Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου, 2024

Nammos: Στην κορυφή των beach clubs του κόσμου

Το διάσημο ρεστοράν στην Ψαρρού της Μυκόνου φιγουράρει στην πρώτη θέση της golden list του Conde Nast Traveler

Φέτος το φιδίσιο μονοπάτι από το οποίο ξεκινάει η διαδρομή για την παραλία της Ψαρρούς, δεν οδηγεί απλά τους τυχερούς στην luxury υπερβολή του Nammos, αλλά στο καλύτερο beach club του κόσμου.

Στην χρυσή λίστα του έγκριτου Conde Nast Traveler το «πριγκιπάτο» του πιο διάσημου ρεστοράν στο νησί των ανέμων, φιγουράρει στην πρώτη θέση, αφήνοντας πίσω του το Cocomaya στις Μπαχάμες-βρίσκεται στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους-το Kudeta στο Μπαλί της Ινδονησίας, το Punto 7 στην Φορμεντέρα και άλλους έξι διάσημους ανταγωνιστές του.

Είναι η πρώτη φορά που το δημιούργημα της τριάδας Ζαννής Φρατζέσκος, Κωνσταντής Κουσαθανάς και Σάμι Ιμπραήμ καταλαμβάνει την κορυφή της συγκεκριμένης λίστας.

Στο δημοσίευμα τονίζεται ότι παρά τις νέες αφίξεις στο νησί των ανέμων τα τελευταία χρόνια σαν το Scorpios και το Jackie O, το Nammos που φέτος κλείνει δεκατρία χρόνια ύπαρξης ανανεώνεται και εξελίσσεται  σχεδόν κάθε χρόνο.

Πέρυσι οι τρεις συνέταιροι ανανέωσαν τις ξαπλώστρες τους επιλέγοντας ότι καλύτερο υπήρχε στην αγορά και κόστος που ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο ευρώ, ενώ δημιούργησαν και τις τέσσερις περίφημες καμπάνες των πέντε χιλιάδων ευρώ την ημέρα.

Ο τυχερός που θα καταβάλλει αυτό το ποσό θα απολαύσει μαζί με την παρέα του-μέχρι έξι άτομα- ένα γεύμα επτά πιάτων, εκλεκτά κρασιά και ένα τεράστιο τζακούζι, ενώ στην διάθεσή του θα υπάρχει καθ” όλη την διάρκεια της παραμονής του, προσωπικός μπάτλερ.
Το δημοσίευμα κλείνει με αναφορά στις διάσημες παρουσίες όπως τον Ντι Κάπριο και την Μαράϊα Κάρεϊ, αλλά και στα φρέσκα ψάρια που προμηθεύεται το Nammos καθημερινά από ένα καΐκι αλλά και από τις καταδύσεις του Κωσταντή Κουσαθανά, που θεωρείται δεινός ψαροντουφεκάς.

Η ταβέρνα που έγινε σημείο αναφοράς

Μια ψηλόλιγνη φιγούρα, με άσπρο μαγιό και μόνο στολίδι επάνω της ένα μαύρο φτηνό κολιέ, κατεβαίνει στις αρχές της δεκαετίας, τα τρία πέτρινα σκαλιά της ταβέρνας του Αγγελετάκη στην Ψαρρού για να βουτήξει στα κρυστάλλινα νερά της παραλίας.

Το στιγμιότυπο είναι από την Π.Ν. εποχή (μετ.: Προ Nammos), του πιο επιτυχημένου sea restaurant της τελευταίας δεκαετίας, που βρέθηκε αρκετές φορές στο στόχαστρο, εξαιτίας της υπερβολής που απέπνεε από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας του.

Πριν από την «γέννησή» του όμως υπήρχε η ταβέρνα του Αγγελετάκη, όπου κυριαρχούσαν οι πλαστικές και ξύλινες καρέκλες, οι ομπρέλες με τις καλαμωτές και η σαφώς πιο χαλαρή διάθεση.
Αν σκεφτεί κάποιος ότι όλο αυτό ξεκίνησε από ένα παροιμιώδη καυγά-ο Αγγελετάκης δεν σκόπευε και δεν είχε σκεφτεί ποτέ να πουλήσει το μαγαζί-τότε συμπεραίνει ότι κάποιοι άνθρωποι είναι πολύ τυχεροί.
Οι ντόπιοι θυμούνται ακόμα τον άγριο τσακωμό ανάμεσα σε δύο γνωστούς θαμώνες του μαγαζιού και την παρέμβαση του ιδιοκτήτη που πήγε να τους χωρίσει.

Δυστυχώς γι’ αυτόν ο ένας από τους πελάτες πίστεψε ότι ο Αγγελετάκης πήρε το μέρος του άλλου και επιστρέφει την επομένη διαλύοντας όπως λένε οι ιστορίες το μαγαζί μαζί με την προσωπική του ασφάλεια.

Η «χαλαρή μέχρι τότε Ψαρρού γίνεται το θέμα των ημερών και όταν μαθαίνεται ότι το μαγαζί κλείνει και ο ιδιοκτήτης του το πουλάει, τρεις «ψαγμένοι» φίλοι το χτυπάνε και όλη η Μύκονος μιλάει γι’ αυτό.

Ο κ. Ζαννής Φρατζέσκος που κατάγεται από τη Μύκονο αλλά μεγάλωσε στη Βούλα, ο κ. Κωσταντής Κουσαθανάς με σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στα τουριστικά επαγγέλματα και ο σεφ Σάμι Ιμπραήμ, στήνουν το πριγκιπάτο του Nammos.

Και οι τρεις είχαν περάσει από το Caprice, ενώ ο Κωσταντής με τον Σάμι είχαν ήδη συνεταιριστεί ανοίγοντας το ρεστοράν «La Casa» μέσα στη χώρα της Μυκόνου, είχαν δουλέψει πολύ, όμως πριν από εφτά χρόνια δεν φαντάζονταν και οι ίδιοι πόσο θα άλλαζε η ζωή τους.

Από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του, το Nammos δείχνει πόσο διαφορετικό είναι από οτιδήποτε άλλο υπάρχει στη Μύκονο και η επιδρομή διασήμων εκτοξεύει τις μετοχές του.

Οι τρεις φίλοι το στήνουν με πολλή προσοχή, έχοντας σαν μεγαλύτερο ατού την τοποθεσία, αφού η συγκεκριμένη παραλία είχε όλα τα φόντα να γίνει η Βουλιαγμένη της Μυκόνου.
Επιστρατεύονται τα πιο εκλεκτά υλικά για το μενού, οι κορυφαίες ξαπλώστρες, το καλύτερο service για την παραλία, οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις  και φυσικά ένας άψογος χώρος με μικρές πινελιές πολυτέλειας.

Η μετάλλαξη και οι jet setters.

Ο φιδίσιος δρόμος που κατηφορίζει στην Ψαρρού, γνωρίζει τρελές δόξες από το 2004 και κάθε καλοκαίρι τα τρία πάρκινγκ φουλάρουν από αυτοκίνητα. Θηριώδη τζιπ Range Rover και Cayenne γεμίζουν το μικρό πάρκινγκ δίπλα στην Ψαρρού, ενώ υπάρχουν και οι άτυχοι που κατεβαίνουν με την ελπίδα να βρουν μια από τις περίφημες ξαπλώστρες-κρεβάτια του Nammos ελεύθερη.

Εδώ γεννήθηκε και το φαινόμενο της κράτησης για ξαπλώστρα, αφού όλοι ήθελαν να χαλαρώσουν στα στρώματα με τις πεντακάθαρες πετσέτες, πριν περάσουν στο εστιατόριο για να φάνε φρέσκα ψάρια ή κρέας άριστης ποιότητας.

Οι κριτικές είναι από την αρχή διθυραμβικές, όχι μόνο από ελληνικά αλλά και από ξένα έγκριτα ταξιδιωτικά περιοδικά και τα επόμενα χρόνια η ομάδα των τριών εξελίσσει όλο και περισσότερο τον χώρο.

Η ζήτηση είναι τέτοια, που οι ξαπλώστρες στριμώχνονται, αλλά κανείς δεν παραπονιέται, αφού εφοπλιστές, επιχειρηματίες, κοσμικές κυρίες, μοντέλα και αθλητές συνωστίζονται στα λίγα τετραγωνικά της παραλίας.

Τα πρώτα τρία χρόνια το fun είναι πολύ δυνατό, τα απογεύματα, ο κόσμος ξεσαλώνει στο εστιατόριο και στο bar και οι Moet ανοίγονται με ρυθμό πολυβόλου, ενώ καλλίγραμμες κυρίες ανεβαίνουν στα τραπέζια.

Όπως έχει δηλώσει ο Σάμι Ιμπραήμ «η φιλοσοφία μας είναι πως αυτός που θα έρθει να ξοδέψει είκοσι ευρώ θα πρέπει να περάσει το ίδιο καλά με αυτόν που θα ξοδέψει χίλια ευρώ».

Οι μύθοι για τρελούς λογαριασμούς από μεγιστάνες του πλούτου είναι πολλοί, ενώ διάσημοι σταρ που πηγαίνουν απλά το λατρεύουν. Ο Βαλεντίνο, ο Τζόρτζιο Αρμάνι, η Λιζ Χάρλεϊ, ο Ρόμαν Αμπράμοβιτς, ο Μάικλ Ντάγκλας με την Κάθριν Ζέτα Τζόουνς, ο νεαρός  Σταύρος Νιάρχος και η αδερφή του Ευγενία είναι μόνο κάποιοι jet setters που απόλαυσαν το Nammos.

Οι θαλαμηγοί που δένουν κάθε καλοκαίρι, εξυπηρετούνται από το Riva που διαθέτει το εστιατόριο, το οποίο δεν σταματάει να πηγαινοφέρνει κόσμο, ο οποίος ξέρει ότι ακόμα και αν κάτι δεν υπάρχει στο Nammos-όπως μια περίεργη μάρκα τσιγάρων- τα παιδιά θα φροντίσουν να πάει κάποιος στη Μύκονο και να τη βρει.

By