Τρίτη, 23 Απριλίου, 2024

Βρετανία: Η Τερέζα Μέι στη Βασίλισσα για να σχηματίσει κυβέρνηση

Θα ζητήσει εντολή, παρά το καταστροφικό γι” αυτή εκλογικό αποτέλεσμα – Θα την στηρίξει το ιρλανδικό DUP, που όμως ανακοίνωσε ότι δεν θα συμμετέχει σε κυβέρνηση συνασπισμού 

Προς σχηματισμό κυβέρνησης οδηγείται η Βρετανία, καθώς σε λίγη ώρα (14:30 ώρα Ελλάδος) η Τερέζα Μέι επισκέπτεται την Βασίλισσα Ελισάβετ, προκειμένου να ζητήσει εντολή σχηματισμού, με την υποστήριξη, αν και όχι την συμμετοχή, του ιρλανδικού κόμματος DUP.

Σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδουν τα βρετανικά μμε, η Τερέζα Μέι εξασφάλισε, λίγες ώρες μόνο μετά το καταστροφικό γι” αυτήν αποτέλεσμα της κάλπης, την υποστήριξη των Ιρλανδών, που βγήκαν σαφώς ενισχυμένοι από τις εκλογές. Βάσει της τελικής εκτίμησης που μεταδίδει το BBC, οι Συντηρητικοί της Μέι κερδίζουν 318 έδρες, μόλις οκτώ λιγότερες από τις απαιτούμενες για την αυτοδυναμία. Με την στήριξη του ιρλανδικού κόμματος DUP (τo Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα της Βορείου Ιρλανδίας) με τις 10 έδρες, εξασφαλίζει την απαραίτητη πλειοψηφία για να νομοθετεί, αν και όπως μεταδίδει το Sky News, οι Ιρλανδοί υποστηρίζουν πως «δεν υπάρχει ανάγκη επίσημου συνασπισμού».

Μεγάλη ηττημένη των εκλογών είναι ωστόσο η Τερέζα Μέι, η οποία όταν προκήρυξε πρόωρες εκλογές νόμιζε ότι θα έκανε περίπατο και τελικά η κάλπη δεν της έδωσε ούτε αυτοδυναμία, ενώ κατέγραψε σημαντικές απώλειες.

Έτσι η Βρετανία οδηγήθηκε σε «μετέωρη βουλή», hung parliament, όπως είναι ο όρος των Βρετανών, δηλαδή σε μια βουλή που κανένα κόμμα δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία ή την αυτοδυναμία και άρα απαιτούνται συνεργασίες. Εν τούτοις οι προγραμματικές διαφορές των Τόρις, ιδίως σε ό,τι αφορά το Brexit, δεν προδίκαζε εύκολο τέλος στις διαπραγματεύσεις. Η τελική συμφωνία με το DUP, που ανακοινώθηκε από το ιρλανδικό κόμμα και αναμένεται να επισημοποιηθεί αργότερα σήμερα, απέδειξε πως οι εκτιμήσεις αυτές για πολυήμερες διαπραγματεύσεις, ήταν λανθασμένες.

Οσον αφορά τα αποτελέσματα, με καταμετρημένες 647 έδρες από τις 650, οι Συντηρητικοί κατακτούν 316 έναντι των Εργατικών που έχουν 261, ενώ 35 έδρες παίρνει το σκοτσέζικο εθνικιστικό κόμμα και 10 το κόμμα DUP από την Ιρλανδία.

Συντηρητικοί 316 έδρες (42,4%) Εχασαν 12 έδρες από τις προηγούμενες εκλογές
Εργατικοί 261 έδρες (40,1%) Κέρδισαν 31 έδρες
SNP 35 έδρες (3,1%) Εχασαν 19 έδρες
DUP 10 έδρες (0,9%) Κέρδισαν 2 έδρες
Φιλελεύθεροι Δημοκράτες 12 έδρες (7,3%) Κέρδισαν 3 έδρες
Αλλοι 13 έδρες

Στις εκλογές του 2015, οι Συντηρητικοί είχαν καταλάβει 330 έδρες.

Η Τερέζα Μέι είναι και η μεγάλη χαμένη της αναμέτρησης καθώς το κόμμα της, ενώ αρχικά εμφανιζόταν ως το μεγάλο φαβορί, κερδίζει τελικά λιγότερες έδρες στο κοινοβούλιο, και μάλιστα ενώ εκείνη είχε ζητήσει από τους ψηφοφόρους να της δώσουν ενισχυμένη πλειοψηφία για να διαπραγματευτεί το Brexit. Διέπραξε το ίδιο λάθος με τον προκάτοχό της Ντέιβιντ Κάμερον, ο οποίος ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την ΕΕ προκειμένου να κάνει τους ευρωσκεπτικιστές στο εσωτερικό του κόμματος να σιγήσουν. Και εκείνος απογοήτευσε τους ψηφοφόρους και παραιτήθηκε μετά τη νίκη του «ναι». «Είναι το μάθημα των δύο τελευταίων ετών», εκτιμά ο Μπρίαν Κλάας του London School of Economics. «Οι ψηφοφόροι δεν θέλουν να θεωρείται δεδομένη η ψήφος τους».

Από την άλλη, ο επικεφαλής των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν διασώθηκε: Αν και έχουν σημειωθεί αρκετές απόπειρες για την ανατροπή του από βουλευτές του κόμματός του, η πιο κεντρώα πτέρυγα του οποίου δεν υποστηρίζει τις ριζοσπαστικές απόψεις του, ο Κόρμπιν μπορεί να χαρεί για τη νίκη. Ενίσχυσε το ποσοστό των Εργατικών κατά περίπου 30 έδρες, την ώρα που πολλοί ανέμεναν μια μεγάλη ήττα.

Ακόμη μία έκπληξη των εκλογών: το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας (SNP) χάνει 20 από τις 54 έδρες που κατείχε στο βρετανικό κοινοβούλιο. Δύο υψηλόβαθμα στελέχη του, ο πρώην πρωθυπουργός της Σκωτίας Άλεξ Σάλμοντ και ο δεύτερος στην ιεραρχία του κόμματος Άνγκους Ρόμπερτσον έχουν χάσει την έδρα τους. «Πρόκειται για ένα πολύ κακό νέο για την (πρωθυπουργό της Σκωτίας) Νίκολα Στέρτζον και τις φιλοδοξίες της περί διοργάνωσης νέου δημοψηφίσματος» για την ανεξαρτησία της Σκωτίας, σχολίασε ο Ίαν Μπεγκ καθηγητής του London School of Economics.

By