Στις 14 Ιουλίου το «Κεφάλαιο» είχε αποκαλύψει το επιχειρησιακό πλάνο της McKinsey για τη ΔΕΗ, το οποίο προέβλεψε την εφαρμογή ενός εκτεταμένου προγράμματος μείωσης του προσωπικού της επιχείρησης με την αποχώρηση περίπου του 50% του προσωπικού μέσω αποχωρήσεων, συνταξιοδοτήσεων αλλά και δύο προγραμμάτων εθελουσίας.
Μία εβδομάδα αργότερα, ο πρόεδρος της ΔΕΗ, Μ. Παναγιωτάκης, είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στο «Βήμα» ότι τα δημοσιεύματα περί μείωσης του προσωπικού στο 50% δεν έχουν καμία απολύτως βάση και προσέθετε ότι «δεν χρειάζεται και δεν προβλέπεται εθελούσια έξοδος του προσωπικού».
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι εντελώς διαφορετική, όπως αποδεικνύουν νέα έγγραφα που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το «Κ» και εκθέτουν ευθέως την αξιοπιστία των όσων δήλωσε ο πρόεδρος της ΔΕΗ.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το business plan που κατέθεσε η ΔΕΗ στις τράπεζες προκειμένου να αναχρηματοδοτήσει τον δανεισμό της, δηλαδή σύμφωνα με το πλάνο που η εταιρεία δεσμεύτηκε ότι θα εφαρμόσει προκειμένου να είναι βιώσιμη και, επομένως, να μπορεί το τραπεζικό σύστημα να τη δανειοδοτήσει, προβλέπει ρητά την αποχώρηση περισσότερων από 4.000 υπαλλήλων, αλλά και την εφαρμογή δύο προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου τόσο για υπαλλήλους που θα συνταξιοδοτηθούν όσο και για υπαλλήλους που θα αποχωρήσουν με κίνητρα από την εταιρεία.
Μάλιστα, οι πρώτες αποχωρήσεις αναμένεται να γίνουν εκτός απροόπτου εντός του 2018 και ήδη, στο πλαίσιο των αποτελεσμάτων του πρώτου εξαμήνου, η ΔΕΗ συμπεριέλαβε πρόβλεψη 151,2 εκατ. ευρώ για την εφάπαξ επίπτωση από αποζημιώσεις προσωπικού. Το κονδύλι αυτό, με μέση αποζημίωση 30.000 ευρώ, επαρκεί για να καλύψει την αποχώρηση περίπου 5.000 υπαλλήλων. Υπογραμμίζεται ότι το αναθεωρημένο business plan που αποκαλύπτει το «Κ» έχει κατατεθεί και εγκριθεί από τις τράπεζες στο πλαίσιο της αναχρηματοδότησης του μεγάλου κοινοπρακτικού δανείου της εταιρείας.
Σύμφωνα με το πλάνο, οι αποχωρήσεις του προσωπικού της ΔΕΗ θα γίνουν από τρεις βασικές δραστηριότητες, την παραγωγή, τα ορυχεία και τις κεντρικές λειτουργίες, ενώ η μέθοδος διαφοροποιείται: ένα σημαντικό μέρος των εργαζόμενων θα μετακινηθεί από τη ΔΕΗ στις νέες ιδιωτικές εταιρείες που πωλούνται. Πολλοί εργαζόμενοι θα αποχωρήσουν από την επιχείρηση από μονάδες που αποσύρονται και θα σταματήσουν να λειτουργούν, ενώ, τέλος, προβλέπεται να εφαρμοστούν δύο σχέδια εθελούσιας εξόδου: το πρώτο για εργαζομένους που θα συνταξιοδοτηθούν αφού έχουν ήδη συμπληρώσει το όριο ηλικίας και το δεύτερο για εργαζομένους στους οποίους θα δοθούν κίνητρα αποχώρησης.
Παραγωγή
Σε ό,τι αφορά τις λεπτομέρειες του πλάνου περιορισμού του προσωπικού της ΔΕΗ, η αρχή αναμένεται να γίνει εντός του 2018. Από τον τομέα της παραγωγής προβλέπεται να αποχωρήσουν 1.500 υπάλληλοι, οι οποίοι κατανέμονται ως εξής:
– 690 μόνιμοι εργαζόμενοι θα μετακινηθούν στις δύο εταιρείες της αποεπένδυσης(Μεγαλόπολη και Μελίτη).
– 370 εργαζόμενοι θα αποχωρήσουν από τη ΔΕΗ, καθώς θα αποσυρθούν οι μονάδεςπαραγωγής στις οποίες απασχολούνται.
– 440 θέσεις εργασίας θα καταργηθούν μέσω του προγράμματος εξοικονόμησης και βελτιστοποίησης της λειτουργίας που θα εφαρμοστεί σε όλες τις μονάδες παραγωγής της επιχείρησης.
Το συνολικό λειτουργικό όφελος από τη μείωση προσωπικού στην παραγωγή υπολογίζεται ότι θα φτάσει τα 91 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που προτείνει ο σύμβουλος, μέχρι το τέλος του 2018 θα υπάρξει σχέδιο στοχευμένης εθελούσιας εξόδου με συγκεκριμένα κριτήρια, διαδικασία, αμοιβή), ενώ προβλέπεται να υπάρξουν (ανάλογα με την πρόοδο του πλάνου) και στοχευμένες προσλήψεις νέου προσωπικού.
Ορυχεία
Εντός του 2018 προβλέπεται να υπάρξει σημαντική μείωση του προσωπικού και στα ορυχεία της ΔΕΗ, από όπου σχεδιάζεται να αποχωρήσουν συνολικά 2.210 εργαζόμενοι, εξοικονομώντας 229 εκατ. ευρώ ετησίως για την επιχείρηση. Το πλάνο αποχωρήσεων προβλέπει, ειδικότερα:
– Την αποχώρηση 745 εργαζομένων που θα μετακινηθούν στους ιδιώτες που θα αποκτήσουν τις εταιρείες σε Μελίτη και Μεγαλόπολη (55 εκατ. όφελος).
– Τη σταδιακή αποχώρηση 1.465 εργαζομένων, καθώς τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει μείωση της δραστηριότητας των ορυχείων, περιορισμός της ζήτησης λιγνίτη, ενώ θα εφαρμοστεί και πρόγραμμα λειτουργικής βελτίωσης και εξοικονόμησης κόστους. Συνολικά θα εξοικονομηθούν 174 εκατ. ευρώ.
Ως προς το χρονοδιάγραμμα, μέσα στο δ” τρίμηνο του 2018 θα καθοριστεί:
– Ποιοι υπάλληλοι θα μετακινηθούν σε άλλα ορυχεία.
– Ποιοι υπάλληλοι μέσω εθελουσίας θα βγουν στη σύνταξη.
– Ποιοι υπάλληλοι μέσω εθελουσίας θα αποχωρήσουν από την εταιρεία.
Η εφαρμογή του πλάνου για τα ορυχεία, ξεκινά όπως και στην παραγωγή, εντός του 2018.
Κεντρικές λειτουργίες
Η McKinsey διαπιστώνει, επίσης, ότι η ΔΕΗ έχει υπέρογκο κόστος για τις διοικητικές της λειτουργίες, που υπερβαίνει τα αντίστοιχα κόστη ομοειδών επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Έτσι, ο σύμβουλος θεωρεί ότι μπορεί να υπάρξει μείωση κατά 25% των 1.523 υπαλλήλων που υπηρετούν στις κεντρικές λειτουργίες, ήτοι να αποχωρήσουν 383 άτομα. Ο χρονικός ορίζοντας της μείωσης είναι μέχρι το 2022, ωστόσο στο επιχειρησιακό πλάνο δεν υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά εάν θα θεσπιστεί πρόγραμμα εθελουσίας ή εάν η μείωση θα επιτευχθεί από τις συνταξιοδοτήσεις.
Τα μηνύματα του ισολογισμού
Σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα εξαμήνου που ανακοινώθηκαν, η ΔΕΗ είδε μια σειρά από λειτουργικά της μεγέθη να βελτιώνονται, με αποτέλεσμα να εκπέμπονται ενθαρρυντικά μηνύματα στο μέτωπο της μείωσης των δαπανών και της αύξησης του περιθωρίου EBITDA παρά τη μείωση του κύκλου εργασιών. Από τη μείωση των δαπανών, το μοναδικό ερωτηματικό αφορά τον περιορισμό των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις κατά 80 εκατ. ευρώ, ενώ διατηρήσιμες θεωρούνται οι μειώσεις στο μέτωπο της μισθοδοσίας και των ελεγχόμενων δαπανών.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εμφανίζουν μείωση 137 εκατ. ευρώ, ωστόσο παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, στα 2,399 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με το επιχειρησιακό πλάνο της McKinsey, ανακτήσιμες θεωρούνται οφειλές ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ, εάν εφαρμοστούν συγκεκριμένες στοχευμένες πολιτικές και ενταθεί η προσπάθεια του συμβούλου Qualco, που έχει προσλάβει η ΔΕΗ για τα ανείσπρακτα χρέη.
Στον αντίποδα, η εταιρεία θα αντιμετωπίσει στα επόμενα τρίμηνα σοβαρές προκλήσειςστο μέτωπο των ρύπων, καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία του ισολογισμού, κάθε 1 ευρώ ανόδου των CO2 μεταφράζεται σε επιπλέον κόστος 11 έως 12 εκατ. ευρώ το εξάμηνο.Με δεδομένο ότι στο πρώτο εξάμηνο η ΔΕΗ αγόρασε δικαιώματα στα 9,69 ευρώ/τόνο, την ίδια στιγμή που στη spot αγορά οι τιμές έχουν ξεπεράσει τα 20 ευρώ, η επιπλέον επιβάρυνση για την εταιρεία στο β” εξάμηνο, εάν δεν αποκλιμακωθούν οι τιμές των ρύπων, αναμένεται να ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ.