Πέμπτη, 25 Απριλίου, 2024

Τουρκική οικονομία: Το μεγάλο στοίχημα του Ερντογάν

H πορεία της τουρκικής οικονομίας, η προσέλκυση επενδύσεων αλλά κυρίως αποφάσεις που θα συγκρατήσουν την ελεύθερη πτώση της λίρας αποτελούν τα μεγάλα στοιχήματα του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Μπορεί ο Ερντογάν να αναδείχθηκε θριαμβευτής στις εκλογές, όμως το οικονομικό του πείραμα κατέληξε σε αποτυχία, εκτοξεύοντας τον πληθωρισμό σε επίπεδα 13 πιο πάνω από τον επίσημο στόχο της κεντρικής τράπεζας και το εθνικό νόμισμα σε ιστορικό ναδίρ έναντι του δολαρίου, με προβλέψεις για ακόμη μεγαλύτερη υποτίμηση.

Την ώρα που οι υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο αυξάνουν τα επιτόκια ώστε να αποκλιμακώσουν τον πληθωρισμό, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας -υπό τις εντολές του σουλτάνου- κάνει ακριβώς το αντίθετο. Από τον Αύγουστο του 2022 έως και τον Φεβρουάριο του 2022, έχει μειώσει το κόστος δανεισμού κατά 550 μονάδες βάσης, στο 8,5% κι έκτοτε το διατηρεί αμετάβλητο, με το επιχείρημα ότι το επίπεδο του βασικού επιτοκίου είναι επαρκές για να υποστηρίξει την απαραίτητη ανάκαμψη από τον καταστροφικό σεισμό που έπληξε την Τουρκία τον Φεβρουάριο.

Kαι μπορεί η οικονομία να «έτρεξε» με ρυθμούς 4% στο πρώτο τρίμηνο, όμως το ποσοστό του πληθωρισμού παραμένει διψήφιο(44%) και το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ των 20 περισσότερο ανεπτυγμένων και αναπτυσσομένων χωρών(G20).

Η κυβέρνηση Ερντογάν διατείνεται ότι η οικονομική της πολιτική, καίτοι ανορθόδοξη, καθιστά πιο ανταγωνιστικά τα τουρκικά αγαθά, μειώνοντας το κόστος εργασίας, ενώ η αύξηση της εσωτερικής ζήτησης θα συμβάλει στη μείωση του πληθωρισμού. Πράγματι, οι εξαγωγές της Τουρκίας αυξήθηκαν κατά 13% το 2022, σημειώνοντας νέο ιστορικό ρεκόρ. Από την άλλη πλευρά όμως, η αύξηση των εισαγωγών ήταν μεγαλύτερη(+34%), καθώς η χώρα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εισαγωγή πρώτων υλών από το εξωτερικό. Ως αποτέλεσμα, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας ανήλθε στα 40 δισ. δολάρια, σχεδόν στο 5% του ΑΕΠ.

Δίχως τέλος η υποτίμηση της λίρας

Η προσέλκυση επενδύσεων αποτελεί το «φάρμακο» για τη μείωση ενός τόσο μεγάλου ελλείμματος. Αλλά η ανορθόδοξη νομισματική πολιτική του Ερντογάν, όπως και οι ανησυχίες περί διαφθοράς και τήρησης των νόμων, αποθαρρύνουν τους ξένους επενδυτές, που έχουν στρέψει την πλάτη τους στη λίρα. Το τουρκικό νόμισμα έχει υποχωρήσει στο ιστορικό ναδίρ των 21 λιρών έναντι του δολαρίου, με ορισμένους επενδυτές να προβλέπουν υποτίμηση έως και τις 30 λίρες έως τα τέλη του έτους. Συνεπεία των προσπαθειών για τη στήριξη της λίρας, τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος της κεντρικής τράπεζας έχουν στερέψει, υποχωρώντας για πρώτη φορά από το 2002 σε αρνητικό έδαφος, στα μείον 151 εκατ. δολάρια τον Μάιο. Στη διάρκεια του 2022, η τουρκική κεντρική τράπεζα υπολογίζεται ότι «έκαψε» πάνω από 100 δισ. δολάρια για τη στήριξη της λίρας. Παρ’ όλα αυτά, το τουρκικό νόμισμα υποτιμήθηκε 30% πέρυσι, ενώ από τις αρχές του έτους εμφανίζει απώλειες άνω του 27%.

Χωρίς να είναι σε θέση να αψηφήσει τις εντολές Ερντογάν, η κεντρική τράπεζα προσπάθησε με έμμεσους τρόπους να στηρίξει τη λίρα, όπως για παράδειγμα το να μην επιτρέπει σε επιχειρήσεις με αποθέματα ξένου συναλλάγματος να λαμβάνουν νέα δάνεια ή υποχρεώνοντας τις τράπεζες με ανεπαρκείς καταθέσεις σε λίρα να αγοράζουν κρατικά ομόλογα με απόδοση 10%, δηλαδή σε επίπεδα πολύ κάτω του πληθωρισμού.

Τέτοιου είδους μέτρα αποθάρρυναν τις τοποθετήσεις σε δολάρια εις βάρος της λίρας. Ταυτόχρονα όμως οδήγησαν σε στρέβλωση των πιστωτικών ροών, με τους επικριτές των μέτρων να υποστηρίζουν ότι ευνοούνται όσοι είναι φίλα προσκείμενοι στην κυβέρνηση Ερντογάν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης να θεωρούν ότι τα μέτρα αποτελούν μια «συνταγή» ανεπάρκειας και διαφθοράς: ‘Όταν τα δάνεια αποτιμώνται 40 ποσοστιαίες μονάδες κάτω του πληθωρισμού, ακόμη και οι ζημιογόνες επιχειρήσεις μπορούν να επιβιώσουν με δανεικό χρήμα, αρκεί να έχουν συνεχή πρόσβαση σε φθηνή πίστωση, εξηγεί ο «Economist» σε ανάλυσή του για την τουρκική οικονομία.

Τα «δώρα» προς τους ψηφοφόρους

Ακόμη και ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος φρόντισε προεκλογικά να στηρίξει την οικονομία και να προσφέρει αρκετά «δώρα» στους ψηφοφόρους: Δεσμεύθηκε για πρόγραμμα φθηνής ενέργειας μέσω επιδοτήσεων συνολικού ύψους 600 δισ. δολαρίων, προσέφερε πρόωρη συνταξιοδότηση σε 2,3 εκατ. εργαζομένους, ενώ υποσχέθηκε την ανέγερση 500.000 νέων κατοικιών μέσα στην επόμενη πενταετία. Λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, ανακοίνωσε 45% αύξηση στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ στα τέλη του 2022 είχε ανακοινώσει 55% αύξηση του κατώτατου μισθού.

Το οικονομικό πείραμα Ερντογάν έρχεται σε αντίθεση με τις μεταρρυθμίσεις που εφήρμοσε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, μετά την οικονομική κρίση που οδήγησε και το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης στην εξουσία. Σύμφωνα με τον «Economist», τα τότε μέτρα της κυβέρνησης Ερντογάν συνέβαλαν στην υποχώρηση του πληθωρισμού σε μονοψήφιο ποσοστό, για πρώτη φορά έπειτα από δεκαετίες, και σε «απογείωση» της οικονομίας, με ρυθμούς πραγματικής ανάπτυξης μεταξύ 6.9%-7,4% την πενταετία 2010-2015. Οι ξένες επενδύσεις, που έως τότε μετά βίας έφθαναν στο ένα δισ. δολάρια, έφθασαν τα 22 δισ. δολάρια το 2007. Και στην αγορά εργασίας, το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών αυξήθηκε από το 25,5% το 2005 στο 32,5% το 2021.

Σήμερα όμως, πολλά από τα παραπάνω κέρδη έχουν χαθεί. Πριν από μία δεκαετία, ο Ερντογάν είχε υποσχεθεί ότι θα κάνει την Τουρκία μία από τις δέκα μεγαλύτερες οικονομίες έως το 2023 και ότι θα αυξήσει το κατά κεφαλήν εισόδημα στα 25.000 δολάρια από 11.300 δολάρια. Έκτοτε, η τουρκική οικονομία έχει υποχωρήσει στη 19η από τη 17η θέση και το μέσο εισόδημα έχει συρρικνωθεί στα 9.600 δολάρια, ενώ η άνοδος των τιμών και η μείωση των πραγματικών μισθών έχουν οδηγήσει εκατομμύρια Τούρκους στα όρια της φτώχειας, αναφέρει ο «Economist» στην ανάλυσή του.

Τα κρίσιμα ερωτήματα της επόμενης ημέρας

Η νέα οικονομία του Ερντογάν δημιουργεί περισσότερους χαμένους παρά κερδισμένους, πλήττοντας κυρίως τη μεσαία τάξη.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι τι θα κάνει ο Τούρκος πρόεδρος, εφόσον εξασφάλισε την επανεκλογή του για μία ακόμη πενταετία. Άραγε, θα υποκύψει στους νόμους της οικονομικής βαρύτητας, επιτρέποντας στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια, ή θα συνεχίσει το οικονομικό πείραμα;

Η οικονομία θα είναι το μεγάλο στοίχημα του Ερντογάν. Οι μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν ευοίωνες, καθώς είναι σε θέση να ανταγωνισθεί την Κίνα ως κόμβος διακίνησης αγαθών για την Ευρώπη. Σε αυτό θα βοηθούσε η διεύρυνση της τελωνειακής ένωσης με την Ε.Ε. Παράλληλα, επί Ερντογάν έχουν βελτιωθεί σημαντικά οι υποδομές της Τουρκίας(αεροδρόμια, γέφυρες, νοσοκομεία, σήραγγες κ.λπ). Ακόμη και το δημογραφικό είναι υπέρ του, καθώς έως το 2040 προβλέπεται αύξηση του πληθυσμού της χώρας κατά 100 εκατομμύρια κατοίκους. Με το σωστό μείγμα πολιτικής, καθώς και με ισχυρούς θεσμούς, η τουρκική οικονομία έχει τις προοπτικές να βρεθεί μεταξύ των δέκα πρώτων στον κόσμο.

Μόνο που για να εκπληρωθεί η υπόσχεση προ δεκαετίας χρειάζεται στροφή προς τη σωστή κατεύθυνση, μεταρρυθμίσεις και συνετή νομισματική πολιτική. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μπορεί το καλοκαίρι να απολαύσει τη νίκη του, έχοντας ως «μαξιλάρι» τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και την αύξηση των τουριστικών εσόδων. Ακόμη και στην αγορά συναλλάγματος, έχει καταφέρει να συγκρατήσει τη λίρα χάρη στις συναλλαγματικές συμφωνίες με συμμάχους όπως η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία.

Το καλοκαίρι όμως κάποτε θα τελειώσει. Και ίσως τότε να μην έχει άλλα περιθώρια από το να επιλέξει τον δύσκολο και πολιτικά μη-αρεστό δρόμο των μεταρρυθμίσεων, ως πικρό «φάρμακο» για τη θεραπεία της νομισματικής κρίσης, αλλά κι ενδεχομένως ως μονόδρομο, ώστε να κρατήσει μακριά το ΔΝΤ από τις πύλες της χώρας.

By