Οι πόλεμοι Ισραήλ-Ιράν και Ουκρανίας-Ρωσίας σε συνδυασμό με την επιθετική εμπορική πολιτική του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, τροφοδοτούν μεγάλη αβεβαιότητα στις διεθνείς αγορές. Ναι μεν οι επενδυτές αναζητούν επενδυτικά καταφύγια, αλλά αυτά σήμερα γίνονται όλο και πιο δυσεύρετα. Οι σπασμωδικές κινήσεις του Τραμπ στις εμπορικές διαπραγματεύσεις, με άλλες χώρες, υπό την απειλή δασμών μαζί με τον κίνδυνο μιας πετρελαϊκής κρίσης καθώς κλιμακώνεται η σύρραξη Ισραήλ-Ιράν έχουν πλήξει την εμπιστοσύνη στο δολάριο. Οι μετοχές του αμυντικού και του κατασκευαστικού κλάδου στην Ευρώπη προβάλλονται όλο και περισσότερο ως ασφαλείς επιλογές για τους επενδυτές. Δάνεια 150 δισ. ευρώ, που θα κατανεμηθούν άμεσα από την Ε.Ε για την τόνωση της άμυνας των κρατών-μελών μαζί με τα σχέδια της Γερμανίας για την ανανέωση των υποδομών και των ενόπλων δυνάμεων, περίπου με ένα τρισ. ευρώ σε μια δεκαετία αποτελούν πόλο έλξης για τους διεθνείς επενδυτές.
Από τις αρχές του έτους, οι μετοχές των αμυντικών εταιρειών Rheinmetall, BAE Systems, Thales και Leonardo SpA έχουν σημειώσει άνοδο 188%, 67%, 80% και 84%, αντίστοιχα. Η ζήτηση αναμένεται να παραμείνει ισχυρή, με τον αμερικανικό επενδυτικό κολοσσό BlackRock να ανακοινώνει προ τριών εβδομάδων το διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο European Defence UCITS, το οποίο είναι συνδεδεμένο με τις αποδόσεις των ευρωπαϊκών εταιρειών, που αποκομίζουν έσοδα από πωλήσεις στρατιωτικού εξοπλισμού.
Όπως επισημαίνουν αναλυτές στο Euronews, οι κατασκευαστικοί όμιλοι της Ευρώπης έχουν την προοπτική να επωφεληθούν από τις δαπάνες της Γερμανίας σε υποδομές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κατασκευαστική Eiffage, η οποία ήδη σύναψε σύμβαση 7 δισ. δολαρίων για ανακαίνιση κτιρίων των ενόπλων δυνάμεων της Γαλλίας. Ένα ακόμη παράδειγμα είναι η ενεργειακή E.ON, δεδομένου ότι στην Ευρώπη λαμβάνονται μέτρα για τον εκσυγχρονισμό των δικτύων ηλεκτροδότησης. Σε πρόσφατη ανάλυση, η Goldman Sachs αναφέρει πως υπάρχουν οι ανάγκες σε αυτόν τον τομέα, οι οποίες δημιουργούν μια ευκαιρία που δεν έχει εκτιμηθεί σε όλη της την κλίμακα. Στη Γερμανία, υπολογίζεται πως η ανανέωση των βιομηχανικών και πράσινων υποδομών θα οδηγήσει σε τόνωση της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργειας κατά 1%, ετησίως, με τις RWE και Siemens Energy να αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρόλο. Δεν είναι τυχαίο που οι μετοχές των Siemens Energy και RWE έχουν ενισχυθεί κατά 73% και 19% από τις αρχές του έτους.
Χρυσός, πλατίνα και ασήμι εμπλουτίζουν το επενδυτικό μενού
Ο χρυσός αποτελεί πια το επικρατέστερο επενδυτικό καταφύγιο, με την πλατίνα και το ασήμι να καταγράφουν επίσης εντυπωσιακά κέρδη. Η προοπτική να συμμετάσχουν ενεργά οι ΗΠΑ στον πολεμικό μέτωπο ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν, προκειμένου να εξουδετερώσουν το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, έχει οδηγήσει στα ύψη τις τιμές των πολύτιμων μετάλλων. Από τις αρχές του έτους, οι τιμές του χρυσού, του ασημιού και της πλατίνας έχουν αναρριχηθεί 29%, 24% και 36%, αντίστοιχα. Μπορεί ο χρυσός να έχει καταλαγιάσει στα 3.3380 δολάρια την ουγκιά μετά από προηγούμενα ρεκόρ, αναμένεται όμως να παραμείνει επίκαιρος. Έρευνα του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού έδειξε πως το 95% των κεντρικών τραπεζών εκτιμούν πως θα αυξηθούν τα παγκόσμια αποθέματα εντός του επόμενου έτος. Επειδή, παράλληλα, τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ είναι ευμετάβλητα και το δολάριο έχει αποδυναμωθεί σημαντικά, η πλατίνα έχει αναρριχηθεί στο υψηλό τετραετίας και κυμαίνεται πια στα 1.280 δολάρια την ουγκιά. Το ασήμι έχει φτάσει, επίσης, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2012 λόγω της ισχυρής βιομηχανικής ζήτησης, της ανεπαρκούς προσφοράς και της αποστροφής ρίσκου λόγω της γεωπολιτικής αβεβαιότητας.
Πτώση άνω του 10% του δολαρίου ΗΠΑ από τις αρχές του έτους
Ας μην λησμονείται πως οι πολιτικές του Τραμπ έχουν επιβαρύνει το δολάριο, το οποίο έχει χάσει το 10% της αξίας του έναντι του ευρώ, της στερλίνας και του ελβετικού φράγκου. Με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης των Ρεπουμπλικάνων να μην τίθεται σε εγρήγορση από τη πτώση του δολαρίου, αναλυτές θεωρούν πως οι συνθήκες αυτές θα συνεχίσουν να υφίστανται, τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον. Δημιουργείται, ως εκ τούτου, μια αρνητική συνθήκη για την αμερικανική οικονομία, καθώς οι ετήσιες ανάγκες για τη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού έχουν ξεπεράσει τα 4 τρισ. δολάρια.
Καθώς το νέο φορολογικό νομοσχέδιο του Τραμπ εκτιμάται, επίσης, πως θα επιδεινώσει τη δημοσιονομική κατάσταση των ΗΠΑ, έχουν μειωθεί οι τοποθετήσεις στα αμερικανικά ομόλογα, με τις αποδόσεις να έχουν αυξηθεί από το 4% τον Μάρτιο στο 4,4% αυτήν την εβδομάδα. Σε μια περίοδο που έχει κορυφωθεί η αντιπαλότητα της Ουάσιγκτον με το Πεκίνο, ο διοικητής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας, Παν Γκόνγκσενγκ, προειδοποίησε την Τετάρτη από τη Σαγκάη για την «υπερβολική εξάρτηση» του διεθνούς νομισματικού συστήματος σε ένα νόμισμα, υπονοώντας πως φθίνει η απόλυτη κυριαρχία του δολαρίου.