Κυριακή, 28 Απριλίου, 2024

Τουρισμός: Χρυσή η φετινή σεζόν για τους τζίρους των ξενοδοχείων

Εκτόξευση του τζίρου τους είδαν φέτος το καλοκαίρι τα ελληνικά ξενοδοχεία, πετυχαίνοντας πολύ καλύτερες πληρότητες, παρά τις σημαντικά πιο ακριβές τιμές πώλησης των δωματίων, καθώς ο ελληνικός τουρισμός κινήθηκε σε επίπεδα-ρεκόρ.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη συγκυρίας «Τάσεις του επιχειρείν» της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ για το 3ο τρίμηνο του τουρισμού, ο ελληνικός τουρισμός κατέρριψε το καλοκαίρι το ρεκόρ αφίξεων του 2019 (16,9 εκατ. αφίξεις ή +2% έναντι του 2019), ενισχύοντας παράλληλα το μερίδιό του στη μεσογειακή αγορά (25% από 24% το 2019), με βασική κινητήρια δύναμη τις αεροπορικές αφίξεις (+14% έναντι του 2019).

Η καλή πορεία των αφίξεων εξωτερικού κατά την καλοκαιρινή περίοδο αποτυπώθηκε στις πωλήσεις των ξενοδοχείων, οι οποίες σημείωσαν άνοδο της τάξης του 17% έναντι του 2019 σε αποπληθωρισμένους όρους (35% σε ονομαστικούς όρους). Ειδικότερα, οι διανυκτερεύσεις τουριστών εξωτερικού (που αντιπροσωπεύουν το 88% των διανυκτερεύσεων καλοκαιριού) ξεπέρασαν τα επίπεδα του 2019 κατά 2% (από -5% το αντίστοιχο διάστημα το 2022), ενώ αντίστοιχη πορεία σημειώθηκε και στις διανυκτερεύσεις Ελλήνων τουριστών (3% υψηλότερα του 2019, από -2% το καλοκαίρι του 2022). Υπό αυτές τις συνθήκες, η πληρότητα των ελληνικών ξενοδοχείων σημείωσε ιστορικά υψηλά το φετινό καλοκαίρι, με κάλυψη της τάξης του 77% των διαθέσιμων κλινών (έναντι 74% το 2022 και 69% το 2019).

Παράλληλα, για ακόμη μία φορά διαφαίνεται η βελτίωση του εύρους και της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχουν οι ελληνικές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, επιτρέποντας αυξημένες πωλήσεις ανά διανυκτέρευση (15% υψηλότερα του 2019 σε αποπληθωρισμένους όρους).

Παρά την εμφανή βελτίωση, αξίζει να σημειωθεί ότι η διάρκεια διαμονής τουριστών εξωτερικού ήταν ελαφρώς χαμηλότερη (5,1 ημέρες ανά άφιξη έναντι 5,2 ημέρες το 2022 και το 2019), ερμηνεύοντας εν μέρει τις χαμηλότερες πραγματικές δαπάνες ανά άφιξη. Γιατί μπορεί σε ονομαστικούς όρους η δαπάνη ανά άφιξη να ανήλθε σε 661 ευρώ φέτος το καλοκαίρι έναντι 614 ευρώ το καλοκαίρι του 2019, αλλά η άνοδος του πληθωρισμού αλλοιώνει αυτήν την εικόνα. Έτσι, η πραγματική δαπάνη ανά άφιξη ήταν -5% έναντι του 2019, κοστίζοντας στον ελληνικό τουρισμό 900 εκατ. εισπράξεων.

Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ότι ενώ το δίμηνο Ιουνίου – Ιουλίου είχε αύξηση 6,5%, ο Αύγουστος κινήθηκε σε επίπεδα χαμηλότερα του 2019 (-4%), με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης να στοιχίζουν 500.000 αφίξεις, που αντιστοιχούν σε 300 εκατ. ευρώ εισπράξεις. Στον αντίποδα, ο Οκτώβριος αλλά και ο Νοέμβριος εμφανίζουν αυξημένη ζήτηση, κρίνοντας από την ισχυρή αεροπορική κίνηση. Στο σύνολο του 2023 ο ελληνικός τουρισμός αναμένεται να καταγράψει ρεκόρ αφίξεων (της τάξης του +4% έναντι 2019), με τις εισπράξεις να ξεπερνούν το επίπεδο των €20 δισ., καταλήγοντας έτσι 13% υψηλότερα σε σχέση με το 2019.

Επιπλέον, οι προοπτικές του 2024 είναι ιδιαίτερα θετικές, με τις προκρατήσεις να κινούνται με πολύ καλούς ρυθμούς, παρά τα σύννεφα της γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Άλλωστε, οι ξενοδόχοι αναφέρουν ότι μεγάλο μέρος από τις αυξήσεις που έχουν δώσει για την επόμενη χρονιά εκτιμούν ότι θα μείνουν ως κέρδος στα ταμεία τους, εφόσον προχωρήσει η αποκλιμάκωση των επιτοκίων που έχει υποσχεθεί η ΕΚΤ.

Τουρισμός: Οι επιδόσεις των επιμέρους αγορών

Εμβαθύνοντας στις επιδόσεις του καλοκαιριού ανά χώρα προέλευσης, διαπιστώνουμε ότι οι «παραδοσιακές αγορές» αποτέλεσαν για ακόμη μία φορά την κινητήριο δύναμη του ελληνικού τουρισμού, διευρύνοντας τη συνεισφορά τους κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες (σε 37% το 2023 από 31% το 2019). Ειδικότερα:

  • Η αγορά των ΗΠΑ ξεχώρισε στην καλοκαιρινή περίοδο για τη δυναμική της -ιδιαίτερα τον Ιούνιο (+55% έναντι 2019)-, με περισσότερους από 600 χιλιάδες τουρίστες να επισκέπτονται την Ελλάδα (+24% έναντι του 2019). Ταυτόχρονα, παρουσίασε την υψηλότερη δαπάνη ανά άφιξη -της τάξης των €1.000-, με την πτώση (-10%) που παρατηρείται έναντι του 2019 να μπορεί να αποδοθεί στη διεύρυνση της εισοδηματικής περιμέτρου των τουριστών.
  • Οι αγορές Ηνωμένου Βασιλείου, Γαλλίας και Γερμανίας παρουσιάζουν επιδόσεις ανάλογες του 2022, με το ΗΒ να ξεχωρίζει θετικά (23% υψηλότερα από το 2019, έναντι 16%-17% σε Γερμανία-Γαλλία αντίστοιχα). Σημειώνεται ότι σε όρους δαπάνης ανά άφιξη υπερτερεί η Γαλλία, σημειώνοντας μάλιστα βελτίωση 15% (872 ευρώ) έναντι του 2019 (761 ευρώ). Οι Βρετανοί ξόδεψαν 832 ευρώ (από 798€ το 2019), ενώ οι Γερμανοί περιόρισαν τα έξοδά τους στα 791 ευρώ, έναντι 811 το 2019.
  • Όσον αφορά τις λοιπές χώρες προέλευσης, οι αγορές εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης πέτυχαν πλήρη ανάκτηση των επιδόσεων του 2019 (102%), ενώ οι αγορές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθούν να παρουσιάζουν υστέρηση της τάξης του 20% -εν μέρει αντικατοπτρίζοντας την επίδραση γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ανατολική Ευρώπη.
By