Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Το δίλημμα και η ρεαλιστική πορεία για τον κ. Ανδρουλάκη

Η υποβαθμισμένη, σε σχέση με τις συνήθεις «θεσμικές», εκπροσώπηση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ στο θυελλώδες συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν μια καλά μελετημένη κίνηση του Νίκου Ανδρουλάκη.

Δεχόμενος αμφίπλευρη πίεση και από την κυβέρνηση αλλά και από την αξιωματική αντιπολίτευση να ανοίξει πρόωρα τα χαρτιά του ως προς «με ποιόν θα πάει και ποιόν θ’ αφήσει» στο μετεκλογικό σκηνικό ( και της πρώτης αλλά κυρίως και της δεύτερης κάλπης), ο πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ επιχειρεί να πείσει ότι ακολουθεί μια πολιτική ίσων αποστάσεων. Απολύτως λογικό και πολιτικά επιβεβλημένο…

Οι πιέσεις για μελλοντική σύμπλευση, είναι εντονότερες από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, με την (υποτίθεται «ελκυστική», αλλά εντελώς γενικόλογη και άνευ συγκεκριμένης πρότασης και πολιτικού περιεχομένου) έκκληση για «προοδευτική διακυβέρνηση», δηλαδή μια ιδεολογική… υποθήκη, που ο κ. Τσίπρας ελπίζει να του επιτρέψει, αν ανατραπούν όλες οι προβλέψεις, να ξαναγίνει κυβερνητικός παράγοντας. Και να επικρατήσει προσωπικά…

Οι νύξεις και τα ανοίγματα της κυβέρνησης, είναι περισσότερο πραγματιστικά, ιδίως μετά την στροφή Μητσοτάκη ότι «η αυτοδυναμία δεν είναι αυτοσκοπός…», αλλά η δυνατότητα σχηματισμού βιώσιμης κυβέρνησης, είναι κάτι που έχει ανάγκη ο τόπος- ιδιαίτερα μέσα σ’ αυτόν τον ορυμαγδό των απρόβλεπτων αλλά πάντως αρνητικών διεθνών συγκυριών.

Από την πλευρά τους, λογικό είναι να πιέζουν το ΠΑΣΟΚ να πάρει θέση. Λογικό, αλλά αδιέξοδο και προσχηματικό, που δικαιολογείται μόνο μικροπολιτικά και για λόγους πολιτικής «ηγεμονίας». Γιατί, θα ήταν αυτοκτονικό, από κάθε άποψη, ένα κόμμα που με την νέα του ηγεσία σημειώνει δημοσκοπική άνοδο, να… παραδεχθεί ότι μόνο ως «συμπληρωματική δύναμη» μπορεί να διαδραματίσει κάποιον ρόλο, ενώ ο πολιτικός ορίζοντας είναι βαρύς και αδιευκρίνιστος, λόγω αντικειμενικών συνθηκών, και οι «εκπλήξεις» όσο δύσκολες κι’ αν φαντάζουν, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να αποκλεισθούν. Θα ήταν σαν να συνομολογούσε ο κ. Ανδρουλάκης μια εκ των προτέρων ηττοπάθεια, αδιανόητη…

Ο κ. Ανδρουλάκης, διεκδικεί ρυθμιστικό ρόλο για το κόμμα του και στις πρώτες αλλά και στις δεύτερες (που κατά πάσα βεβαιότητα θα ακολουθήσουν) εκλογές, οποτεδήποτε κι’ αν προκηρυχθούν. Δεν θα μπορούσε να έχει άλλη στρατηγική το οποιοδήποτε κόμμα, πόσο μάλλον ένα ιστορικό κόμμα που βρίσκεται σε τροχιά επανάκαμψης…

Το επίμαχο ζήτημα, είναι ποια τακτική θα πρέπει να σχεδιάσει και να ακολουθήσει με συνέπεια και προσοχή ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. ‘Η θα χαράξει μια πορεία της «χρήσιμης ψήφου» (που επαναλαμβάνουμε έχει μια προεκλογική γεύση ηττοπάθειας), ή θα επιχειρήσει να εκπονήσει μια πειστική « προγραμματική πρόταση διακυβέρνησης», στην οποίαν θα εμμείνει σε κάθε τομέα και θα εμπλουτίζει ανάλογα με τις εξελίξεις για να προσελκύσει ψήφους και να επαναπατρίσει οπαδούς που έχασε τα τελευταία μαύρα χρόνια του στείρου λαϊκισμού από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, και θελκτικής πρότασης από πλευράς ΝΔ.

Θα ήταν αδιανόητο και αδιέξοδο, αυτή την στιγμή, το ΠΑΣΟΚ να σχεδιάζει μια πολιτική που θ’ αποβλέπει στην «χρήσιμη ψήφο», που εκ των πραγμάτων αποπνέει ηττοπάθεια.

Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, έχει επιδείξει μια γενικά ρεαλιστική, θα λέγαμε θετική σε γενικές γραμμές, αντιπολιτευτική γραμμή, παρά τις κατά καιρούς αντικυβερνητικές «κορώνες», είτε εξ αφορμής χειρισμών και ολιγωριών της κυβέρνησης, είτε για λόγους «κομματικής συσπείρωσης». Κράτησε στάση υπεύθυνη, σε ευθεία αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, και στο ζήτημα των εξοπλισμών και των αμυντικών συμφωνιών με ΗΠΑ και Γαλλία. Οι προτάσεις του για το ενεργειακό προσφέρουν βάση συζήτησης, όταν ο κ. Τσίπρας ξεσπαθώνει βαρετά και αδιέξοδα για την (σωστή, στον χρόνο που ελήφθη) απόφαση της κυβέρνησης για απο –λιγνητοποίηση και εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Στο μείζον πρόβλημα του ουκρανικού πολέμου τάχθηκε με την «σωστή πλευρά», χωρίς τα «ναι μεν αλλά» του ΣΥΡΙΖΑ που πασχίζει να κρύψει τον φιλοπουτινισμό του, με αόριστες και ανεφάρμοστες, υπό τις παρούσες εκρηκτικές συνθήκες, «εναλλακτικές» που αποβλέπουν εμμονικά στην «καταδίκη» της κυβερνητικής στάσης, ίδιας με την συντριπτική πλειοψηφία του δυτικού κόσμου, και στη γενική αρχή ότι… « για όλα φταίει ο Μητσοτάκης!». Έχει συγκροτημένες προτάσεις, χωρίς ιδεοληπτικούς λαϊκισμούς, για τον ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Ενωμένη Ευρώπη, οι οποίες είναι εν διαφέρουσες και πάντως προσφέρονται για προβληματισμό και επιδίωξη κοινής στάσης…

Καλά θα κάνει ο κ. Ανδρουλάκης να δώσει πρόσθετο βάρος σ’ αυτές τις θέσεις του, και μάλιστα να τις εξειδικεύσει σε κάποιας μορφής και τεκμηρίωσης «κυβερνητικό πρόγραμμα», στην κρίση της κοινωνία αλλά και των άλλων υπεύθυνων πολιτικών δυνάμεων. Και, κυρίως, θα πρέπει να αποφεύγει τις τοποθετήσεις και τις… διακηρύξεις που όχι μόνο δεν ωφελούν τον ίδιο και το κόμμα του, αλλά τον εμφανίζουν εμμονικό και άγονο, δυσαρεστούν το τμήμα εκείνο των ψηφοφόρων στο οποίο υποτίθεται απευθύνεται.

Δεν έχει λόγο να «τσιμπάει» σε προκλήσεις και να δηλώνει πρόωρα και… παθιασμένα «το ΠΑΣΟΚ δεν θα προσφέρει την πρωθυπουργία ούτε στον Μητσοτάκη ούτε στον Τσίπρα», να θέτει «όρους» ότι ενδεχομένως θα συνεργασθεί μετεκλογικά σε μια κυβέρνηση «με άλλον, εκτός αυτών των δύο» πρωθυπουργό. Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για τέτοιες «δεσμεύσεις», όταν όλα είναι τόσο πρόωρα και αβέβαια- και κυρίως: ο λαός δεν έχει μιλήσει…

Δεν θα ήταν περισσότερο πειστικός, δεν θα πρόβαλλε ως περισσότερο υπεύθυνος, αν περιόριζε τις μη αναγκαίες (παρά το ότι τον προκαλούν…) «δεσμεύσεις», με ένα απλό και καθαρό, «ας δούμε πρώτα τα αποτελέσματα της πρώτης και της δεύτερης κάλπης, ας καταγραφούν δυνάμεις, ας δείξει ο λαός ποια είναι η βούλησή του, και τα ξαναλέμε τότε…»;

By