Το τέλος των «βλαπτικών για την ανάπτυξη» υπερπλεονασμάτων και την πραγματική αύξηση των δημοσίων επενδύσεων από φέτος προανήγγειλε ο υφυπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης στη σημερινή ημερίδα του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) και του υπουργείου Οικονομικών για τη δημοσιονομική πολιτική και τον προϋπολογισμό.
Παράλληλα, τόνισε ότι το νέο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Πολιτικής 2021-2024, που θα κατατεθεί τον Μάιο στη Βουλή, θα περιλαμβάνει ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, πάνω στην οποία θα στηριχθεί το αίτημα προς τους Ευρωπαίους για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Ο κ. Σκυλακάκης υπογράμμισε ότι πλέον τόσο το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους όσο και η «πολύ αντικειμενική και σωστή ΕΛΣΤΑΤ» μετράνε σωστά, ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός είναι πιο αποδοτικός, οι σπατάλες καταπολεμήθηκαν και το ασφαλιστικό μεταρρυθμίστηκε, όμως υστερούμε ακόμα στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και στη λειτουργικότητα των δαπανών, ενώ το ασφαλιστικό σύστημα προστάτευσε την παρούσα γενιά σε βάρος της επόμενης και η αποτυχία στο πεδίο των επενδυσεων ήταν πλήρης.
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Οικονομικών, από το 2015 έως το 2019 περίπου 13 δισ. υπερπλεονασμάτων και η αύξηση των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών κατά 30 δισ. ευρώ υπέσκαψαν την ανάπτυξη και οδήγησαν στην αποεπένδυση.
Αναλύοντας τον σχεδιασμό και τις προτεραιότητες της κυβέρνησης, ο κ. Σκυλακάκης εστίασε στα εξής:
– Τέλος στα υπερπλεονάσματα. Όπως εκτίμησε, το 2019 υπήρξε πολύ μικρή υπέρβαση έναντι του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και το 2020 θα είναι σχεδόν μηδενική η υπέρβαση. Παράλληλα, η κυβέρνηση ζητεί από τους Ευρωπαίους εταίρους να δοθεί η δυνατότητα μεταφοράς της όποιας υπέρβασης στο επόμενο έτος (smoothing mechanism).
– Προετοιμασία ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους, που θα συνοδεύει το νέο Μεσοπρόθεσμο 2021-2024, το οποίο θα κατατεθεί την άνοιξη στη Βουλή. «Στον βαθμό που θα δείχνει ότι υπάρχουν υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα, θα το θεσουμε στους δανειστές», είπε ο υφυπουργός Οικονομικών.
– Διάθεση των επιστροφών κερδών από ελληνικά ομόλογα (ANFAs, SMPs) σε συμφωνημένες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις και διεύρυνση των δαπανών για το προσφυγικό οι οποίες εξαιρούνται από τον μεταμνημονιακό τρόπο υπολογισμού του πρωτογενούς πλεονάσματος.
– Αξιοποίηση του πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου κατά 80% για μειώσεις φόρων και 20% για αύξηση δαπανών. Μάλιστα, ο κ. Σκυλακάκγς εκτίμησε ότι οι δαπάνες θα μειώνονται στο εξής ως ποσοστό του ΑΕΠ, αρχής γενομένης από φέτος, που προβλέπεται να περιοριστούν κατά 2% του ΑΕΠ.
– Αποτελεσματικότερη κοινωνική πολιτική.
– Μετάβαση σε προϋπολογισμό επιδόσεων, που θα εξετάζει την αποτελεσματικότητα των κρατικών δαπανών.
– Πραγματική αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και χρήση τους για μόχλευση ιδιωτικών επενδύσεων.
Για πρόοδο από όλες τις κυβέρνησεις που μεσολάβησαν την τελευταία δεκαετία στο πεδίο της ποιότητας χάραξης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού έκανε λόγο ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή Φραγκίσκος Κουτεντάκης, συμπληρώνοντας ότι υπάρχουν όμως τρεις προκλήσεις.
Ως πρώτη πρόκληση ανέφερε την ανάγκη να διασφαλιστούν όσα έγιναν τώρα που δεν υπάρχει πια καθεστώς πίεσης και να ολοκληρωθούν οι ρυθμίσεις.
Η δεύτερη πρόκληση είναι, όπως είπε, η πίεση από την πλευρά των πολιτών για διαφάνεια και η τρίτη είναι η αποτελεσματική εφαρμογή του σύγχρονου δημοσιονομικού πλαισίου στην πράξη.
Την αισιοδοξία για την προοπτκκή επιτάχυνσης του ΑΕΠ, αλλά και τα προβλήματα που παραμένουν, με αιχμή τα κόκκινα δάνεια, τις χαμηλές επενδύσεις και την υψηλή ανεργία, ανέδειξεν στην ημερίδα ο επικεφαλής του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου Παναγιώτης Κορλίρας. Όπως επεσήμανε, εκκρεμότητες του μεσοπρόθεσμου ορίζοντα είναι η ανάπτυξη μιας φορολογικής πολιτικής μη τιμωρηρικής, αλλά και παρεμβάσεων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος.