Τετάρτη, 24 Απριλίου, 2024

Ο Ολυμπιακός ήθελε, μπορούσε αλλά έμεινε από λύσεις

Εφόσον στα κρίσιμα σημεία στην τελευταία περίοδο έβρισκε ο Ολυμπιακός δύο-τρια καλάθια να ξελασπώσει δε θα φτάναμε στο μεγάλο σουτ του Μίσιτς που εγραψε το τελικό 77-74. Γράφει ο Νίκος Μπουρλάκης

Η παρουσία σε τελικό έμεινε όνειρο και ο Ολυμπιακός στην πρώτη του παρουσία στη νέα εποχή δημιούργησε προσδοκίες.

Πρώτ’ απ’ όλα το ότι ο Ολυμπιακός «ανάγκασε» πάνω από 11 χιλιάδες άτομα να πάνε στο Βελιγράδι για να τον στηρίξουν στο φάιναλ φορ είναι κάτι που δε μπορεί να περάσει απαρατήρητο. Και σίγουρα αποτελεί παρακαταθήκη για το μέλλον.

Τι του έλειψε; «Μια- δυο αποφάσεις» όπως είπε ο Γιώργος Μπαρτζώκας στις δηλώσεις του. Μαζί με λίγη τύχη και με 1-2 εύστοχες προσπάθειες που θα «καθάριζαν» το μυαλό.

Όμως αυτό είναι το μπάσκετ. Στο ΣΕΦ το είχε βάλει ο Σλούκας και μάλιστα αναδείχθηκε και καλάθι της σεζόν στην Euroleague.

Στο Βελιγράδι το έβαλε ο Βασίλιε Μίσιτς. Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να αποδεχθούμε ότι σε έναν αγώνα υπάρχει η νίκη και η ήττα. Απ’ εκεί και πέρα να τονίσουμε ότι ο Ολυμπιακός (όπως και οι άλλες τρεις φιναλίστ) πήγαν στο φάιναλ φορ για να κατακτήσουν το τρόπαιο και όχι για να απολαύσουν τη συμμετοχή.

Για τον Ολυμπιακό είναι μεγάλη η στενοχώρια καθώς στις λεπτομέρειες έχασε την ευκαιρία να διεκδικήσει το τρόπαιο. Από την άλλη όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι σα να ξαναγεννήθηκε ο Ολυμπιακός όπως έγραψα λίγες ώρες πριν τον ημιτελικό. Διότι στη νέα του εποχή κατάφερε να φτάσει στο φάιναλ φορ και να γίνει διεκδικητής του τροπαίου, άμεσα.

Πάμε παρακάτω όμως. Το τρίποντο του Μίσιτς ήταν η σφραγίδα στον αγώνα.

Αλλά η αλήθεια είναι ότι ο Ολυμπιακός είχε τις ευκαιρίες του να περάσει μπροστά στο σκορ και να πάρει τη ψυχολογία του αγώνα.
Μόνο που δεν κατάφερε να εξαργυρώσει τις καλές του άμυνες αφού δεν έβρισκε επιθετικές λύσεις.

Είτε από τα περιφερειακά σουτ (0/5 τρίποντα στην τελευταία περίοδο, 7/25 συνολικά) είτε από το γεγονός ότι δεν κατάφερε να περάσει τη μπάλα κοντά στο καλάθι. Μια φορά το έκανε (Σλούκας στον Μάρτιν) και ισοφάρισε σε 74-74.

Και φτάσαμε στην τελευταία φάση με το «αιώνιο ερώτημα» για το αν κάνεις ή όχι φάουλ! Με αυτό το δίλημμα έχω ασχοληθεί αρκετές φορές και θα επαναλάβω ότι (τουλάχιστον κατά την ταπεινή μου άποψη) ο αγώνας είναι εκείνος που σου δίνει τις απαντήσεις.

Ο Μπαρτζώκας επέλεξε να πάει με την άμυνά του (και ορθώς κατά τη γνώμη μου) γιατί χάρη σ’ αυτή είχε καταφέρει να ανατρέψει το -11, να χαμηλώσει το ρυθμό της Εφές ενώ ταυτόχρονα με 3/12 σουτ στην επίθεση στην τελευταία περίοδο (και αστοχία από την περιφέρεια) δε θα μπορούσε να ποντάρει περισσότερο στην επίθεσή του.

Οι σουτέρ του Ολυμπιακού έμειναν χαμηλά με 2/6 ο Ντόρσεï και 1/8 ο Βεζένκοφ. Από την άλλη ο Αταμάν έβγαλε τον Μπράιαντ ως παράγοντα του αγώνα: Οι 16 πόντοι του είναι ρεκόρ σεζόν (είχε 15 με τον Παναθηναϊκό) ενώ πέτυχε τέσσερα τρίποντα, όσα είχε συνολικά στους τέσσερις αγώνες των πλέι οφ κόντρα στην Αρμάνι Μιλάνο.

Απ’ εκεί και πέρα η έλλειψη δημιουργίας στο δεύτερο μέρος (4 ασίστ, καμία στο τέταρτο δεκάλεπτο έναντι 14 στο πρώτο) επίσης κόστισε στον Ολυμπιακό που πάντως έδωσε σκληρή μάχη απέναντι σε μια ομάδα σούπερ ποιοτική κι έμπειρη και με «πυρηνικά όπλα» στην περιφέρεια.
Ο Λάρκιν και ο Μίσιτς μαζί είχαν τους 36 από τους 77 πόντους, τις 16 από τις 20 ασίστ και τα 8 από τα 14 τρίποντα των Τούρκων. Μέχρι το σημείο που ο Μίσιτς έδωσε τη χαριστική βολή στον Ολυμπιακό, η Εφές είχε 8 συνεχόμενα άστοχα τρίποντα (τα 6 στην τελευταία περίοδο).

Ο Ολυμπιακός είχε πετύχει με την άμυνά του να κρατήσει την Εφές για περίπου 8 λεπτά χωρίς εύστοχο σουτ (έβρισκε σκορ μόνο από βολές). Αλλά απέτυχε να βρει λύσεις στην επίθεση που θα έφερναν τη ψυχολογία του αγώνα στη δική του πλευρά.

By