί κατάφερε να είναι σταθερά καλός και να ξεχωρίζει σε ένα ικανότατο γκρουπ που είχε στον θρόνο της αξιακής του κλίμακας την ομάδα και όχι έναν ή δύο σταρ.

Βέβαια, η αλήθεια είναι πως στον τελικό υπήρξε σταρ, ένας πρωταγωνιστής βγαλμένος από… ταινία. Μετά την επιτυχία του στο «Hustle» ως Μπο Κρουζ και κάποιους κακούς μήνες στο ΝΒΑ, πολλοί είπαν ότι ο Χουάντσο Ερνανγκόμες ίσως βγει εκτός… δρόμου, αλλά ο Ισπανός έδωσε ηχηρή απάντηση κόντρα στους Γάλλους με 27 πόντους, 7/9 τρίποντα, 5 ριμπάουντ και μία από τις πιο μεγαλειώδεις εμφανίσεις ever σε τελικό Eurobasket.

Αφήνοντας πάντως το καθαρά μπασκετικό κομμάτι, το βασικό συστατικό της επιτυχίας των Ισπανών «κρύβεται» στο mindset και στη νοοτροπία τους. Στο φιλικό με την Εθνική μας στο ΟΑΚΑ, οι Ίβηρες έμοιαζαν με ομάδα που οριακά θα παλέψει για την είσοδο στα νόκ-άουτ, όμως ο Σκαριόλο έλεγε στα κλασικά… πηγαδάκια πως «θα μας δείτε όταν πρέπει, όταν αρχίσουν τα σοβαρά». Μένοντας μακριά από τα φώτα και χώρις να έχουν το βάρος του «πρέπει» στις πλάτες τους, οι παίκτες της Roja «έφτιαξαν» καλό κλίμα, αγωνίστηκαν με ξεκάθαρη ταυτότητα/στόχευση και, οι περισσότεροι από αυτούς, βρήκαν μία μοναδική ευκαιρία για να πρωταγωνιστήσουν στο spotlight. O vocal ηγέτης (βλέπε Ρούντι) και η τριάδα των Μπράουν – αδερφών Ερνανγκόμες έπαιξαν σίγουρα πολύ μεγάλο ρόλο στην σπουδαία επιτυχία, όμως, σε τελική ανάλυση, οι Ισπανοί έκαναν αυτό που έχουν… μάθει από μικροί και σε διάρκεια τόσων και τόσων ετών.

Η «τέλεια ληστεία» ήταν μπροστά στα μάτια μας, αλλά επιλέξαμε να κοιτάξουμε αλλού. Και αυτό είναι η μεγαλύτερη επιτυχία για τον Σκαριόλο, ο οποίος «ντύθηκε» Καθηγητής στον δρόμο για μία ακόμα επιτυχία, την πιο σημαντική και δύσκολη της καριέρας του. Ίσως, μάλιστα, να χρησιμοποίησε κάπου και μία από τις πιο «δυνατές» ατάκες της – πιθανότατα – κορυφαίας ισπανικής σειράς όλων των εποχών.

«Όλα στον κόσμο μας διέπονται από την ισορροπία. Πάντα υπάρχει αυτό που έχεις να χάσεις και αυτό που θέλεις να κερδίσεις. Και όταν καταλάβεις ότι δεν έχεις να χάσεις τίποτα, τότε αποκτάς την αυτοπεποίθηση που χρειάζεσαι».

By