Πέμπτη, 2 Μαΐου, 2024

Στα «κάγκελα» οι επενδυτές ακινήτων από το πλαφόν 3% στα ενοίκια

Της Ελένης Μπότα

Την έντονη αντίδραση των επενδυτών ακινήτων έχει προκαλέσει η χθεσινή προαναγγελία του υπ. Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη για τη θέσπιση ειδικής διάταξης, η οποία θα καθορίζει ανώτατο όριο 3% στην επιτρεπόμενη αύξηση των ενοικίων επαγγελματικών μισθώσεων για το σύνολο του 2022, με αναδρομική μάλιστα ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους.

Επενδυτές ακινήτων (ΑΕΕΑΠ, real estate κλπ) μιλούν για λάθος μέτρο, για εξυπηρέτηση συντεχνιακών συμφερόντων αλλά και δογματισμό, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα δεκάδες προβλήματα που θα δημιουργηθούν καθώς οι ιδιωτικές συμφωνίες που περιέχουν διάφορες ρήτρες που θα δέχονται διάφορες ερμηνείες.

Όπως αναφέρει σε ανάρτηση του ο διευθύνων της Premia Properties, Kώστας Μαρκάζος: «Επιστροφή στο παρελθόν. Το κράτος να επαναρυθμίζει ιδιωτικές συμβάσεις και χωρίς να γνωρίζει τις ιδιαιτερότητες της αγοράς. Είναι βέβαιο ότι με την τροπολογία θα δημιουργηθοπύν δεκάδες προβλήματα καθώς οι ιδιωτικές συμφωνίες περιέχουν διάφορε;ς ρήτρες που θα χρειάζονται ερμηνείες.

Για μία ακόμη φορά μία ελληνική κυβέρνηση παρεμβαίνει υπέρ συντεχνιακών συμφερόντων με δόγματα όπως ότι η εκμισθωτές είναι πλούσιοι και οι μισθωτές αδύναμοι και χρίζουν προστασίας.

Αν στην εικόνα προστεθεί και η απαράδεκτη απεργία των συμβολαιογράφων για ένα μήνα με αιτήματα να μην εφαρμόζουν βελιώσεις στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού της απαράδεκτης διαδικασίας μεταβιβάσεων ακινήτων και την αύξηση των αμοιβών του κλειστού επαγγέλματος τους, τότε έχουμε όλη την εικόνα της θεσμικής υστέρησης μιας χώρας και γιατί δυσκολεύεται να ξεφύγει από την χρεοκοπία».

Ο Γιάννης Περρώτης, διευθύνων σύμβουλος της Atria Property Services, σε ανάρτησή του σημειώνει: Με μεγάλη απογοήτευση και ανησυχία παρατηρούμε την κυβέρνηση η οποία ήρθε για να φέρει την ανάπτυξη μέσω της ορθολογικά ρυθμιζόμενης σε θέματα δημοσίου συμφέροντος ελεύθερης οικονομίας να κινείται στην κατεύθυνση της επιβλαβούς κρατικίστικης παρέμβασης και αλλοίωσης των ιδιωτικών συμβάσεων.

Η απόφαση που ανακοίνωσε ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης για την παρέμβαση και περιορισμό στο 3% της αναπροσαρμογής εμπορικών μισθωμάτων και μάλιστα με αναδρομική ισχύ, δημιουργώντας πρόβλημα σε επενδυτές που σχεδίασαν, υλοποίησαν και χρηματοδότησαν επενδύσεις αλλά και επηρεάζοντας τον ανταγωνισμό μεταξύ επενδυτών και μισθωτών, όχι μόνο είναι άδικες και αντισυνταγματικές αλλά βλάπτουν καίρια την αγορά ακινήτων η οποία είναι ο μεγαλύτερος χώρος επενδύσεων στην Ελλάδα και κλονίζουν την εμπιστοσύνη τον επενδυτών στην θεσμική συνέπεια της Ελληνικής Κυβέρνησης.

Είναι άξιο απορίας πως μετά από δέκα και πλέον χρόνια κρίσης λόγω τεραστίων λαθών στην αγορά ακινήτων, όπως ήταν ο νόμος Κατσέλη που αλλοίωσε τις ιδιωτικές συμβάσεις απελευθερώνοντας τους μισθωτές από ανειλημμένες υποχρεώσεις, αλλά και τα τρία μονομερή κουρέματα μισθωμάτων του Δημοσίου, που απέδειξαν πόσο αναξίοπιστο επενδυτικό περιβάλλον είναι η Ελλάδα, έρχεται ο σημερινός Υπουργός Ανάπτυξης να ξανά-κλονίσει την πίστη των επενδυτών αλλά και χρηματοδοτών στην ελληνική αγορά ακινήτων για μια ακόμα φορά με την απαράδεκτη δικαιολογία ότι η αύξηση του τιμαρίθμου η οποία ανήλθε στο 6% είναι υπέρογκος, σαν να περιέχουν όρο οι συμβάσεις ότι ο εκάστοτε υπουργός θα κρίνει το εύλογο του ύψους του πληθωρισμού όταν υπάρχει τέτοια ρήτρα αναπροσαρμογής, ενώ την ίδια ώρα δεν κάνει τίποτα για το κόστος όλων των λοιπών αγαθών και βέβαια δεν περιορίζει ανάλογα και το κόστος του χρήματος.

Αν θέλει να στηρίξει τους εμπόρους μπορεί να το κάνει αλλιώς ο Υπουργός, αλλά η καθολική και αδιάκριτη και μάλιστα αναδρομική από 1η Ιανουαρίου 22 παρέμβαση σε όλες τις συμβάσεις μισθώσεων με δικαιολογία τον κατοπινό πόλεμο στην Ουκρανία που ξεκίνησε τον Μάρτιο είναι καταστροφική για την αγορά και εκθέτει τόσο τον ίδιο όσο και τη κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Ας ευχηθούμε ότι είτε ό ίδιος είτε κάποιος άλλος αρμόδιος στην Κυβέρνηση όπως πχ ο Άκης Σκέρτσος θα κατανοήσει το σφάλμα έγκαιρα και είτε θα απαλείψει είτε θα τροποποιήσει την παρέμβαση αυτή ώστε να συμβάλλει στην ανάπτυξη, όχι να την πλήττει».

By