Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Οι «παγκόσμιοι τραπεζίτες» δεν μένουν πια στη Wall Street

Όταν η Credit Suisse Group AG, ο Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ και οι πλουσιότεροι επιχειρηματίες της Ασίας προσπαθούσαν να αντλήσουν κεφάλαια για τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες το 2022, δεν στράφηκαν προς τη Wall Street αλλά προς τη Μέση Ανατολή.

Δεδομένων των προβλημάτων που αντιμετώπισαν οι αγορές πέρυσι, τα κρατικά ταμεία πλούτου αποτέλεσαν την «όαση της επενδυτικής ερήμου». Η δραματική αύξηση των τιμών ενέργειας αύξησε τον πλούτο που διαχειρίζονται τα ταμεία αυτά άνω των $3,5 τρισ., κάτι που ξεπερνά το ΑΕΠ της βρετανικής οικονομίας.

Τώρα πια, τα ταμεία αυτά χρηματοδοτούν ορισμένα από τα μεγαλύτερα πακέτα διάσωσης, επενδύσεων και εξαγορών. Σύμφωνα με πηγές του Bloomberg, ένας από τους μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους της Μέσης Ανατολής, η First Abu Dhabi Bank PJSC της Mubadala Investment Co., μελετούσε πρόταση εξαγοράς της Standard Chartered Plc. της οποίας η αξία κεφαλαιοποίησης ξεπερνά τα $20 δισ.

Η μεγαλύτερη τράπεζα της Σαουδικής Αραβίας Saudi National Bank, από την πλευρά της, έχει γίνει η μεγαλύτερη μέτοχος της Credit Suisse, ενώ ο Σαμ Μπάνκμαν-Φριντ είχε επισκεφτεί πρόσφατα τα ΗΑΕ σε μία απέλπιδα προσπάθεια άντλησης κεφαλαίων για την πτωχευμένη, πια, FTX.

Tην ίδια στιγμή, ο Ινδός πλουσιότερος επιχειρηματίας της Ασίας, Γκαουτάμ Αντάνι, έχει προσεγγίσει τα κρατικά ταμεία πλούτου αυτά με απώτερο στόχο άντληση κεφαλαίων $5 δισ. για την ενίσχυση της αυτοκρατορίας του και τη μείωση του επιπέδου μόχλευσής της. Ο Μουκές Αμπάνι φαίνεται πως ακολουθεί την ίδια στρατηγική, προσπαθώντας να προσελκύσει επενδύσεις στις εταιρείες ενέργειας των ομίλων του.

Τα κρατικά ταμεία πλούτου ξόδεψαν $89 δισεκατομμύρια σε επενδύσεις το 2022, υπερδιπλάσιο ποσοστό του αντίστοιχου του 2021, σύμφωνα με δεδομένα της Global SWF. Tα $51,6 δισ. εξ αυτών προορίζονταν για την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.

Παρά τα ιλιγγιώδη αυτά ποσά, υπάρχουν τεράστια κεφάλαια τα οποία παραμένουν αναξιοποίητα. Τα στελέχη του Public Investment Fund της Σαουδικής Αραβίας το οποίο διαχειρίζεται $620 δισ., ήδη δέχονται σημαντική πίεση από τον Πρίγκιπα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν (MBS) ο οποίος θέλει να απεξαρτήσει την οικονομία της χώρας από το πετρέλαιο. Στη Ντόχα, η Qatar Investment Authority (QIA) των $450 δισ. αναζητά νέες διεθνείς ευκαιρίες μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Τα προηγούμενα χρόνια, οι επενδυτές της Μέσης Ανατολής είχαν προχωρήσει στην εξαγορά «χλιδάτων» περιουσιακών στοιχείων όπως η Μάντσεστερ Σίτι, η Παρί Σεν Ζερμέν, τα Harrods του Λονδίνου και τα ακίνητα στο Μανχάταν. Αυτή τη φορά, οι ίδιοι επενδυτές έχουν εξειδικεύσει την στρατηγική τους προσέγγιση, χρησιμοποιώντας τον απύθμενο πλούτο τους για να αποκτήσουν μεγαλύτερο κομμάτι της παγκόσμιας οικονομίας, να ενισχύσουν τον γεωπολιτικό τους ρόλο και να διαφοροποιήσουν την οικονομική τους δραστηριότητα.

«Μαύρος χρυσός»
Τα κρατικά ταμεία πλούτου αυτά ενισχύθηκαν σημαντικά από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που αυτός προκάλεσε, παράγοντας $1δισ/ημέρα σε πετρέλαιο. Χωρίς τις προϋποθέσεις και τους όρους που ακολουθούν άλλες πολυεθνικές, μπορούν να συνεχίσουν να αυξάνουν τα έξοδά τους τη στιγμή που οι τιμές του πετρελαίου μειώνονται. Πρόκειται για μία διαμετρικά αντίθετη κατάσταση με την αντίστοιχη στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Κίνα όπου ο αριθμός των deals έχει επηρεαστεί σημαντικά από τους φόβους για δημιουργία ύφεσης και τα υψηλά επιτόκια.

Εταιρείες και τράπεζες έχουν δημιουργήσει ειδικές αποστολές για την προσέγγιση της Μέσης Ανατολής, αποστέλλοντας ομάδες στελεχών στο Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι. Στον κόσμο αυτό όπου οι μεγαλύτερες συμφωνίες κρίνονται μόλις από το νεύμα του κάθε Σεΐχη, ο συσχετισμός μεταξύ της πολιτικής και των επενδύσεων αλλάζει συνεχώς.

Τα στελέχη των ταμείων πλούτου της Μέσης Ανατολής τώρα πια έχουν γίνει πιο επιλεκτικοί σε ό,τι αφορά την επιλογή συμφωνιών. «Είμαστε ενεργητικοί και όχι παθητικοί, μακροπρόθεσμοι επενδυτές. Αυτό σημαίνει πως ελέγχουμε τον τρόπο και τον χρόνο των επενδύσεών μας», τόνισε ο Ουαλίντ Αλ Μοκάραμπ Αλ Μουχαϊρί, αναπληρωτής CEO της Mubadala.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, πολλοί «επίδοξοι μνηστήρες» φεύγουν με άδεια χέρια, όπως ακριβώς έκανε και ο Μπάνκμαν-Φριντ.

By