Πέμπτη, 28 Μαρτίου, 2024

Πώς η αύξηση μισθών ενισχύει την αμερικανική οικονομία

Πόσο χαμηλά πρέπει να «πέσει» η ανεργία για να γίνουν αυξήσεις μισθών;

Πόσο χαμηλά πρέπει να υποχωρήσει η ανεργία για να γίνουν αυξήσεις μισθών; Πριν από 20 χρόνια θεωρούνταν φυσιολογικό να δίδονται τακτικά αυξήσεις στους εργαζομένους στις ΗΠΑ. Οι μισθοί αυξάνονται λίγο έως πολύ όσο μια οικονομία προσεγγίζει την πλήρη απασχόληση. Τα ωρομίσθια των εργαζομένων στα χαμηλότερα μισθολογικά στρώματα αυξήθηκαν στις ΗΠΑ κατά 11% από το 1995 έως το 2000, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής.

Στα μεσαία στρώματα, η αύξηση αυτή έφθασε περίπου το 8%. Δεν δίνονταν, ωστόσο, πάντοτε αυξήσεις. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, τα ωρομίσθια των υπαλλήλων, ιδιαίτερα των νοσηλευτριών, των εργατών στη μεταποίηση και των πωλητριών, υποχώρησαν πολύ, φθάνοντας στο ναδίρ το 1995. Την οκταετία μετά το 1995 αυξήθηκαν κατά το ένα δέκατο σε πραγματικούς όρους, εξαιρουμένης της επίδρασης του πληθωρισμού.

Σήμερα γίνεται ξανά λόγος για αυξήσεις στους μισθούς. Επειτα από μακρά περίοδο, κατά την οποία επικρατούσε στασιμότητα στους πραγματικούς μισθούς, οι αποδοχές αυξάνονται όσο η ανεργία υποχωρεί σε επίπεδα που δεν έχουν παρουσιαστεί ξανά από την περίοδο της ραγδαίας ανάπτυξης των διαδικτυακών εταιρειών. Σύμφωνα με την Καθημερινή, ο μέσος εβδομαδιαίος μισθός για τους εργαζομένους πλήρους απασχόλησης στα μεσαία στρώματα ενισχύθηκε πέρυσι κατά 4,5% από το ναδίρ που είχε καταγραφεί το 2014. Αλυσίδες λιανικού εμπορίου, όπως η Target και η Wallmart, έχουν προσφέρει αυξήσεις στους υπαλλήλους τους.

Ο μέσος εβδομαδιαίος μισθός είναι υψηλότερος κατά 3% σε πραγματικούς όρους από το 2000. Οσος ενθουσιασμός και αν υπάρχει για την επιστροφή της οικονομίας στην πλήρη απασχόληση, με την ανεργία να κυμαίνεται στο 4,1%, οι αυξήσεις στους μισθούς που γίνονταν τη δεκαετία του 1990 δεν θα ξανασυμβούν ποτέ. Πρώτα απ’ όλα, η οικονομία επεκτείνεται με συντηρητικούς ρυθμούς, λόγω της υποτονικής ανάπτυξης, της έλλειψης ενθουσιασμού στην επιχειρηματικότητα και της χαμηλής αύξησης της παραγωγικότητας.

Επιπροσθέτως, οι εργαζόμενοι δεν έχουν σήμερα τη διαπραγματευτική ισχύ που είχαν προ δεκαετιών, λόγω ραγδαίων εξελίξεων, όπως η παγκοσμιοποίηση, ο αυτοματισμός και η ανάθεση εργασιών σε τρίτους, δηλαδή σε χώρες με φθηνότερο εργατικό δυναμικό, από μεγάλους ομίλους.

Σήμερα, δηλαδή, οι εργαζόμενοι είναι αντιμέτωποι με μια πρόκληση. Η αμερικανική οικονομία πρέπει να ανακτήσει τον χαμένο δυναμισμό της. Για να αποκτήσουν οι εργαζόμενοι ένα μεγαλύτερο «κομμάτι» από την πίτα της ανάπτυξης, θα πρέπει να αποκτήσουν ξανά τη διαπραγματευτική ισχύ τους. Δεν είναι αδύνατον να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αλλά είναι πολύ δύσκολο.

Την περασμένη Τρίτη, το Ινστιτούτο Μπρούκινγκς δημοσίευσε σειρά μελετών από οικονομολόγους που προτείνουν διάφορους τρόπους για την τόνωση των μισθών. Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να τονώσουν τους μισθούς. Αλλά μια τέτοια διαδικασία θα είναι χρονοβόρα.

Ο Τζάρεντ Μπέρσταϊν του Κέντρου Προϋπολογισμού και Πολιτικών Προτεραιοτήτων θεωρεί, για παράδειγμα, ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ απασχολείται πολύ με τον πληθωρισμό και όχι με τις επιπτώσεις που θα έχουν οι αυξήσεις των επιτοκίων στους μισθούς. Η Fed επαναφέρει σταδιακά τα επιτόκια σε φυσιολογικά επίπεδα, αφού τα είχε μειώσει υπερβολικά μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τέλος, οι ανισορροπίες στις διαπραγματεύσεις μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών πλήττουν την ίδια την αμερικανική οικονομία. Η βελτίωση των μισθών αλλά και της εκπαίδευσης των εργαζομένων θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων και της οικονομίας γενικότερα.

By